Parallax View

Ας μιλήσουμε για τη ΔΕΘ

Όταν έχεις μια έκταση 165 στρεμμάτων προς αξιοποίηση, είναι προφανές πως έχεις να κάνεις με κάτι πολύ σοβαρό και καθοριστικό για το μέλλον

Parallaxi
ας-μιλήσουμε-για-τη-δεθ-1253118
Parallaxi

Λέξεις: Αναστάσης Ασκητάς

Όταν σε μια πυκνοκατοικημένη πόλη, με τη γεωγραφία της Θεσσαλονίκης, δηλαδή ένα στενό κεντρικό τομέα, ζουπηγμένο ανάμεσα στη θάλασσα και στο δάσος, ο οποίος συνεπάγεται σημαντικά bottlenecks (συγκοινωνιακά, οικονομικά, περιβαλλοντικά), έχεις μια έκταση 165 στρεμμάτων προς αξιοποίηση, είναι προφανές πως έχεις να κάνεις με κάτι πολύ σοβαρό και καθοριστικό για το μέλλον.

Συνεπώς, η συζήτηση για αυτό, δε χωράει χαβαλέδες, δε χωράει «ελαφρά τη καρδία» τοποθετήσεις και πολιτικές θέσεις της κατηγορίας «ας πούμε ό,τι μας κατέβει, τζάμπα είναι, λες και η πρώτη φορά θα είναι που λέμε κάτι χωρίς πολλή σκέψη». Υπό αυτό το πρίσμα, είναι πολύ θετικό να υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και πλούτος στο διάλογο της πόλης, γιατί μπορεί ο καθένας να προσθέσει κάτι που οι άλλοι δεν έχουμε σκεφτεί, να φωτίσει κάποια γωνία που δε βλέπουμε ή που τα δικά του αναλυτικά εργαλεία του επιτρέπουν να βλέπει, όσο εμείς δυσκολευόμαστε. Και αντίστροφα.

Δεν είμαι ούτε μηχανικός, ούτε αρχιτέκτονας, ούτε πολεοδόμος, ούτε τίποτα σχετικό, άρα η ικανότητά μου επεξεργασίας πολεοδομικών σχεδίων, περιορίζεται σε αυτά που μπορεί να καταλάβει ένας outsider και η γνώμη μου διαμορφώνεται από όσα καταλαβαίνω ως πολίτης και με βάση το δικό μου γνωστικό πεδίο, που είναι όμως σχετικό με την παραγωγική διαδικασία. Η αφετηρία της συζήτησης οφείλει να ξεκινά από τον άξονα «τι έχω στα χέρια μου, με τι έχω να δουλέψω». Δεν διεξάγεται εν κενώ. Έχω να αποφασίσω για έναν χώρο 165 στρεμμάτων στο κέντρο της πόλης, που εδώ και 100 χρόνια φιλοξενεί μια ταυτοτική δραστηριότητα για την πόλη (την Έκθεση), με φθίνουσα σημασία όμως. Είναι όμως ένα σημαντικό οικονομικό και ρυμοτομικό asset, σε μια πόλη που δεν έχει πολλά τέτοια και η οποία πρέπει να αποφασίσει αν θα χτίσει το μέλλον της ή θα πεθάνει χωρίς αντίσταση, καταλήγοντας προβλέψιμα σε αυτή την πορεία παρακμής που έχει πάρει τις τελευταίες δεκαετίες.

Όταν, λοιπόν, θέλεις να διατυπώνεις πολιτικές θέσεις, ακόμα και για τοπικά ή περιφερειακά ζητήματα, οφείλεις να διαβάζεις το εξωτερικό και εσωτερικό περιβάλλον, να καταλαβαίνεις τις τάσεις, να αντιλαμβάνεσαι τους πόρους που διαθέτεις και να απαντάς στα ερωτήματα: • Τι αποτέλεσμα θέλω να παράγω; • Για ποιον θα το κάνω; • Πώς θα το κάνω; • Τι εργαλεία έχω στα χέρια μου για να το κάνω;

