Δυο λόγια για τα 11.000 ιπτάμενα φαναράκια στον Βόλο
Το παιχνίδι είναι εξαρχής χαμένο όταν γίνεται με όρους φιέστας, φτιαγμένης για τις κάμερες των drones και για τον διαδημοτικό ανταγωνισμό των εορταστικών επιδόσεων
Λέξεις: Κώστας Μανωλίδης
Ακόμα κι αν δεν γέμιζε η θάλασσα με τα χιλιάδες πλαστικά απομεινάρια, ακόμα κι αν δεν έπαιρνε φωτιά ένα σκάφος, η τελετή αυτή θα ήταν προβληματική. Με δόλωμα λίγη εορταστική μαγεία, λειτουργεί σαν μια παγίδα παρόμοια με την μαζική αυθυποβολή των τηλεοπτικών θεαμάτων ή με την καταναλωτική ρουφήχτρα του Black Friday.
Η βασική ιδέα των φαναριών έχει κάτι το τρυφερά εμψυχωτικό. Ναι, τα μικρά φωτάκια που ταξιδεύουν στον αέρα έρχονται να ικανοποιήσουν μια ειλικρινή ανθρώπινη επιθυμία για επαναμάγευση. Μεταφέρουν κάτι από τον ψίθυρο του έναστρου ουρανού. Μπροστά στο θαμπό φέγγισμα του χάρτινου φαναριού (στην αρχική κινέζικη εκδοχή του) μπορούμε ίσως να νιώσουμε την πιο λεπταίσθητη θαλπωρή, μια στιγμή στοργικής ενατένισης του κόσμου. Όλα αυτά με την προϋπόθεση μιας κατανυκτικής συνθήκης. Με την προϋπόθεση μιας ψυχικής σύνδεσης με το νόημα της συγκεκριμένης τελετής, που δεν είναι τίποτα λιγότερο από τη συμβολική παράκληση μιας θεϊκής ή μεταφυσικής εύνοιας. Για να απογειωθεί το φαναράκι θέλει μαζί με την καύση της παραφίνης και την θυσιαστήρια φλόγα μιας συγκινησιακής πυράκτωσης.
Όταν όμως η επιθυμία της υποβλητικής αυτής ανάτασης χειραγωγείται από την αδυσώπητη οικονομία του θεάματος μεταστρέφεται σε μια παρωδία συλλογικής μέθεξης. Αντί να βιωθεί μια βαρύτιμη στιγμή ιερότητας, αντί η αιώρηση των μικρών φλογών στον ουρανό να μας γλυκάνει σαν μια στοιχειώδης απελευθέρωση από τα βάρη και τις πίκρες του βίου, γίνονται τα πάντα για να στηθεί μια σαγήνη ψεύτικη και θνησιγενής. Για να πλαστογραφηθεί δηλαδή το όλο συμβάν στη χαύνωση ενός κατευθυνόμενου πλήθους.
Η κοσμοσυρροή και το μποτιλιάρισμα, η εκκωφαντική καψούρα των ηχείων, το πλαστικό, ο ψυχαναγκασμός της φωτογραφικής αποθανάτισης, οι βρώμικοι χορηγοί, όλα τείνουν σε μια παρδαλή κακοφωνία, σε μια ξεκούρδιστη και οχληρή φαντασμαγορία.
Το παιχνίδι είναι εξαρχής χαμένο όταν γίνεται με όρους φιέστας, φτιαγμένης για τις κάμερες των drones και για τον διαδημοτικό ανταγωνισμό των εορταστικών επιδόσεων.
Τα χιλιάδες φαναράκια του «Βόλου που μας μαγεύει» καταφέρνουν τελικά αντί για ευχές να μεταφέρουν ένα διαφορετικό και καθόλου παρηγορητικό νόημα. Λες και θέλουν με την επιθετική τους διάχυση στον ουρανό να οπτικοποιήσουν κάτι ανίερο και κακόβουλο όπως τα αιωρούμενα σωματίδια και τα χημικά συμπλέγματα της ρυπαρής ατμόσφαιρας της πόλης.
*Ο Κώστας Μανωλίδης είναι Καθηγητής στο Τμήμα Αρχιτεκτόνων στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας.