Blog me: Δυο ιστορίες απώλειας της Sisyfina

«Ίσως να είναι κάποιο τηλεπαιχνίδι αυτό που ζούμε, ίσως να παραμονεύει η candid camera, γι’ αυτό πρέπει να δείχνουμε υποψιασμένοι. Ίσως πάλι πρέπει να χορεύουμε μέχρι τελικής πτώσεως για να μην μας σκοτώσουν». Έτσι περιέγραφε την κατάσταση πριν λίγο καιρό η Sisyfina, η οποία έχει μαζέψει τόσες επαγγελματικές χυλόπιτες που δεν χρειάζεται πια να δουλέψει […]

Μιχάλης Αποστολίδης
blog-me-δυο-ιστορίες-απώλειας-της-sisyfina-30698
Μιχάλης Αποστολίδης
1.jpg

«Ίσως να είναι κάποιο τηλεπαιχνίδι αυτό που ζούμε, ίσως να παραμονεύει η candid camera, γι’ αυτό πρέπει να δείχνουμε υποψιασμένοι. Ίσως πάλι πρέπει να χορεύουμε μέχρι τελικής πτώσεως για να μην μας σκοτώσουν».

Έτσι περιέγραφε την κατάσταση πριν λίγο καιρό η Sisyfina, η οποία έχει μαζέψει τόσες επαγγελματικές χυλόπιτες που δεν χρειάζεται πια να δουλέψει για να κερδίσει το ψωμί της. Ποτέ δεν θα προλάβει να κάνει αυτά που δεν ήθελε, πόσο μάλλον αυτά που της ζητάει κατά καιρούς το αριστούργημά της, το περίφημο αυγό. Τα παρακάτω κείμενα αφορούν δύο απώλειες, σημαντικά διαφορετικές μεταξύ τους. 

Η γιαγιά μου η Κρουσανιώτισσα II

Το επόμενο βράδυ του θανάτου  της αναρωτήθηκα ενστικτωδώς  αν θα κρυώνει κάτω από την κρύα βρεγμένη γη κι από τότε πέρασαν  πολλά βράδια, η απουσία της  έγινε σφίξιμο, το κενό έγινε σφίξιμο. Λυπάμαι που μαζί της χάθηκε μια υπέροχη γλώσσα: ντελόγο, αλαμπλίρι, ήντα λογάται, μεσκίνη, ξαργότου, εργάς, παντόνιαρέ με, μην του φρουκάσαι, εξεγιβεντίστηκε, Τη φαντάζομαι να με ρωτάει “Στελιώ ήντα πόκαμες;” Τίποτα γιαγιά. Ρωτάει η μικρή συχνά για σένα και την καθησυχάζω λέγοντάς της ότι έγινες άγγελος που μας προστατεύει, με μακριά μαλλιά μεγάλα μάτια, που δεν γιαγιέρνει πίσω. Κάθε φορά που χάνεται ένας αγαπημένος από τη ζωή μας γκρεμίζεται ένας τοίχος προστασίας, μένουμε εκτεθειμένοι, λιγοστεύουν τα σταθερά σημεία, μπαίνει μέσα μας η νύχτα, ο ήλιος, η βροχή, ο άγριος άνεμος και δεν βρίσκουμε πού να σταθούμε, η ανάμνηση ρέει άπιαστη, παλιώνει στο βαρέλι, μας μεθά με τις αναθυμιάσεις, τρεκλίζουμε ανάμεσα στο εδώ και στο εκεί, στο τότε και στο τώρα, να βάλουμε σημάδια πού είμαστε, τί είμαστε για να μη χαθούμε όταν στροβιλίζεται ο κόσμος και ακόμα και τ’ αστέρια μας κοιτάζουν εχθρικά.  Ένα τείχος λιγότερο, μια αγαπημένη φωνή λιγότερη, κάποιος που σ’ αγαπούσε από τότε που γεννήθηκες δεν υπάρχει πια, νιώθεις λιγότερος. Αφήνεις σημάδια λέξεις, όχι για να παραπονεθείς ή να χαρείς αλλά για να καταλάβεις. Γίνεται όλο και πιο ανεξήγητη η ομορφιά.

Πλησιάζει

H μέρα ξεκίνησε με μίσος για  την ανθρώπινη κατάσταση. Με  μια διάθεση να πνιγούν όλα  στο αίμα. Διάλεξα τρεις χρυσούς  σταυρούς και μια αλυσίδα για  να τα πουλήσω στο μαγαζί  που παίρνει χρυσό και δίνει  λεφτά, ώστε να μπορέσεις ν’  αγοράσεις αυτά που χρειάζεσαι  από το σούπερ μάρκετ όταν  ο ένας είναι άνεργος και  ο άλλος δουλεύει χωρίς να  πληρώνεται, ενώ είναι υποχρεωμένος  να πληρώνει όλο και περισσότερα  και να παίρνει όλο και λιγότερα. Χωρίς δικαίωμα να διαμαρτυρηθεί  γιατί θα φάει ξύλο, χημικά, θα  πάει φυλακή ή θα απολυθεί.   Μπήκα στο μαγαζί με απειλητική διάθεση ίσως, κρατώντας μια μαύρη ομπρέλα. Ο άνθρωπος με τα μετρητά τρόμαξε λες και κρατούσα οπλοπολυβόλο. Δεν είχε και πολύ δουλειά είπε, με ρώτησε γιατί τα πουλάω και μ’ έβαλε να υπογράψω ότι δεν με ανάγκασε αυτός να του τα πουλήσω. Αλλά δεν μου ζητήθηκε να πω και ποιος με ανάγκασε. Αναρωτήθηκε κιόλας πού θα πάει αυτή κατάσταση, να καθυστερούν ακόμα και στους δημοσίους υπαλλήλους τους μισθούς, λες και δεν περίμενε να κερδίσει απ’ αυτό. Το σούπερ μάρκετ ήταν ακριβώς απέναντι, αλλά προτίμησα να πάρω σουβλάκια και ένα τεράστιο ροζ μπαλόνι για τη μικρή. Να το κάψουμε κυρ Στέφανε.

Τα κείμενα θα τα βρείτε εδώ

#TAGS
Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα