Η χώρα του δεν βαριέσαι
Η ζωή όπως εμείς την φτιάχνουμε.
Τρεις εικόνες καλοκαιριού
-Στον τόπο που κάνω τις διακοπές μου έχουμε ένα μικρό άλσος με πεύκα. Κάθε καλοκαίρι, μαζεύουμε ότι ξερά κλαδιά έχουν πέσει από το χειμώνα, διότι ο κίνδυνος της πυρκαγιάς ελοχεύει. Δεν βγαίνουμε όλοι να το κάνουμε. Συγκεκριμένοι άνθρωποι. Η πλειοψηφία είναι στα μπαλκόνια και απλά κοιτάζουν τους υπόλοιπους να καθαρίζουν.
Πριν λίγες μέρες κάποιος κλάδεψε ένα δέντρο στον κήπο. Κουβάλησε λοιπόν τα κλαδιά έξω από την αυλή, στο άλσος και μαζί με τους γιους του πέταξε τα κλαδιά εκεί να ξεραθούν. Δείχνοντας στα παιδιά του το παράδειγμα. Κάποια στιγμή που είδαμε τα παιδιά να παίζουν στο δρόμο τους εξηγήσαμε ότι ο λόγος που δεν πετάμε ξερά χόρτα σε ένα δάσος είναι γιατί δημιουργούμε τη συνθήκη της φωτιάς. Τα παρακαλέσαμε να τα μεταφέρουν στους κάδους, εξήντα μέτρα μακριά. Το είπαν στον πατέρα τους και κείνος απάντησε ‘’Δεν βαριέσαι’’ και τα κλαδιά έμειναν εκεί.
-Αυτοκίνητο φτάνει στη θάλασσα. Αποφασίζει να παρκάρει πάνω στην άμμο. Δυο μέτρα από τις πετσέτες μας. Του εξηγούμε ότι αυτό που κάνει δεν είναι καλό ούτε για τον ίδιο, ούτε για την εικόνα της παραλίας, ούτε για τους υπόλοιπους τουρίστες, Έλληνες και ξένους που θα τον μιμηθούν. Και σένα τι σε κόφτει, μας απαντά με θράσος, αφήνοντας το αυτοκίνητο πάνω στην αμμουδιά και πηγαίνοντας για μπάνιο.
-Λίγο έξω από τη Νικήτη, στα όρια της κατοικημένης περιοχής, υπάρχει ένας παράδρομος πάνω από λόφους. Κάθε νύχτα κόσμος και κοσμάκης αποθέτει ότι ογκώδες σε σκουπίδι έχει στο σπίτι του και δεν θέλει να καλέσει κάποιον να του το μεταφέρει σε κανονικό σκουπιδότοπο. Ο τόπος έχει μετατραπεί σε μια απέραντη χωματερή. Μια μέρα μεσημέρι είδα κάποιον να ξεφορτώνει παλιά είδη υγιεινής. Σταμάτησα. Του είπα δεν είναι πού σωστό αυτό που κάνεις. Μου απάντησε αγριεμένα: Κοίτα τη δουλειά σου εσύ. Σε αυτή τη μεγάλη δημοκρατία του Δεν βαριέσαι, τις πιο πολλές φορές νοιώθω παρείσακτος.