Ένα σάντουιτς να φάω ρε παιδιά!

Ένα σάντουιτς να φάω ρε παιδιά. Λίγο φιλότιμο ρε παιδιά». Ο ζητιάνος επαναλαμβάνεται, σχεδόν τραγουδά, διώχνει τον κόσμο μακριά. Δεν καταλαβαίνω αν υποκρίνεται ή όχι. Και λοιπόν; Τι ψυχή έχει ένα σάντουιτς; Λίγο πιο κάτω δυο κορίτσια συμπεριφέρονται σα χαρούμενα: «Μες στα σεντόνια μυρίζει ακόμα η δικιά σου ανδρική κολόνια». Περνάω από μπροστά τους και […]

Μιχάλης Αποστολίδης
ένα-σάντουιτς-να-φάω-ρε-παιδιά-7825
Μιχάλης Αποστολίδης
limani_blur_karanikas.jpg

Ένα σάντουιτς να φάω ρε παιδιά. Λίγο φιλότιμο ρε παιδιά». Ο ζητιάνος επαναλαμβάνεται, σχεδόν τραγουδά, διώχνει τον κόσμο μακριά. Δεν καταλαβαίνω αν υποκρίνεται ή όχι. Και λοιπόν; Τι ψυχή έχει ένα σάντουιτς;

Λίγο πιο κάτω δυο κορίτσια συμπεριφέρονται σα χαρούμενα: «Μες στα σεντόνια μυρίζει ακόμα η δικιά σου ανδρική κολόνια». Περνάω από μπροστά τους και τραγουδούν πιο δυνατά. Δε με πείθουν.

Γυρίζω σπίτι. Ο αποκάτω ακούει στρατευμένη ραπ. Παραφράζω το στίχο: «Αυτή είναι η μουσική μου, θα με υποστείτε, κάνω ό,τι θέλω, να ‘πα να γαμηθείτε. Φάε με στη μάπααα, μαλάκαααα, φάε με στη μάπααα, μαλάκααααα». Σκέφτομαι ένα ολόκληρο κλαμπ να το τραγουδάει κι εκείνον στο μικρόφωνο να χοροπηδά, ανυποψίαστος για το χαρούμενο κακό που προαναγγέλλει εναντίον της ανθρωπότητας.

Τρεις κόσμοι διαφορετικοί. Τρεις κραυγές αλλιώτικες που δεν συναντιούνται πουθενά παρά μόνο στην ανάγκη για προσοχή. Θυμάμαι τη μικροπαρεξήγηση που έκανε δυο φίλους να βρεθούν 30 χρόνια και τους ένωσε η Χατζηβασιλείου. Πόσα χρόνια σκόπευαν άραγε να ζήσουν; Τι χάσιμο χρόνου να περιμένουν να διδαχτούν από τα λάθη τους. Δε θεωρώ τον εαυτό μου υπερβολικό που θέλω να μαλώνω, να συγχωρώ και να τα ξαναβρίσκω μέσα σε ένα 24ωρο με τους φίλους μου, κι ας αποδειχτεί ότι υπάρχει αιώνια ζωή.

Προχθές ένας μάρτυρας του Ιεχωβά πλησίασε για να μου λύσει την απορία: «Πάρε νεαρέ να ενημερωθείς» μου πρότεινε και μου έδωσε φυλλαδιάκι που είχε για τίτλο το αγωνιώδες ερώτημα «Θα επιζήσει αυτός ο κόσμος;». Το κείμενο εξέταζε το ζήτημα από σκοπιά που δε με αφορούσε. Δεν πρόλαβα να του πω πως αυτή την περίοδο ενημερώνομαι από την άνοιξη.

