Δεν έχουμε χάσει τίποτα ακόμη.

της Κύας Τζήμου Η γιαγιά μου ήταν 7 χρονών όταν έγινε η Σφαγή του Δοξάτου. Μια μέρα σαν τη σημερινή το 1913. Θυμάμαι ακόμη την αποστροφή της όταν άκουγε τη λέξη Βούλγαροι, το αγριεμένο βλέμμα της. Επέζησε. Θα δει αγριότητες άλλες δυο φορές στη ζωή της. Πάλι από τους Βούλγαρους. Για να ζήσει μερικά χρόνια […]

Κύα Τζήμου
δεν-έχουμε-χάσει-τίποτα-ακόμη-42926
Κύα Τζήμου
doxato.jpg

της Κύας Τζήμου

Η γιαγιά μου ήταν 7 χρονών όταν έγινε η Σφαγή του Δοξάτου. Μια μέρα σαν τη σημερινή το 1913. Θυμάμαι ακόμη την αποστροφή της όταν άκουγε τη λέξη Βούλγαροι, το αγριεμένο βλέμμα της. Επέζησε. Θα δει αγριότητες άλλες δυο φορές στη ζωή της. Πάλι από τους Βούλγαρους. Για να ζήσει μερικά χρόνια αργότερα έναν ακόμη πόλεμο, χήρα με δυο παιδιά που έμπαιναν στην εφηβεία. Το ’41 τράβηξε ουρλιάζοντας τα δυο αγόρια της ανάμεσα από 200 άντρες που συγκέντρωσαν οι Βούλγαροι προς εκτέλεση για αντίποινα. Ο μεγάλος, ο θείος μου, μόλις είχε αναρρώσει από πολυομυελίτιδα, τους έδειξε το αδύναμο σώμα του και ένα πόδι που δεν είχε αναρρώσει ακόμη για να τους δείξει πως ήταν ανίκανος για πόλεμο. Ο πατέρας μου θυμάται να τον τραβολογά απ΄το χέρι, 14 χρονών τότε, θυμάται το λάκο με τα πτώματα, τον θρήνο, θυμάται τη ζωή σε ένα χωριό γεμάτο μαυροφορεμένες χήρες όπου τίποτα δεν ήταν αυτονόητο, θυμάται ακόμη τα ονόματα των συγγενών που δεν ξαναείδε ποτέ. Σπανίως μας έλεγαν τις ιστορίες, δεν ήθελαν να θυμούνται. Τις πιο πολλές τις άκουσα το ’74 στην επιστράτευση, που ξύπνησαν οι μνήμες του πολέμου. Τα μαύρα δεν τα έβγαλε ποτέ η γιαγιά μου. Εκείνη τη χρονιά, της επιστράτευσης, σκοτώθηκε ο θείος μου, ο μεγάλος της γιος επιστρατευμένος πολίτης. Η κακιά η ώρα και ένα ατύχημα. Του το φυλούσε θαρρείς το φάντασμα του πολέμου. Η μοίρα δεν χορταίνει ποτέ τραγωδία.

Στην κηδεία είδα τον πατέρα μου, πρώτη φορά να κλαίει. Ήρθε για λίγες ώρες με άδεια να θάψει τον αδελφό του. Εγώ απλώς χάρηκα που τον είδα …δεν τον είχα δει καθόλου βδομάδες. Κατέβηκε απ΄το τζιπ με το περιβραχιόνιο με τον κόκκινο ιατρικό σταυρό κι εγώ νόμισα πως είχε τραυματιστεί και ήταν αίμα και κρεμάστηκα πάνω του κλαίγοντας. Θυμάμαι το βουρκωμένο βλέμμα και την πρώτη φορά που το ένιωσα να πέφτει επάνω μου κενό, σαν χαμένο. Ήταν η πρώτη φορά που φοβήθηκα πραγματικά στη ζωή μου. Όλα τα άλλα που ακούγονταν αποσπασματικά ήταν απλώς λόγια. Εκείνα τα χρόνια ήταν κανόνας άλλωστε, δεν μιλούσαν για σοβαρά πράγματα μπροστά στα παιδιά.

