Parallax View

Ο απόηχος των διακοπών

Τα παιδιά στην παραλία. Ένα διδιακτικό κείμενο για το ελληνικό καλοκαίρι.

Parallaxi
ο-απόηχος-των-διακοπών-126424
Parallaxi

της Μαργαρίτας Γώδη

10 Αυγούστου 2016, ώρα 15:00

IMG_4102

Της τρελής το πανηγύρι.  Άντρες, γυναίκες, παιδιά στην παραλία.  Κυρίως γυναίκες κι ακόμη περισσότερα παιδιά.  Από την μια άκρη ως την άλλη: ομπρέλες, ομπρέλες, ομπρέλες.  Και ξαπλώστρες, καρεκλάκια, φουσκωτά βαρκάκια, στρώματα και μάσκες, παιχνίδια των παιδιών κι ο παράδεισος του πλαστικού.  Τα παιδιά τσαλαβουτάνε στο νερό.   Τσιρίζουν.  Μασουλάνε.  Αγκομαχούν και μαλώνουν.  Παίζουν στα κινητά.  Λίγοι-ελάχιστοι- από τους λουόμενους διαβάζουν.  Μετά τις τρεις χαλαρώνει η ατμόσφαιρα.  Ώρα για το μεσημεριανό φαγητό.  Κάποιοι αγκαζάρουν με μπλούζες και πετσέτες  την «ομπρέλα με δύο ξαπλώστρες».  Για μετά το φαγητό ή και για την αυριανή μέρα.  Για τη σιγουριά της «θέσης».  Ξένοι ελάχιστοι μια που ξεκινάει η εβδομάδα του Δεκαπενταύγουστου.  Ο «Χακούνα Ματάτα» ορμώμενος εκ Θεσσαλονίκης Αφρικανός, πλέκει βραχιολάκια, πάντα με την εισαγωγή ραπ χαιρετισμού.

Ζηλεύω τους μη αγχωμένους που χαλαρά απλώνουν την πετσέτα τους κοντά στο κύμα, κουβεντιάζουν και βουτούν στο νερό.  Που κόντρα στην πολυκοσμία είναι κρυστάλλινα καθαρό, σα καλοπλυμένο ποτήρι.  Είναι ξένοι αυτοί που βλέπω με τις πετσέτες τους στα βότσαλα.  Οι δικοί μας αγχωμένοι διαρκώς’ πού θα βρουν ομπρέλα και ξαπλώστρες για όλους, θα είναι στην πρώτη ή στη δεύτερη σειρά, πότε θα παραγγείλουν τον καφέ τους , θα βουτήξουν στη θάλασσα για να δροσιστούν, πότε θα πάνε για μεσημεριανό και άραγε θα βρουν τραπέζι στην ταβέρνα παραδίπλα;

Μια μεγάλη γυναίκα, κοκέτα, με βαμμένα νυχάκια στα πόδια, δυσκολεύεται να βολευτεί στην ξαπλώστρα της.  Η εγγονή, ένα ξανθομπούκλικο, γαλανομάτικο οχτάχρονο της λέει: «το βλέπουμε ότι μεγάλωσες».  Φρίκη! Αγένεια, έλλειψη παιδείας;  Οι γονείς, αντί να μαθαίνουν στα παιδιά τους να συμπεριφέρονται με ευγένεια, τρέχουν να προλάβουν τις επιθυμίες τους.  Κινητά, φουσκωτά παιχνίδια, ρακέτες, φαΐ.  «Σου φέρνω εγώ τις σαγιονάρες σου», «έλα να σε σκουπίσω», «να σου βάλω αντιηλιακό»…Τα παιδιά πετούν πέτρες στο νερό χωρίς να βλέπουν πού.  Τσιρίζουν χωρίς λόγο.

Ζήτησα το πρωί από την Α…… γάντια μιας χρήσης και σακούλα.  Μάζεψα από την παραλία γόπες σφηνωμένες στα πετραδάκια του γιαλού. Και σκουπίδια, καλαμάκια, αποδείξεις, καπάκια πλαστικά, τσαλακωμένες χαρτοπετσέτες.  Και πιθανολογώ ότι κάποιος έχει κάνει κακά κάτω από τη δική μου ξαπλώστρα.  Άνθρωπος; Σκύλος ανθρώπου;

Άραγε που να βρίσκεται το περσινό ηλικιωμένο, ήσυχο ζευγάρι;  Αυτός, πάρκαρε το αυτοκίνητό τους και της έφερνε το καρεκλάκι της θάλασσας, το τοποθετούσε ευλαβικά κοντά στο νερό, κατέβαινε αυτή σα πριγκίπισσα και με το ωραίο της μαντήλι στα μαλλιά, κολυμπούσε κάμποση ώρα.  Ύστερα, ο καλός της την περίμενε με την πετσέτα ανοιχτή για να σκουπιστεί κι αφού χόρταινε ήλιο, της μάζευε το καρεκλάκι κι έφευγαν.

Τώρα, αυτό που βλέπω είναι μόνο η αίσθηση της αρπαγής. Να με συγχωρέσετε, αλλά αυτό βλέπω.  Και γκρίνια, κι ασέβεια προς τους άλλους.  Για το παρκάρισμα, για την ησυχία, για τον χώρο που ανήκει στον καθένα από εμάς.  Νέοι γονείς συμπεριφέρονται σαν να μην ξέρουν πώς να φερθούν στα παιδιά τους στην παραλία. Αμήχανοι όταν δεν βρίσκουν ξαπλώστρες και ομπρέλα να τους περιμένουν, στρώνουν με βαρεμάρα ψάθες και πετσέτες στα βότσαλα, αδειάζουν από τη Jumbo σακούλα μπρατσάκια, μάσκα, ρακέτες και με το βλέμμα καρφωμένο στο άπειρο, κάθονται και περιμένουν… Η μόνη θετική, πρόσφατη εικόνα που έχω στο μυαλό μου είναι από μια οικογένεια νεαρού ζευγαριού ελλήνων με δυο παιδιά.  Έμοιαζαν σα να ήταν αδέρφια, τόσο μικρή η διαφορά μεταξύ γονιών και παιδιών.  Έβαλαν την ομπρέλα και τα καρεκλάκια τους δίπλα στο νερό και έπαιζαν μέχρι να φύγουν, παιχνίδια.  Στη θάλασσα, με ρακέτες, χωρίς φωνές, ευτυχείς κι αυτάρκεις, αθόρυβοι.  Αυτό μόνο.

Και σημειώνω: Τα μικρά παιδιά-δείγμα αυτών παρατηρώ στην παραλία από τις 11 του Ιουλίου, στην πλειονότητά τους είναι ανάγωγα.  Αρπακτικά, θρασύτατα, αγενή τερατάκια.  Μα ποιός φταίει; Οι γονείς. Η μαμά μου συχνά επαναλάμβανε: Αμαρτίαι γονέων, παιδεύουσι τέκνα.

Και τα μεγαλύτερα, τα νεαρά αγόρια και κορίτσια: Μαλλιά, γυαλιά, πεντικιούρ και μανικιούρ με μικροσκοπικές άγκυρες και σημαιάκια και βουλίτσες, βάψιμο, ξυρισμένες γάμπες αλλά μούσι’ τατουάζ  και στήσιμο.  Και καθρέφτισμα στο κινητό. Συνυπάρχουν αρμονικά το “Dive in Skopelos” κι ο «Καραγκιόζης Μάγειρας».

Και υπέρβαροι.  Τόσους παχύσαρκους ανθρώπους αλήθεια δεν έχω ξαναδεί.  Μη παρεξηγηθούμε: Δεν είναι θέμα αισθητικής, είναι θέμα υγείας πάνω απ’ όλα.  Πόσα κλαμπ-σάντουιτς, πόσες κρέπες μπανάνα-σοκολάτα, πόσα αναψυκτικά;  Το φαγητό σε κάνει να ξεχνάς ίσως.

Κουβέντα των διπλανών μου, δυο άντρες γύρω στα τριανταπέντε. Μιλάνε για την δουλειά τους και για τα χρήματα που βγάζουν.  Κανείς τους δεν μιλάει για την ίδια τη δουλειά, αν του αρέσει, αν τον ευχαριστεί.  Το θέμα είναι τα λεφτά. Λεφτά, λεφτά, λεφτά.  Ο πόνος του σημερινού Έλληνα. Κι απ’ ό,τι κρυφακούω, ο Έλληνας ΚΑΙ στη Σουηδία βγάζει μαύρο χρήμα.  25 ευρώ την ώρα ο ηλεκτρολόγος. Μισθός του άντρα 3.500 ευρώ τον μήνα και της συντρόφου του 3.700.  Καθαρά.  Αναρωτιέμαι: Πώς αισθάνεται αυτός που κουβεντιάζει αυτή την ώρα με τον μεταναστεύσαντα στην Σουηδία ηλεκτρολόγο; Στην Ελλάδα, καθηγητής, με δυο μικρά  παιδιά; Αδικημένος, ζορισμένος, φτωχότερος τα τελευταία χρόνια. Με άλλο μάτι αντιμετωπίζεις τις δυσκολίες όταν δεν έχεις οικονομικό πρόβλημα. Κι όταν υπάρχει Πρόνοια από το κράτος.  Που εκεί είναι δεδομένη. Εδώ, όχι.

Τελευταία εικόνα:

Άντρας με κοιλιά, καρεκλάκι, τάβλι.  Έρχεται με την οικογένεια. Παρέα των έξι, γυναίκες τσαούσες.  Στρώνεται στο παιχνίδι.  Κουβαλάει το τραπεζάκι, τοποθετεί τις καρέκλες, βολεύεται, ανάβει τσιγάρο.  Λείπει μόνο το κομπολόι. Κι αρχίζει το μάγκικο ρίξιμο των ζαριών και η απαραίτητη προσφώνηση στον αντίπαλο: «Άντε ρε μαλάκα, κωλόφαρδε!».  Η οποία επαναλαμβάνεται πολλάκις ώστε όλοι οι τριγύρω να να τον ακούσουμε.  Κάποιοι σίγουρα αγανακτούν, μα κανείς δε μιλάει. Αρκούμαι στο να του ρίχνω απαξιωτικές, θυμωμένες ματιές. Στο βρόντο.  Στη θάλασσα δε θα μπουν. Θα πάνε μόνο για φαγητό.  Διακοπές.

Βουτάω στο νερό.  Ξεπλένω τον θυμό μου και ξεχνιέμαι.  Καλοκαιράκι.  Του χρόνου, σ’ άλλη θάλασσα.

IMG_3499

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα