Ένα πρόβλημα που αρνούμαστε να συζητήσουμε
Ας αντιληφθούμε ότι η βία των ανηλίκων είναι ένα κοινωνικό πρόβλημα, που δείχνει τη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού.
Λέξεις: Πολυμέρης Βόγλης/εικόνα: pexels
Τέσσερεις ανήλικοι κατηγορούνται για βιασμό νέας γυναίκας στον Τύρναβο. Ένας δεκαεξάχρονος μαχαιρώθηκε από δεκαπεντάχρονο στα Πατήσια. Στην Τούμπα δεκαπεντάχρονος δέχτηκε σωματική επίθεση από τρεις συνομηλίκους του. Στην Αθήνα μέσα στους χώρους ενός από τα λεγόμενα «καλά σχολεία» ένας δεκαπεντάχρονος δέχθηκε άγρια επίθεση από έξι συμμαθητές του, οι οποίοι του πέρασαν πετονιά στο λαιμό και το υπόλοιπο σώμα του.
Τα τελευταία χρόνια κάθε εβδομάδα διαβάζουμε για ένα τουλάχιστον περιστατικό βίας, στο οποίο θύτες και θύματα είναι ανήλικοι. Πλέον τείνουμε να θεωρήσουμε φυσιολογικά τα περιστατικά βίας μεταξύ ανηλίκων. Κι όμως δεν είναι έτσι. Θα πρέπει να αναρωτηθούμε γιατί πολλαπλασιάζονται τα κρούσματα βίας. Το πρώτο βήμα είναι να πάψουμε να τα θεωρούμε υπόθεση της αστυνομίας και της δικαιοσύνης.
Πρέπει να τα αντιμετωπίσουμε ως κοινωνικό πρόβλημα και άρα κάτι που πρέπει πρώτα να μελετηθεί για να καταλάβουμε τα χαρακτηριστικά της εγκληματικότητας των ανηλίκων, ώστε στη συνέχεια να κατανοήσουμε τα αίτια της. Κυρίως, δεν μπορούμε να συνεχίσουμε να κάνουμε πως δεν συμβαίνει τίποτα ή να θεωρούμε ότι πάντα συνέβαιναν και απλώς τώρα ανάλογα περιστατικά αποκτούν δημοσιότητα.
Όσο αρνούμαστε να δούμε το κοινωνικό πρόβλημα, τόσο θα μονοπωλούν τη συζήτηση τα δελτία ειδήσεων με τις κραυγές για περισσότερη αστυνόμευση, θα καλλιεργείται ο «ηθικός πανικός» για τη νεολαία, ή απλά θα ενοχοποιούνται οι οικογένειες των δραστών. Ούτε βέβαια είναι πρόβλημα των «άλλων», απέναντι στο οποίο κάποιοι μπορούν να νιώθουν αδιάφοροι γιατί μένουν σε καλές συνοικίες ή στέλνουν τα παιδιά τους σε καλό σχολείο.
Ας αντιληφθούμε ότι η βία των ανηλίκων είναι ένα κοινωνικό πρόβλημα, που δείχνει τη διάρρηξη του κοινωνικού ιστού. Ένα κοινωνικό πρόβλημα που διογκώνεται εδώ και μια δεκαετία που η ελληνική κοινωνία δοκιμάζεται από τις διαδοχικές κρίσεις και την απουσία δημόσιων πολιτικών για την κοινωνία. Στη διάρκεια αυτών των δέκα χρόνων οι κοινωνικοί, πολιτισμικοί, οικογενειακοί δεσμοί και σχέσεις που συνέχουν την κοινωνία αποδυναμώθηκαν καθώς οι ζωές χιλιάδων ανθρώπων αποσταθεροποιήθηκαν και οι προσδοκίες διαψεύσθηκαν.
Από την άλλη πλευρά, δεν υπήρξαν οι ενεργητικές δημόσιες πολιτικές που θα μπορούσαν να επουλώσουν τα τραύματα στο κοινωνικό σώμα που προκάλεσαν οι διαδοχικές κρίσεις και να ανατάξουν τους κοινωνικούς δεσμούς. Αντίθετα τα τελευταία χρόνια παρατηρούμε την διάλυση του κατεξοχήν θεσμού που αφορά τα παιδιά και τους εφήβους: του δημόσιου σχολείου. Κτίρια ανεπαρκή που καταρρέουν από την εγκατάλειψη, κακοπληρωμένοι δάσκαλοι και καθηγητές, απαρχαιωμένα αναλυτικά προγράμματα.
Ας προσθέσει κανείς τη απουσία δημόσιων πολιτικών για την στήριξη των φτωχών οικογενειών (ας μην ξεχνάμε ότι στην χώρα μας περισσότερο από το 1/4 του πληθυσμού βρίσκεται στο φάσμα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού), για να έχουμε μια αίσθηση της πραγματικότητας. Και σίγουρα η λύση για τις οικογένειες δεν είναι τα διάφορα pass ούτε για τους νέους τα (προεκλογικά) 150 Ευρώ.
Η εικόνα γίνεται ακόμη πιο ζοφερή, εάν λάβουμε υπόψη μας τα παιδιά που πέφτουν θύματα της βίας όχι των συνομηλίκων τους αλλά των ενηλίκων. Παιδιά θύματα ενδοοικογενειακής βίας, κακοποίησης ή, ακόμη χειρότερα, trafficking. Αγόρια και κορίτσια, θύτες ή θύματα βίας. Σίγουρα, ένα άβολο θέμα που δεν μπορεί εύκολα να περιληφθεί στη δημόσια συζήτηση, ιδιαίτερα σε προεκλογική περίοδο.
Τουλάχιστον, ας κοιτάξουμε την πραγματικότητα που δημιουργούμε ως κοινωνία: μια νέα γενιά χωρίς διέξοδο και προοπτική, η οποία βυθίζεται στην αγριότητα, αβοήθητη.
*Ο Πολυμέρης Βόγλης είναι καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Θεσσαλίας.