Δημοκρατικές προκλήσεις και προβλήματα πολιτικής άγνοιας στον 21ο αιώνα
Τί αποξενώνει τους πολίτες από την πολιτική, οδηγώντας τους ακόμη και σε εκλογική αποχή; Μερικά ερωτήματα που βρίσκουν απάντηση
Λέξεις: Σοφία Γουίτλοκ – Καϊτατζή
Η Δημοκρατία εξαρτάται απόλυτα από τη συμμετοχή και τη συμπαρουσία των πολιτών οι οποίοι έχουν τόσο κοινά, όσο και διαφορετικά, αλλά και συγκρουόμενα συμφέροντα. Αυτή είναι η φύση της πολιτικής. Εντούτοις, ολοένα και συχνότερα οι δημοσκοπήσεις αποτυπώνουν αυξανόμενα πολίτες που ανταποκρίνονται στην επιλογή: «δεν ξέρω / δεν απαντώ». Τα ποσοστά της τάσης άγνοιας και απόρριψης γιγαντώνονται, κυριαρχώντας μάλιστα ενίοτε ως οιονεί ‘πρώτο κόμμα’. Τί αποξενώνει τους πολίτες από την πολιτική, οδηγώντας τους ακόμη και σε εκλογική αποχή; Και τί συνεπάγονται ανάλογες διαβρωτικές τάσεις για το πολίτευμα; Από την οπτική της βιωσιμότητας του δημοκρατικού πολιτεύματος, τί αποκαλύπτουν ανάλογες εξελίξεις;
Τα αίτια δυσπιστίας και απόσυρσης των πολιτών από την πολιτική συμπυκνώνονται σε ένα σύνδρομο παθογενειών: α) πολιτική άγνοια και σύγχυση, β) αποπροσανατολισμό, λόγω ψευδολογιών και ελλείμματος παρουσίασης κρίσιμων γεγονότων και συγκρουσιακών σχέσεων εξουσίας στις ειδήσεις, και εσχάτως γ) το επιπλέον πρόβλημα αδυναμίας να επεξεργαζόμαστε έγκαιρα, ορθολογικά τα διαρκώς προσλαμβανόμενα μηνύματα, εξαιτίας των ψηφιακών παθογενειών του «τροχαδισμού» και του ‘πληροφοριακού πληθωρισμού’ (infoflation).
Στο δημόσιο βίο τα πράγματα άρχισαν να παίρνουν την κατιούσα από την εποχή της εμπορευματοποίησης των ραδιοτηλεοπτικών μέσων στην Ε.Ε. Άμεση συνέπεια ήταν η αλλαγή στοχεύσεων και προτεραιοτήτων των ΜΜΕ άρδην. Οι ηγεμονεύουσες προτεραιότητες των Μέσων προσχηματικά μόνο αφορούν την ενημέρωση των πολιτών, ως συντελεστών της δημοκρατίας. Τουναντίον, τα εμπορευματοποιημένα ΜΜΕ επικεντρώνονται σε στρατηγικές πωλήσεων προϊόντων και υπηρεσιών που πλασάρουν οι χρηματοδότες τους. Διολισθαίνουν στην ‘υπηρεσία της χειραγώγησης των τηλεθεατών’. Εξυπακούεται, αντιστοίχως, πως όταν απουσίαζε η διαφημιστική χρηματοδότη, εξέλειπα ανάλογες στοχεύσεις. Οι όροι ανατράπηκαν. Πρυτανεύει πλέον η άδραξη και καθήλωση της προσοχής, η πειθώ και η χειραγωγική επιρροή των ατόμων για κερδοσκοπικές στοχεύσεις που αντιστρατεύονται ριζικά τα κριτικά ή τα διαλογικά δημοκρατικά προτάγματα. Παρότι τηρούνται ορισμένα προσχήματα, τα δελτία ειδήσεων λειτουργούν βασικά ως υπόστρωμα, ή χρήσιμο σκηνικό για την προβολή κερδοσκοπικών στρατηγικών διαφημιζόμενων και διαφημιστών.
Αναπόδραστα μια τέτοια λειτουργία καταλήγει να παράγει άγνοια, τόσο άμεσα όσο και μακροπρόθεσμα. Η συσσωρευόμενη άγνοια αποδομεί και αποδυναμώνει συντριπτικά τους πολίτες στην άσκηση του ρόλου τους ως εκλογέων. Εντούτοις, ο κρίσιμος αυτός ρόλος αποτελεί λειτουργική προϋπόθεση του πολιτεύματος. Γιατί; Διότι είναι πρώτιστη ανάγκη να γνωρίζουμε, για να κρίνουμε και να διαμορφώνουμε βούληση, ώστε να καταλήγουμε στην απόφαση και επιλογή μας, εκλογικά με ασφάλεια. Με τα τεράστια γνωστικά κενά που συσσωρεύονται οδηγούμαστε να απέχουμε, να αδιαφορούμε ή να δυσκολευόμαστε να αντιληφθούμε σύνθετα ζητήματα. Δομικά-συστημικά η πολιτική καταλήγει να υποβιβάζεται σε δεύτερη μοίρα. Εξυπακούεται πως οι γνωστικά αφοπλισμένοι πολίτες, τείνουμε να ψηφίζουμε με αντιφατικά, ασταθή, επιφανειακά ή παρορμητικά κριτήρια, ή ακόμη και εντελώς τυχάρπαστα. Κοινώς: ‘αψήφιστα’. Συνεπώς, μια πρώτη κρίσιμη διάγνωση συνίσταται στο ότι οι παθογένειες αυτές συνεπάγονται πως η πολιτική άγνοια παράγεται συστημικά και συστηματικά. Η πολιτική άγνοια είναι προκλητό παράγωγο των στρεβλών περιεχομένων, όπως αυτά κυριαρχούν χάριν των εμπορευματοποιημένων ΜΜΕ. Οι επιπτώσεις που προκαλούνται προοπτικά για το πολίτευμα, όταν οι πολίτες καταλήγουν να είναι ‘γνωστικά άποροι’, αδαείς ή σκέτα αμέτοχοι είναι ήδη εξαιρετικά αρνητικές.
‘ΣΠΕΥΔΕ ΒΡΑΔΕΩΣ’ VERSUS ‘ΤΡΟΧΑΔΙΣΜΟΥ’
Σ’ αυτήν την παγιωμένη και δυσοίωνη συνθήκη έρχονται να προστεθούν καινοφανείς προκλήσεις και δυσχέρειες, οι οποίες εκπορεύονται από την ‘Ψηφιακή Κατάσταση των Ανθρώπων’ (ΨΗΚΑ) και το διαδίκτυο. Συνεπώς, η ήδη «αβυσσαλέα πολιτική άγνοια» (Deboni, 2001) πυκνώνει περαιτέρω, περιπλέκεται και γιγαντώνεται. Στα επιδραστικότερα χαρακτηριστικά της ΨΗΚΑ ανήκουν η ταχύτητα ροών και η επιτάχυνση που μας συμπαρασύρουν ή εξαναγκάζουν σε βιασύνες και ‘τρέξιμο’. Η έγνοια ‘να τα προλάβουμε όλα’ και το διαρκές στρες που παράγεται από τον φόβο ή τον κίνδυνο ‘μην και δεν τα προλάβουμε’ κυριαρχούν. Οι έννοιες έγκαιρα, παράκαιρα ή άκαιρα είναι πιεστικά παρούσες διαρκώς. Η καθημερινή αγωνία των ατόμων περιστρέφεται γύρω από το στόχο να δράσουν έγκαιρα, διασφαλίζοντας ‘timelines’. Συχνά όμως ακολουθεί η ματαίωση καθώς διαπιστώνουμε ανεπάρκεια χρόνου, αφού ‘μυστηριωδώς’ ερχόμαστε αντιμέτωποι με τη συνθήκη του: timelessness. Ζούμε σε καιρούς πολυεπίπεδα καταιγιστικών εξελίξεων, όπου κυριαρχεί η υπερπροσφορά πληροφοριακών, πολυαισθητηριακών και κυρίως εικονικών, δεδομένων. Κρίσιμη ανισορροπία παράγεται από το γεγονός ότι προσλαμβάνουμε ακατάσχετα, ανεπεξέργαστα περιεχόμενα, τα οποία διαχέουμε επίσης ακατέργαστα. Ανακυκλώνουμε έτσι πληθώρα μη εξακριβωμένων ή μη-επαληθεύσιμων πληροφοριών. Χειρότερα ακόμη, στερούμαστε του χρόνου να τις επεξεργαστούμε ή την ευχέρεια να τις αξιολογήσουμε. Να εκτιμήσουμε την αυθεντικότητα, την αλήθεια ή αρτιότητά τους. Πώς να προσδιορίσουμε επομένως την προσωπική κρίση και υπευθυνότητά μας;
Έχει επικρατήσει πολυεπίπεδα πλέον ένας απόλυτος επικοινωνιακός κορεσμός. Στο πλαίσιο αυτό, χάνουμε τη μάχη να επεξεργαζόμαστε και να αξιοποιούμε επαρκώς διαθέσιμες πληροφορίες, με γνώμονα τα ζωτικά μας συμφέροντα, πάλι δομικά. Το στρεβλό ισοζύγιο είναι γνωστό, αφού βιώνεται. Εντούτοις δεν στεκόμαστε να σταθμίσουμε την κατάσταση, να εξετάσουμε τί οφείλουμε να πράξουμε και γιατί. Εν τη ρύμη της ταχύτητας, της επιτάχυνσης, υπό την πίεση του τρέχοντος ή επόμενου αξιοθαύμαστου συμβάντος, πορευόμαστε σε καθεστωτικές πλέον συνθήκες τροχαδισμού. Υπό ανάλογες συνθήκες είναι αδύνατον να επικαλεστούμε ρεαλιστικά το «σπεύδε βραδέως», ενώ λειτουργεί κατά κόρον το «όποιος βιάζεται σκοντάφτει».