Τρεις φράσεις συγκράτησα απ’ την ιντερνετική μου μέρα. «Πρέπει να ελέγξουμε. Είσαι άνθρωπος;». Το Twitter με υποπτεύεται επειδή πατάω λάθος κωδικό. Δύσκολο τεστ, τρομακτικό. Είναι σα να με μέμφεται:  Ένα ρομπότ θα μπορούσε να ξεχάσει τους κωδικούς του, όχι ένας άνθρωπος. «Δείξε πόσο νοιάζεσαι», έρχεται να μου προτείνει μια διαφήμιση που έχει στόχο να με ρίξει στη φιλανθρωπία. Τρικ του μάρκετινγκ για να ενεργοποιήσει τη συνείδηση, ταιριαστή προτροπή στον τύπο που ποτέ δεν ξεχνάει τους κωδικούς του. «Δείτε το πριν το εξαφανίσουν», με καλεί στον αγώνα ένα βίντεο στο Youtube με μία ακόμη ηρωική παρέμβαση σε ομιλία του Κώστα Σημίτη. Για την εξαφάνιση της γνώσης, του βιβλίου, της παιδείας, των ζωντανών ανθρώπων και των ανοιχτών μυαλών θα μιλήσουμε μια άλλη φορά, που θα έχουμε περισσότερο χρόνο από μία ζωή στη διάθεσή μας.

Με ενόχλησαν τόσο οι συγκεκριμένες φράσεις που βάλθηκα να τις αντικαταστήσω με άλλες της αρεσκείας μου. Γράφει ο Βακαλόπουλος: «Να επιστρέψουμε πίσω, όχι με σημαίες και γελοία ταμπούρλα, να γυρίσουμε πίσω μέσα μας, χωρίς να το πούμε σε κανέναν. Διαφορετικά, πρέπει να μείνουμε αμήχανοι όπως είμαστε, αποφεύγοντας την πολλή παρέα». Πίσω και μέσα μας. Η κόρη της Sisyfina συμπληρώνει: «Να βγάλουμε τη ζούγκλα από τον εαυτό μας και να την πάμε στην Αφρική». Γιaτί μυρίζει αίμα η ζούγκλα αν δεν γίνει τέχνη, δημιουργία, ομορφιά. «Το μίσος πρέπει να είναι εποικοδομητικό. Διαφορετικά είναι προτιμότερο ν’αγαπάς». Ο Κράους μοιάζει να προβλέπει πως ο θάνατος της χώρας θα ‘ναι πρόωρος σαν εκείνον του Χρήστου αν δεν αρχίσουμε να μισούμε αγαπησιάρικα. Πιθανότητα δεν θα προλάβουμε να μάθουμε ποτέ αν θα μπορούσαμε να την είχαμε σκαπουλάρει, αν θα μπορούσαμε να βρούμε οι ίδιοι ένα φάρμακο που θα αντιμετώπιζε την ασθένεια στη ρίζα της, κάτι που θα μας ξυπνούσε απ’τη ζωή μας.

Δύο χιλιάδες μετανάστες σε όλη τη χώρα ξεκινούν απεργία πείνας διαμαρτυρόμενοι για την παρατεταμένη κράτησή τους στα κέντρα υποδοχής-την ίδια ώρα σε δημόσια υπηρεσία της Αττικής μπουκάρουν χρυσαύγουλα γιατί κάποιος τους ενημέρωσε πως μία εργαζόμενη μιλάει με “παράνομη” προφορά. Η Τρόικα επέστρεψε στην Αθήνα με άγριες διαθέσεις -πριν λίγες μέρες αυτοκτόνησε στην Κρήτη λόγω χρεών ένας γνωστός μας. Ο Κεδίκογλου απαντάει στον Τσίπρα σε αυστηρό τόνο -ο Γιώργος Καπουτζίδης ξεκαθαρίζει πως δε θα συνεργαζόταν με την Μαρία Ηλιάκη αφού δεν ταιριάζουν, όπως και με τον Νίκο Μουτσινά.

Ποιος είμαι εγώ από όλους αυτούς; Κάτι μου λέει πως θα μπορούσα να είμαι όλοι αυτοί. Με την κρίση οι κόσμοι, όμως, απομακρύνονται μεταξύ τους, οι άνθρωποι για να συναντηθούν έχουν να διανύσουν αποστάσεις μεγαλύτερες, η μοναξιά στους δρόμους πεινάει για φιλότιμο. Τι ψυχή και τι τιμή έχουν ένα σάντουιτς, ένα βλέμμα και μια κουβέντα σε λίγο θα καθορίζεται με ακρίβεια από τα χρηματιστήρια. Αφού για το θάνατο της Θάτσερ δεν τα βάψαμε και μαύρα, πώς αμελούμε να διαλέξουμε πλευρά με την καρδιά, ουσιαστικά, συνειδητά;

*Η φωτογραφία είναι του Θόδωρου Καρανίκα

 

 

 

 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα