Από την ασχήμια της καθημερινότητας στον βούρκο των σκανδάλων και την αλαζονεία της εξουσίας
Όσοι και όσα εκθέτουν την πατρίδα μου.
Όταν λέω ότι η Ελλάδα με πληγώνει όπου σταθώ και όπου βρεθώ με ελάχιστες εξαιρέσεις, είναι πλέον κοινοτοπία. Για αυτό και συνήθως προτιμώ τη σιωπή.
«Και αυτόν τον ήλιο, αυτή τη θάλασσα, αυτή τη φύση πού θα τα βρεις;» μου απαντούν εξίσου κοινότοπα κάποιοι.
«Δεν γυρνώ πίσω γιατί εδώ που βρίσκομαι ξέρω τι θα μου ξημερώσει αύριο» αντιτείνουν άλλοι φίλοι/ες που εδώ και χρόνια πήραν το δρόμο της ξενιτιάς. Θα ΄θελαν να επιστρέψουν, αλλά με αυτά που βλέπουν και ακούν, πού σκέψη για επαναπατρισμό.
Και δεν είναι μόνον η καθημερινότητα του καθενός/μιας που είναι γκρίζα σε μια πόλη που σου δημιουργεί άγχος με το κυκλοφοριακό, την έλλειψη συγκοινωνιών, τις λακκούβες στους δρόμους, τη βρωμιά της, τις επιθετικές συμπεριφορές, την κυριαρχία του «εγώ» έναντι του «εμείς», την εγκληματικότητα, το χάλι στην πρωτοβάθμια περίθαλψη, την απουσία πολιτισμού με ελάχιστες εξαιρέσεις, τα ΜΑΤ που για ένα κομμάτι ψωμί δέρνουν κοσμάκη μόλις διεκδικήσει κάτι.
Δεν είναι μόνον, όπως σωστά επισημαίνει ο Γιώργος Τούλας, «το πόσες φορές θα χαλαστώ παρατηρώντας τα αυτονόητα στοιχεία πολιτισμένων χωρών και θα μπω στη διαδικασία συγκρίσεων» κάθε φορά που ταξιδεύω σε μια άλλη χώρα, ακόμη και σε πολλές από αυτές που εδώ στον τόπο μου θεωρούνται υποανάπτυκτες, συμπληρώνω εγώ.
Αυτό που με πληγώνει ακόμη πιο πολύ, με ανησυχεί, με οργίζει και με κάνει ακόμη πιο σκεπτικό, πιο αποφασισμένο να πω έως εδώ και μη παρέκει, να αντιδράσω και να συνεχίζω να δρω, είναι η σήψη στο δημόσιο βίο, ο βούρκος, η διαφθορά, η αλαζονεία της εξουσίας.
Πρόσφατο δείγμα γραφής η αλαζονεία της εισαγγελέως της ΕΥΠ, κ. Βλάχου, η οποία, ενώπιον της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας, δήλωσε ότι θα ενέκρινε την παρακολούθηση ακόμη και της Προέδρου της Δημοκρατίας.
Κάποιοι δηλαδή σε κάποια υπόγεια της ΕΥΠ με τη συναίνεση μιας δικαστικού και χωρίς να λογοδοτούν σε κανένα και πουθενά, επικαλούμενοι γενικώς και αορίστως λόγους εθνικού συμφέροντος, δρουν αυθαίρετα. Και δηλώνουν ευθέως ότι δεν θα δίσταζαν να στραφούν ακόμη και κατά του ανώτατου πολιτειακού άρχοντα της χώρας εκτός βεβαίως πολιτικών ηγετών (Ν. Ανδρουλάκης), βουλευτών (Ν. Σπίρτζης) και ουκ ολίγων στον αριθμό δημοσιογράφων των οποίων τις τηλεφωνικές συνδιαλέξεις παρακολουθούσαν.
Μα έτσι δεν έδρασαν και οι χουντικοί το ΄67 πριν το πραξικόπημα; Ξεχνάμε μήπως τον πρώτο πρωθυπουργό της δικτατορίας, Κωνσταντίνο Κόλλια; Κι αυτός εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ήταν.
Μίλησε η κ. Βλάχου, εξέθεσε την πατρίδα μου ακόμη μια φορά και οι βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος που ήταν παρόντες δεν άνοιξαν το στοματάκι τους. Δεν είπαν κουβέντα για να υπερασπιστούν τη συνταγματική τάξη, τον κοινοβουλευτισμό, τη Δημοκρατία βρε αδελφέ. Μήπως γιατί με την ψήφο τους διορίστηκε σε αυτήν τη θέση και η όποια κριτική θα εξέθετε και τους ίδιους;
Σε κάποια άλλη πολιτισμένη χώρα εάν ένας δικαστικός που διοριζόταν από την κυβέρνηση έκανε κάτι ανάλογο, θα λογοδοτούσε ενώπιον των αρμόδιων θεσμικών οργάνων για να μην πω ότι θα απομακρυνόταν από τη θέση του με συνοπτικές διαδικασίες.
Στην «καθ΄ ημάς Ανατολή», όμως, δεν γίνεται τίποτε.
Ή μάλλον γίνεται. Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας επιχειρεί με κάθε τρόπο να κουκουλώσει το σκάνδαλο των υποκλοπών.
Όπως στο παρελθόν έκανε με εκείνο της Novartis. Θυμάστε πώς λοιδωρήθηκαν οι μάρτυρες δημοσίου συμφέροντος και πώς διώχθηκαν δημοσιογράφοι που αποκάλυψαν πτυχές του.
Όπως εκείνο με τις παράνομες επαναπροωθήσεις προσφύγων και μεταναστών στο Αιγαίο και στον Έβρο τα τελευταία χρόνια. Και όποιος τολμήσει να ασκήσει κριτική, να ερευνήσει, να επισημάνει τα αυτονόητα, αυτά που καταγγέλλονται σε διεθνή φόρα και ευρωπαϊκά όργανα, κυβερνητικοί αξιωματούχοι και τα παπαγαλάκιά τους τον απαξιώνουν, τον θεωρούν «σύμμαχο του Ερντογάν», «εχθρό της πατρίδας» και πάει λέγοντας.
Όπως τώρα με το σκάνδαλο Πάτση, του μέχρι χθες «γαλάζιου» βουλευτή που πλούτισε μέσα σε δύο χρόνια, αγοράζοντας κοψοχρονιά «κόκκινα δάνεια» και εισπράττοντας από τα ΕΛΤΑ οκτακόσια χιλιάρικα χάρη σε απευθείας αναθέσεις.
Και ας μην πει κανείς ότι αυτά τα λένε οι ΣΥΡΙΖΑίοι.
Η πραγματικότητα τους διαψεύδει.
Αυτά που γράφω τα λένε όσοι σκέπτονται υγιώς σε κάθε κόμμα. Και τέτοιοι/ες, άνθρωποι με λογική, πολιτική παιδεία, ήθος, αξιοπρέπεια και ενσυναίσθηση υπάρχουν σε όλες τις πολιτικές δυνάμεις. Απλώς αλλού διαμορφώνουν πλειοψηφίες και τα μετουσιώνουν σε πολιτικό λόγο. Και αλλού είναι μειοψηφίες και συνήθως υποτάσσονται. Σιωπούν.
Ποιος λοιπόν θα υπερασπιστεί το δημόσιο πλούτο, τη Δημοκρατία, την πατρίδα μας από τους αλαζόνες της εξουσίας, από τα «μαύρα κοράκια…» που τραγουδούσαν κάποτε η Μαρία Δημητριάδη και η Αφροδίτη Μάνου;