Και μετά να συγκρίνεις την κάθε επιλογή και να εκτιμάς ποια είναι η περισσότερο ωφέλιμη. Το να λέω κάτι για να το πω, έχει συγκεκριμένο ορίζοντα. Έχουμε, λοιπόν, 165 στρέμματα. Αν δούμε τα δεδομένα και τα σχέδια, σε 165 στρέμματα, μπορείς να φτιάξεις ένα «κανονικού μεγέθους» – για τα δεδομένα της χώρας – εκθεσιακό κέντρο, με στεγασμένη επιφάνεια γύρω στα 55.000 τ.μ., όπως προκύπτει από το σχεδιασμό. Η στεγασμένη επιφάνεια του Metropolitan Expo στην Αθήνα, είναι 50.000 τ.μ., αν και η λειτουργικότητά του είναι μη συγκρίσιμη εξαιτίας της άπλας των μην στεγασμένων χώρων. Από την άλλη, σε 165 στρέμματα, μπορείς να φτιάξεις ένα – στην καλύτερη – «μεσαίου» μεγέθους πάρκο. Η διαφορά μεταξύ των δύο προτάσεων που έχουν κατατεθεί στο διάλογο είναι 65 – 70 στρέμματα περισσότερο ή λιγότερο πράσινο. Η πρόταση να παραμείνει η ΔΕΘ στο χώρο που βρίσκεται περιλαμβάνει ανάπτυξη πρασίνου σε έκταση 100 στρεμμάτων και η αντιπρόταση, που ζητά την απομάκρυνση του εκθεσιακού κέντρου, ζητά όλη η έκταση να γίνει πάρκο. Δεν εξετάζω την πρόταση του Δήμου να ενσωματωθεί και η έκταση του Γ’ Σώματος Στρατού, σε ένα πάρκο 200 στρεμμάτων, για διευκόλυνση της σύγκρισης.

Για να έχουμε μια τάξη μεγέθους: • Πεδίο του Άρεως, Αθήνα – Κυψέλη (277 στρέμματα) • Εθνικός Κήπος, Αθήνα – Κέντρο (156 στρέμματα) • Άλσος Νέας Φιλαδέλφειας, Αθήνα – Νέα Φιλαδέλφεια (420 στρέμματα) • Πάρκο Τρίτση, Αθήνα – Ίλιον (1.200 στρέμματα) • Υπό κατασκευή: Μητροπολιτικό Πάρκο Παύλου Μελά, Θεσσαλονίκη – Σταυρούπολη (340 στρέμματα) • Στρατόπεδο Καρατάσου, Θεσσαλονίκη – Πολίχνη (689 στρέμματα) • Στρατόπεδο Κόδρα, Θεσσαλονίκη – Καλαμαριά (340 στρέμματα) • Στρατόπεδο Παπακυριαζή, Θεσσαλονίκη – Εύοσμος (180 στρέμματα) • Υπό κατασκευή: Μητροπολιτικό Πάρκο πέριξ του Μουσείου Ολοκαυτώματος, Θεσσαλονίκη – Κέντρο (70 στρέμματα)

Οι αριθμοί προκύπτουν από ένα απλό google search, δεν πήγα να μετρήσω, αλλά δεν νομίζω να έχουμε τεράστιες αποκλίσεις. Από τα στοιχεία προκύπτουν δύο πραγματικότητες. Αφενός, 65 στρέμματα δεν είναι κρίσιμο μέγεθος και σίγουρα δεν είναι «κάτι μεγάλο για τη Θεσσαλονίκη». Αφετέρου, υπάρχουν στη Θεσσαλονίκη, πολύ μεγαλύτεροι χώροι που είναι αναξιοποίητοι και μπορούν να γίνουν αντικείμενο διεκδίκησης, για κάτι που να αποτελεί κρίσιμο μέγεθος και ποιοτικά ορατή αλλαγή στην ποιότητα ζωής. Οι καθυστερήσεις στο Μουσείο Ολοκαυτώματος, στο Παύλου Μελά και η αδιαφορία για χώρους όπως το Καρατάσου και το Κόδρα, εμφανέστατα αφορούν κάτι αρκετά πιο «μεγάλο», από 65 στρέμματα, στην περιοχή, που δεν είναι και η χειρότερη της πόλης, αφού υπάρχει μια ήπια συνέχεια καλύτερης αναλογίας πρασίνου από το Άγαλμα του Μεγάλου Αλεξάνδρου, μέσω Ξαρχάκου, ΔΕΘ, ΑΠΘ και μέχρι την Ευαγγελίστρια, τις 40 Εκκλησιές και το Σέιχ Σου.

Άρα, από τη διαφορά των δύο σχεδίων προκύπτει, ένα μη κρίσιμο για την ποιότητα ζωής στην πόλη, όφελος. Είναι 65 στρέμματα που δεν σου αλλάζουν τη ζωή δηλαδή. Αυτό σημαίνει «κρίσιμο», κάτι που κρίνει το μέλλον. Το κόστος, από τη μεταφορά της έκθεσης, όμως, είναι σημαντικότερο. Εκτός από το ότι είναι ταυτοτικό στοιχείο της Θεσσαλονίκης, είναι και ένας σημαντικός οικονομικός μοχλός για την αγορά της πόλης. Είναι έσοδο. Φέρνει στην πόλη πόρους, λεφτά και αξία. Το αν γίνεται σωστά, το αν αυτά τα λεφτά εξαντλούνται σε μεγάλα ξενοδοχεία και μέχρι εκεί και άλλα τέτοια επιχειρήματα, είναι για μια άλλη κουβέντα. Σε αυτή τη συζήτηση, έχουμε να υπολογίσουμε ένα μη κρίσιμο για την ποιότητα ζωής όφελος και ένα σημαντικό και ίσως ασύμμετρο (επειδή περιέχει και ποιοτικά στοιχεία) κόστος. Η «ιδεολογική» κουβέντα σχετικά με το ότι η ποιότητα ζωής είναι πάνω από την οικονομία, δεν είναι καν ιδεολογική. Προσποιείται ότι είναι. Το χρήμα φέρνει την ποιότητα ζωής. Αυτή η αντίληψη έχει δύο αντιπάλους. Η μία είναι ότι το χρήμα τελικά δεν φέρνει την ποιότητα ζωής γιατί μπαίνει σε συγκεκριμένες τσέπες ή εξαντλεί τους περιβαλλοντικούς πόρους (και ως προς τα της Θεσσαλονίκης, την κατέγραψα πρόσφατα ως «το συνδικάτο της μιζέριας») και η άλλη είναι ότι δεν χρειάζεται να μιλάμε για το πως παράγεται «οικονομία», αφού είναι δύσκολο και απλά μπορούμε να λέμε ανέξοδα αυτά που καλλιεργούν ένα προφίλ σύμφωνο με την αφετηρία μας.

Η Θεσσαλονίκη μαστίζεται από αυτές τις δύο αντιλήψεις που καλλιεργούν χέρι – χέρι τον επαρχιωτισμό. Προϋπόθεση της ποιότητας ζωής, σε όλες αυτές τις πόλεις και τις χώρες που αποτελούν παράδειγμα, είναι η οικονομική ανάπτυξη. Ακόμα και στην Αθήνα, σε ένα βαθμό. Τα μεγάλα πάρκα, τα μεγάλα έργα, οι «κρίσιμες» παρεμβάσεις απαιτούν πόρους και η Θεσσαλονίκη έχει λίγους. Η Έκθεση είναι ένας – εξαντλημένος – από αυτούς. Άλλος είναι το λιμάνι. Είναι το ΑΠΘ. Δεν είναι και πάρα πολλοί. Και από αυτούς που έχουμε, το λιμάνι είναι χωρίς σύνδεση με τα δίκτυα μεταφοράς και χωρίς τον απαραίτητο εκσυγχρονισμό, το ΑΠΘ, το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της χώρας, παράγει απόφοιτους που μετά αναγκάζονται να φεύγουν από τη Θεσσαλονίκη γιατί δεν υπάρχει τρόπος να μείνουν και να παράξουν αξίες στην πόλη και η Έκθεση έχει πολύ μικρό εμπορικό αντίκτυπο.

Αντί λοιπόν να συζητάμε πως θα αξιοποιήσουμε τους υπάρχοντες πόρους και πως θα δημιουργήσουμε νέα assets, αρκούμαστε να ζητάμε το «ελάχιστο» και το «μικρό». Είναι ακριβώς η λογική πίσω από το «112» και την «πάταξη της γραφειοκρατίας του Πιερρακάκη». Μικρές νίκες, χωρίς κρίσιμο και μετρήσιμο αποτέλεσμα, που δεν προκαλούν καμία στρατηγική αλλαγή, εκτός από τη στρατηγική επικοινωνία. Είναι ακριβώς το ίδιο, απλά με άλλη πολιτική χροιά. Και πάμε και στην εναλλακτική τώρα: Εύκολα αναπαράγεται αυτό με τη Σίνδο. Το είπε κάποιος τη δεκαετία του 2000 – δεν ξέρω πώς ξεκίνησε αυτό – και πάει μόνο του από τότε. Το εκθεσιακό προϊόν, λοιπόν, που θέλουμε να φτιάξουμε αποτελείται από ένα εκθεσιακό κέντρο δίπλα σε βιομηχανική περιοχή, με περιορισμένη σύνδεση με το κέντρο της πόλης, χωρίς ξενοδοχεία και εστίαση κοντά του, μακριά από το αεροδρόμιο και από το κέντρο της πόλης.

Δίπλα στο αεροδρόμιο, μακριά από το κέντρο, βγάζει νόημα. Στο κέντρο και μακριά από το αεροδρόμιο, πάλι κάτι κάνει. Ούτε στο κέντρο, ούτε δίπλα σε κόμβο μεταφοράς, δεν βγάζει νόημα. Μια μεταφορά της έκθεσης εκεί, απαιτεί συνοδευτικές επενδύσεις σε δίκτυα, επιπλέον δόμηση στην περιοχή και διάφορα ακόμα πράγματα, που απαιτούν ακόμα περισσότερους πόρους (που δεν υπάρχουν) και πιθανώς περιβαλλοντική επιβάρυνση (αφού θα δομηθεί αδόμητο περιβάλλον). Στο ένα πλάνο μειώνεται το δομημένο περιβάλλον της πόλης και στο άλλο πιθανώς, να απαιτείται η δημιουργία μιας νέας πόλης για να συνοδεύσει το εκθεσιακό κέντρο. Ποια είναι η περιβαλλοντική επιλογή; Ποια είναι η ωφέλιμη για την πόλη επιλογή; Και ποιο θα είναι το αποτέλεσμα;

Γιατί με τους πόρους και την ανθρωπογεωγραφία που γνωρίζουμε, ξέρουμε από την αρχή, ότι θα καταλήξει σε φιάσκο, σε ένα μη ανταγωνιστικό εκθεσιακό προϊόν, σε στρατηγική υποβάθμιση της ΔΕΘ και ακόμα μεγαλύτερου εξεπαρχιωτισμού της Θεσσαλονίκης, που την παρέλαβαν οι σημερινοί της decision makers μητρόπολη των Βαλκανίων από τους Οθωμανούς και την έχουν καταντήσει χωριό.

Άρα, όφελος μικρό. Κόστος, μεγάλο. Εναλλακτική, αστεία και στρατηγικά επικίνδυνη. Είναι χαρακτηριστική η περίπτωση της Έκθεσης Beyond, που πέτυχε και πλέον διοργανώνεται στην Αθήνα, επειδή ακριβώς στη Θεσσαλονίκη, το εκθεσιακό κέντρο δεν καλύπτει το εκτόπισμά της. Τι έχει να γίνει με ένα εκθεσιακό κέντρο, το οποίο απέχει 40 χιλιόμετρα από το αεροδρόμιο και μια ώρα οδήγηση από το ξενοδοχείο σου στο κέντρο. Δεν υπάρχει μισό επιχείρημα για να πείσεις άνθρωπο να έρθει να κάνει δουλειές εκεί. Μισό, όχι ένα!

Βέβαια, είναι καλό να ακούγονται προτάσεις, διαφορετικές και από αυτές τις δύο. Όπως είπα και πριν, είναι πλούτος και μπορεί κάποιος να βλέπει κάτι που δεν έχουν σκεφτεί οι προηγούμενοι. Είναι θετική και η πρόταση του Δήμου για το Γ’ Σώμα Στρατού, θα άκουγα με ενδιαφέρον και την πρόταση να αξιοποιηθεί ο χώρος πιο εντατικά με σκοπό την απομάκρυνση αυτοκινήτων από το κέντρο και την πλήρη πεζοδρόμησή του. Και χωρίς να είμαι ειδικός, νομίζω ότι τα λιγότερα ή τα καθόλου αυτοκίνητα, εξασφαλίζουν λιγότερα αιωρούμενα μικροσωματίδια, σε σχέση με 65 στρέμματα παραπάνω πάρκο, αλλά τον ίδιο – στην καλύτερη – αριθμό αυτοκινήτων στο στενό, πυκνοκατοικημένο και γεωγραφικό πνιγμένο κέντρο της πόλης. Εδώ το ζητούμενο δεν είναι να λέμε αυτό που μας αρέσει. Αλλά να αξιοποιήσουμε προς όφελος της πόλης και της ποιότητάς ζωής της, μια χρυσή ευκαιρία που λίγες πόλεις μπορεί να έχουν σήμερα. Μια τόσο μεγάλη έκταση ακριβώς στο καράκεντρο. Αν δεν αντιληφθείς το κόστος και το όφελος από κάθε μία από αυτές τις προτάσεις και δεν αξιολογήσεις την ικανότητά τους να παράξουν κάτι στατιστικά σημαντικό, που θα βελτιώσει τη ζωή στην πόλη, δεν βοηθάς. Στην οικονομία και στην καλή ή κακή μοίρα της πόλης, συμμετέχουμε όλοι. Προφανώς, υπάρχουν συστημικοί λόγοι που εξασφαλίζουν αδικία και ανισότητα στη διανομή του καλού αποτελέσματος, αλλά εκεί υπεισέρχεται η ιδεολογική σύγκρουση. Δεν αποτελεί ιδεολογική θέση το να απορρίπτω καθετί αφορά την παραγωγή αξίας και ποιότητας. Το αντίθετο. Πρέπει να θέλεις καλύτερη παραγωγή, γιατί αυτή φέρνει ποιότητα ζωής.

Και σε καθαρά φιλοσοφικό επίπεδο, από πότε η απένταξη δραστηριοτήτων από τον κοινωνικό τους ιστό, αποτελεί θεμιτό στόχο; Ο τόπος που ο λαός συνέρχεται και ασκεί εμπορική, κοινωνική, πολιτική, συνδικαλιστική δραστηριότητα, αποτελεί άξονα της δημοκρατίας και των κοινωνικών διεργασιών. Αν κάνουμε τα πάντα απομακρυσμένα και απευθυνόμενα στα ειδικά κοινά, τότε μειώνεται το κοινωνικό αποτύπωμα. Ας διώξουμε και το Πανεπιστήμιο από το κέντρο, αν είναι έτσι.

Άρα, εκτός από το μικρό όφελος, το μεγάλο κόστος και την αστεία εναλλακτική, υπάρχουν και πιο θεμελιώδη – ποιοτικά στοιχεία που ευνοούν την παραμονή μιας σημαντικής πολιτικοκοινωνικής δραστηριότητας στο κέντρο της πόλης. Η ταυτότητα της πόλης, οι κοινωνικές διεργασίες, ο εξωστρεφής προσανατολισμός.

Αλλά πάντα έχει σημασία να γνωρίζεις τι συγκρίνεις. Αν μιλούσαμε για το πρασίνισμα μιας περιοχής, από το Βαρδάρη μέχρι το Συντριβάνι, θα ήταν τόσο σημαντική διαφορά, που πιθανώς ελάχιστα από τα υπόλοιπα θα είχαν σημασία. Ή, αν συζητούσαμε για ένα επενδυτικό πλάνο 4 – 5 δισ. για τη Θεσσαλονίκη, με μεταφορά του εκθεσιακού κέντρου στη Βαλμάδα και ένα καινούριο διεθνές αεροδρόμιο δίπλα του, τρένο που σε πάει στη Βιέννη σε 7 ώρες και αυτοκινητόδρομους να συνδέουν την περιοχή με κάθε πόλη και χωριό σε ακτίνα 500 χιλιομέτρων. Αλλά εδώ δε μιλάμε για κάτι τέτοιο.

Εδώ μιλάμε για κάτι «λίγο», μη κρίσιμο, που παράγει σημαντικά αρνητικά αποτελέσματα και που βάζει σε ρίσκο ποιοτικά χαρακτηριστικά της πόλης και της ζωής σε αυτήν. Δεν μου φαίνεται τόσο ελκυστικό πακέτο!

*Ο Αναστάσης Ασκητάς είναι δημοσιογράφος 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα