Χάλκινα, φάλτσα και χαλκάδες
(γραμμένο στα Τρίκαλα το Σάββατο 23 Αυγούστου του 2014) του σκηνοθέτη Βασίλη Λουλέ (διαβάζεται κατά προτίμηση παρέα μαζί με τη μουσική…) Μέσα στο καυτό απομεσήμερο της γενέθλιας πόλης μπήκε στον ύπνο μου θίασος περιπλανώμενος με χάλκινα πνευστά και τύμπανα. Μια φασαρία, ένα πανδαιμόνιο, ένας χαλασμός, μια οχλαγωγία! Δεν ξύπναγα, νόμιζα στο όνειρο ήταν – ήθελα […]
(γραμμένο στα Τρίκαλα το Σάββατο 23 Αυγούστου του 2014)
του σκηνοθέτη Βασίλη Λουλέ
(διαβάζεται κατά προτίμηση παρέα μαζί με τη μουσική…)
Μέσα στο καυτό απομεσήμερο της γενέθλιας πόλης μπήκε στον ύπνο μου θίασος περιπλανώμενος με χάλκινα πνευστά και τύμπανα. Μια φασαρία, ένα πανδαιμόνιο, ένας χαλασμός, μια οχλαγωγία! Δεν ξύπναγα, νόμιζα στο όνειρο ήταν – ήθελα να ‘χω στ’ αυτιά μου μέσα τις τρομπέτες τα τρομπόνια και τις τούμπες, τα κλαρίνα και τις γκραν-κάσες. Πότε να παίζουν σκοπό χαρούμενο μεθυστικό και πότε να τον χάνουν, πότε να φτάνουν ήχοι γλυκείς μελωδικοί και πότε φάλτσοι, πότε κοντινοί και πότε μακρυνοί – τη μιά να με νανουρίζουν, την άλλη να με ξεσηκώνουν.
Με πήρε και με σήκωσε σκοπός χιλιοτραγουδισμένος από τον “Καιρό των τσιγγάνων” – με πήγε ως την πόρτα. Και τότε ξύπνησα για τα καλά, και άκουσα. Και είδα σαν σε όνειρο: 10 με 15 νοματαίοι μεσ’ το δρόμο να βαράνε σκοπό γαμήλιο μπροστά στο σπίτι του γαμπρού. Οι μισοί να κρατάνε το ίσο, οι άλλοι να παίζουνε τη μελωδία. Και δυο τρεις να φυσάνε φάλτσα. Κι όλοι μαζί να ψάχνουν τον σκοπό: εκεί να τον βρίσκουν και να πετάνε –να σηκώνονται κι οι πεθαμένοι!–, εκεί και να τον χάνουν. Και να τον πιάνουν φτου! και πάλι απ’ την αρχή. Γελώντας, με πρόσωπα κοκκινισμένα και μάτια να αστράφτουν.
«Φίλοι του (Έλληνα) γαμπρού, ήρθαν από τη Σερβία!», να λένε οι γείτονες – κρεμασμένοι στα μπαλκόνια, μαζεμένοι κάτω στο δρόμο, κάποιοι να κουνιούνται στο ρυθμό, οι πιο πολλοί να ντρέπονται και (δήθεν) να χορεύουν τα μικρά παιδιά στους ώμους τους.
Χρόνια πολλά είχα να δω τόσο κόσμο μαζεμένο στη γειτονιά! (Ακόμα κι εγώ έτυχα εδώ, αυτό το ευλογημένο απόγευμα του Σαββάτου!).
Χαρούμενοι όλοι – για την ευτυχία του παρόντος.
Φανερή χαρά ανάμικτη με λίγα βιαστικά δάκρυα – όπως σε κάθε γάμο. Για τους παρόντες και για τους απόντες. Όλα μαζί κι ανάκατα. Για τα γλέντια, τα γεννητούρια και τους γάμους που έγιναν στη γειτονιά των παιδικών μου χρόνων. Για τις βουβές λύπες που δεν βγήκαν παραέξω. Για τις κηδείες και τα κατευόδια που ξεκίνησαν από δω και σημάδεψαν τη γειτονιά για πάντα. Για τους λίγους έρωτες που γίναν γάμοι ευτυχισμένοι (έναν τέτοιον εύχομαι ολόψυχα στο ζευγάρι!). Για τους άλλους έρωτες που έγιναν αντρόγυνα και γερνάνε τώρα μαζί και χώρια – ο καθένας δίπλα σε κάποιον ξένο. Για έρωτες που γίνηκαν χαλκάδες, και για έρωτες που έμειναν κρυφός καημός. Και για κάποιους άλλους έρωτες που παραμένουν φάλτσοι – ανυπόφοροι που νοστιμίζουν όμως τη ζωή – που ψάχνουν τον ρυθμό και αναζητούν μιά ακόμα ευκαιρία: «…πάμε μια από την αρχή;»
*Αρχική Φωτογραφία: Ένη Κούκουλα / Νιόπαντρο ζευγάρι στη Γεωργία
(Διάλεξα αυτή τη χαβαλεδιάρικη εκδοχή του “The Time of the Gypsies / Kustino Oro”, και όχι την αρχική του Goran Bregovic, γιατί ταιριάζει πολύ στο κλίμα της μπάντας που με ξεσήκωσε. Και νομίζω ότι αξίζει πραγματικά!)
Διαβάστε άλλα κείμενα του Βασίλη Λουλέ εδώ