Η καθημερινότητα έχει ούτως ή άλλως προσλάβει τη δυναμική ροή της. Καθώς τρέχουμε, χάνουμε από το οπτικό μας πεδίο σημαντικές αλλαγές ή και αλλοτριωτικές εξελίξεις. Τί γίνεται όμως, όταν οι αλλοτριωτικές εξελίξεις διαβρώνουν τα πλαίσια πολιτικής οργάνωσης των συντεταγμένων κοινωνιών; Πώς να κατορθώσουμε να κάνουμε παύση-ανάπαυση για εκτίμηση των εξελίξεων ώστε να αντιμετωπίζουμε τις προκλήσεις και τα πολιτειακά διακυβεύματα δεόντως; Ειδικά στην παρούσα συγκυρία, στην Ελλάδα αντιμετωπίζουμε πολλαπλές προκλήσεις αυτογνωσίας και αυτοπεποίθησης. Πώς θα διασφαλίσουμε ως πολίτες ότι δεν αγόμαστε και φερόμαστε από το χρήμα και τους ισχυρούς του; Ή από το φανταχτερό, το υπερφίαλα υποσχετικό; Η προσοχή των ατόμων υπό αυτές τις συνθήκες πολιορκείται συνεχώς, βάλλεται και θρυμματίζεται. Αντιστοίχως, η δυνατότητα περίσκεψης αδυνατίζει. Πώς θα καταφέρνουμε, επομένως, ως πολίτες να αποφεύγουμε καταστάσεις τύπου: «Όταν το θύμα τρέχει προς τον θύτη του;» και να αντιστεκόμαστε στα καταιγιστικά εικονικά δεδομένα που μας κατακλύζουν; Η επιδρομή κατά ανύποπτων χρηστών ΜΚΔ από την Cambridge Analytica σε συμπαιγνία με το Facebook, το 2016, διδάσκει ότι οι χειραγωγήσεις εκατομμυρίων προσώπων, οι καταχρήσεις εκ μέρους των Digiterati (τεχνο-άριστων) και οι ψηφιακές εκτροπές δεν καραδοκούν απλώς, δρουν καταλυτικά.
Συνοψίζοντας, το κρίσιμο ερώτημα δεν αφορά μόνο τις επιπτώσεις από την τηλεοπτική εικονική καθήλωση. Στην εποχή της ΨΗΚΑ η πολιτειότητα βάλλεται πανταχόθεν. Πολιορκείται από πληθώρα οθονών που μας περιστοιχίζουν και στις οποίες καθηλωνόμαστε. Η ποικιλία οθονικών σχέσεων που διατηρούμε με: τηλεοπτικούς δέκτες, οθόνες Η/Υ, κινητών και τάμπλετ, καθώς και οι ποικίλες διαδικτυακές εφαρμογές που αξιοποιούμε, μπορεί να καταλήξει χειρότερα από βασανιστική: καταλυτική.
* H Σοφία Γουίτλοκ – Καϊτατζή είναι Καθηγήτρια Πολιτικής Επιστήμης και Πολιτικής Επικοινωνίας Τμήμα Δημοσιογραφίας και Μέσων Μαζικής Επικοινωνίας Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο – Υποψήφια με τον συνδυασμό “Θεσσαλονίκη για όλους” του Σπύρου Πέγκα