Τη θυμαμαι σαν χτες την επιστράτευση. Τηλέφωνα δεν είχαμε τότε, ούτε τηλεόραση εκεί που παραθερίζαμε. Παίζαμε στη θάλασσα με τον αδελφό μου όταν άδειασε η παραλία, με τον κόσμο να φεύγει πανικοβλημένος. Τι έγινε; ρωτήσαμε τότε. “Επιστράτευση, στη μανα σας γρήγορα”. Σιγά μην καταλάβαμε, συνεχίσαμε το παιχνίδι μέχρι που νιώσαμε λίγο περίεργα στην άδεια παραλία και είπαμε να πάμε να το πούμε στη μάνα μας. Το σπίτι ήταν λίγο απομονωμένο, η μάνα μου δεν είχε ακούσει τίποτα ακόμη. “Μαμά τι είναι επιστράτευση;” ρωτήσαμε. Θυμάμαι τον πανικό στο βλέμμα της. Χωρίς αμάξι με δυο μικρά παιδιά, με τον μπαμπά μου, στρατιωτικό γιατρό, να μην μπορεί να κουνήσει ρούπι από όπου μπορεί να βρισκόταν, ούτε να την ειδοποιήσει. Περιμέναμε απλώς, θορυβημένοι με τον πανικό της μάνας μου. “Μα τι στο καλό γιατί δεν έρχεται ο μπαμπάς;”. Έστειλε ένα τζιπ και μας φόρτωσε για το χωριό κατευθείαν. Τον είδα στη κηδεία του θείου. Τα θυμάμαι όλα αυτά σαν όνειρο, τα μαύρα της γιαγιάς μου, της μάνας μου, της θείας μου για χρόνια, αμυδρά το χαμόγελο του θείου μου που έχασα, που γλύτωσε μια σφαγή για να σκοτωθεί χρόνια αργότερα πάλι ξαναζώντας τον φόβο του πολέμου.

Και σήμερα που θυμήθηκα την επέτειο της Σφαγής του Δοξάτου, όπου γεννήθηκε ο πατέρας μου και τις διηγήσεις της γιαγιάς μου, του πατέρα μου, τις μνήμες τις δικές μου, ένιωσα ξαφνικά καλά. Ασφαλής. Μόνο και μόνο γιατί έχω την άνεση και τη δυνατότητα να θυμώνω με όσα συμβαίνουν χωρίς να φοβάμαι πραγματικά. Γιατί όταν φοβάσαι δεν υπάρχει χώρος για θυμό, πιστέψτε με, απλώς φοβάσαι. Οι διαφωνίες εντός Ευρώπης είναι η αρχή για αλλαγές. Που καιρός είναι να γίνουν. Όχι για να ξεκινήσει η ροή των χρημάτων κι εμείς να ξαναγυρίσουμε στην άνευ όρων παράδοση στην κατανάλωση του εύκολου χρήματος, αλλά για να το χρησιμοποιήσουμε επιτέλους για να στήσουμε ένα κράτος δικαίου, με παιδεία που δεν θα δυναστεύει τα παιδιά μας αλλά θα τα κάνει καλύτερους ανθρώπους, με περιβάλλον φιλικό προς τη δημιουργία και κυρίως στη συνεργασία, με προτεραιότητα την προκοπή μας σαν σύνολο κι όχι για την πάρτη μας.

Γιατί δεν έχουμε χάσει τίποτα ακόμη σε σχέση με το πόσα θα μπορούσαμε να χάσουμε και υπεροπτικά μεγάλα λόγια δεν χωράνε από καμιά μεριά. Η ιστορία των γονιών μας και των παπούδων μας είναι ζωντανή ακόμη. Θα το πω κι ας ακούγομαι κλισέ. Προτιμώ να είμαι κλισέ παρά να καταφεύγω σε κορώνες και κινδυνολογίες. Γέμισαν τα πάνελ από δαύτες. Η δημοκρατία -πάλεψαν άλλοι- για να είναι για όλους. Αριστερούς και δεξιούς. Ανθρώπους. Που έχουν αναφαίρετο δικαίωμα να αισθάνονται ασφαλείς, με μόνη τους έννοια τη δημιουργία. Κι εσύ πες με ρομαντική. Δεν θα πάψω ποτέ να είμαι. Το έχω κερδίσει κι αυτό. Και δεν είμαι μόνη μου. Ανάμεσα σε Έλληνες και ανάμεσα σε Ευρωπαίους. Κι εδώ θέλω να μείνω. Και να παλέψω για καλύτερους όρους. Νηφάλια.

Για την ιστορία:

Μετά την απελευθέρωση των Σερρών, το 21ο Σύνταγμα της 7ης Μεραρχίας διατάσσεται να κατευθυνθεί προς τη Δράμα και να συνεχίσει την καταδίωξη των Βουλγάρων, που κατείχαν την περιοχή από τον Οκτώβριο του 1912. Το πρωί της 30ης Ιουνίου, μία ίλη ιππικού της 10ης Μεραρχίας του βουλγαρικού στρατού, με επικεφαλής τους ταγματάρχες Μπίρνεφ και Σιμεόνοφ, συνεπικουρούμενη από ένα τάγμα πεζικού και ομάδες κομιτατζήδων, κυκλώνει το Δοξάτο (9 χιλιόμετρα νοτιανατολικά της Δράμας. Σκοπός τους να σφάξουν και να λεηλατήσουν το πλούσιο χωριό της Δράμας, που κατοικείται από Έλληνες χριστιανούς και μουσουλμάνους. Ως δικαιολογία προβάλλουν το επιχείρημα ότι είχαν παρενοχληθεί από ομάδες Ελλήνων προσκόπων (στρατιωτικό σώμα από εθελοντές απόμαχους του Μακεδονικού Αγώνα).

Αμέσως, οι επιδρομείς άρχισαν να σφάζουν αδιακρίτως όσους Δοξατινούς και Δοξατινές είχαν απομείνει στο χωριό, με πρωτοστατούντες τους κομιταζήδες. Στη συνέχεια περιέλουσαν με πετρέλαιο τα σπίτια του Δοξάτου και το παρέδωσαν στις φλόγες. Με τους Βουλγάρους συνενώθηκαν και αρκετοί μουσουλμάνοι του Δοξάτου, τους οποίους οι επιδρομείς έπεισαν ότι η Βουλγαρία και η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχαν συμμαχήσει κατά της Ελλάδας.

Ο τραγικός απολογισμός των βουλγαρικών ωμοτήτων στο Δοξάτο ήταν 650 νεκροί (περίπου το ένα τρίτο των κατοίκων), ενώ 240 σπίτια και 80 καταστήματα καταστράφηκαν ολοσχερώς. Αφού ολοκλήρωσαν το απάνθρωπο έργο τους, οι επιδρομείς με τη λεία τους κατευθύνθηκαν προς τα βόρεια. Την επομένη, 1η Ιουλίου1913, το 21ο Σύνταγμα του ελληνικού στρατού κατέλαβε αμαχητί τη Δράμα και το Δοξάτο και ολοκλήρωσε την απελευθέρωση της Ανατολικής Μακεδονίας.

Η σφαγή και η πυρπόληση του Δοξάτου απασχόλησε τον διεθνή Τύπο, που περιέγραψε με μελανά χρώματα την εν γένει συμπεριφορά των Βουλγάρων.

Ο Άγγλος πλοίαρχος Κάρνταλ έγραψε στη Daily Telegraph:

 Κατά την είσοδον εις την πόλιν, το πρώτο όπερ προσέπεσεν εις τους οφθαλμούς μου, ήσαν αι αγέλαι κυνών καταβροχθιζόντων ανθρωπίνους σάρκας. Η πόλις τελείως κατεστραμμένη εφαίνετο έρημος, ως εκ τούτου δε ηναγκάσθην να φωνάξω επανειλημμένως δια να εμφανισθώσι γραίαι τινές εκ των ερειπίων. Όλα τα πτώματα ήσαν διάτρητα υπό τον λογχών και έφερον ίχνη απίστευτων ακρωτηριασμών. Οι τοίχοι των οικιών είχον ρυπανθεί από αίματα, εις το ύψος έξι ποδών από τους εδάφους, τουθ’ όπερ εξηγείται, κατά το λέγειν των επιζώντων εκ του ότι τα δυστυχή θύματα δεν είχον σφαγεί αμέσως, αλλά εθανατούντο δια λογχισμών…

Ο απεσταλμένος των Τάιμς του Λονδίνου, Κρόφοντ Πράις, παραθέτει συγκλονιστικές μαρτυρίες από θύματα και αυτόπτες μάρτυρες της σφαγής:

Δεν ήτο δύσκολον να συναγάγη τις την αλήθειαν περί του τι συνέβη εν Δοξάτω. Διεσώθησαν πολλά βασανισθέντα θύματα όπως αφηγηθούν τα συμβάντα, εν οις και εις νεανίας (ο οποίος παρ’ όλους τους δέκα λογχισμούς, τους οποίους έλαβεν, έζη ακόμη, καθώς και πολλά μικρά παιδία εις το νοσοκομείον φέροντα τραύματα επί της κεφαλής, κατενεχθέντα διά της σπάθης των Βουλγάρων ιππέων, καθ’ ήν στιγμήν κατεδίωκαν τα νήπια θύματά των δια των αγρών […] Οι πρώτοι παραστάντες επί τόπου Ευρωπαίοι συμφωνούν ότι ο ολικός αριθμός των σφαγέντων δεν ήτο ολιγώτερος των 400 (πολλοί τους υπολογίζουν εις 600). Μερικά των πτωμάτων είχον ήδη ταφή, άλλα είχαν καή, αλλά τα υπόλοιπα απέμενον εκτεθειμένα, μερικά δε μόλις εκαλύπτοντο δι’ ελαφρού τινός στρώματος άμμου. Οι επισκέπται είδον σκύλους καταβροχθίζοντας ανθρωπίνους σάρκας, αυλάς οικιών αχνιζούσας εκ του αίματος των θανατωθέντων ατυχών, λίθους επί των οποίων διετηρούντο ακόμη υπολείμματα τριχωμάτων των κεφαλών των θυμάτων, αίτινες είχον καταθραυσθή δια κτυπημάτων, δωμάτια, οι τάπητες των οποίων, αι ψάθαι και τα προσκεφάλαια ήσαν καλυμένα με το αίμα των σφαγέντων, τοίχους δεικνύοντας τους τύπους των όλων, δια των οποίων μια γυνή και εν παιδί είχον σταυρωθή.

Η ιταλική εφημερίδα Il Secolo XIX περιγράφει την επιδρομή των Βουλγάρων:

Οι κάτοικοι έντρομοι συλλέξαντες ό,τι πολύτιμον είχον ήρχισαν να φεύγωσιν προς Καβάλαν και άλλοι δια της κοίτης του ξεροχείμαρρου προς τα όρη. Εκατοντάδες τινές εκλείσθησαν εντός των οικιών. Αίφνης ενεφανίσθη βουλγαρικό ιππικό και ήρχισε λυσσώδη καταδίωξη των φευγόντων. 400 Βούλγαροι στρατιώτες εισήρχοντο με «εφ’ όπλου λόγχη», ακολουθούμενοι υπό δύο αμαξών, φορτωμένων με πετρέλαιον. Το ιππικό εξ 120 ανδρών υπό των Μπίρνεφ και Συμεώνωφ κατεδίωκαν τους φεύγοντας , άνδρας, γυναίκες και παιδιά ρίπτοντες αυτούς καταγής διά σπαθισμών.

Τις βουλγαρικές ωμότητες εκθέτει και ο απεσταλμένος της ρωσικής εφημερίδας Ρούσκιε Ούτρο, Βλαντιμίρ Τορνόφ:

Αι ανθρωποθυσίαι αι διαπραχθείσαι υπό των Βουγκάρων υπήρξαν φρικαλέαι. Εκατοντάδες αθώων πολιτών κατεσφάγησαν, αι δε διαρπαγαί υπήρξαν κολοσσιαίαι. Είδομεν κατά γής εν μέσω ερειπίων χρηματοκιβώτια βιαίως διερρηγμένα, ραπτομηχανάς κατεστραμμένας […] Γυναίκες εθρήνων πικρώς και συνέστρεφον τας χείρας εξ απογνώσεως. Είδον ιδίοις οφθαλμοίς παιδία πληγέντα δια λογχισμών. Εις πλείστα μέρη συνηντήσαμεν σωρούς πτωμάτων εκτεθειμένων εις τον καύσωνα του ηλίου και άλλα πτώματα κατά το ήμισυ ξεθαμμένα και των οποίων οι πόδες, η κεφαλή και αι χείρες προέβαλον φρικαλέας εκ της γης… (Πηγή: www.sansimera.gr)

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα