Ένας γάμος στη Νέα Υόρκη αλά παλαιά
Εκεί που ο τόπος τους δεν είναι πατρίδα, οι Έλληνες της διασποράς κρατάνε ακόμα σθεναρά τα έθιμα που αφήσανε πίσω οι γονείς τους στο ξεκίνημα της επείσακτης ζωής τους. Ίσως και πιο σθεναρά μάλιστα απ’ ότι εδώ, καθώς ο δυτικός τρόπος οργάνωσης που εισέβαλλε στην Ελλάδα τα τελευταία 50-60 χρόνια ξεθώριασε ό,τι ήταν κραταιό και […]
Εκεί που ο τόπος τους δεν είναι πατρίδα, οι Έλληνες της διασποράς κρατάνε ακόμα σθεναρά τα έθιμα που αφήσανε πίσω οι γονείς τους στο ξεκίνημα της επείσακτης ζωής τους. Ίσως και πιο σθεναρά μάλιστα απ’ ότι εδώ, καθώς ο δυτικός τρόπος οργάνωσης που εισέβαλλε στην Ελλάδα τα τελευταία 50-60 χρόνια ξεθώριασε ό,τι ήταν κραταιό και εθιμοτυπικό για εκατοντάδες χρόνια.
Παράδειγμα ένας μεγαλειώδης γάμος με χίλιους καλεσμένους σ’ ένα από τα πιο ακριβά εστιατόρια της Νέας Υόρκης. Γιατί αν είναι να παντρέψεις την κόρη σου πρέπει να το κάνεις με όλες τις τιμές και να είναι καλεσμένοι όλοι. Όπως όταν ήταν καλεσμένο όλο το χωριό. Στο Cipriani της Νέας Υόρκης, στους 42 δρόμους, σε ένα από τα ακριβότερα εστιατόρια του Μανχάταν οι σαμπάνιες και τα Bellini έρρεαν άφθονα για τους 1.000 καλεσμένους του γάμου. Μόνο που δεν ήταν για τους συνήθεις celebrities που συχνάζουν στο όμορφο art deco κτήριο που παλιά στέγαζε την γερμανική Bowery Bank, αλλά για όλη την ομογένεια και τους συγγενείς των δυο ελληνικών οικογενειών που πάντρευαν τα παιδιά τους. Και κυρίως για τους Χιώτες, μια που ο πατέρας της vύφης κατάγεται από το νησί με παράδοση στη ναυτιλία.
Το πιο εντυπωσιακό όμως δεν ήταν η μεγαλοπρέπεια του χώρου, που πραγματικά είναι ένα κόσμημα, και οι 4 λιμουζίνες που φθάσανε έξω από την επιβλητική είσοδο του, ούτε τα πιάτα με τους αστακούς και τo χαβιάρι, αλλά τα δολάρια, επιμελώς χωρισμένα σε δεσμίδες που στέκονταν πάνω στα κολλαρισμένα άσπρα τραπεζομάντηλα, έτοιμα να εκτοξευθούν στον αέρα με την άφιξη πρώτα του ζευγαριού και στη συνέχεια όταν οι νότες του κλαρίνου και του μπουζουκιού θα ξεσήκωναν όλους τους στενούς συγγενείς σ’ έναν ατέλειωτο χορό επίδειξης της ελληνικότητας και της νοσταλγίας για την πατρίδα. Και εκεί είδαμε να χορεύουν το ζεϊμπέκικο νεαροί άντρες που με το ζόρι μιλούνε την ελληνική, όπως το χόρευε ο Φούντας και ο Κούρκουλος την δεκαετία του ’60, λεβέντικα και περήφανα, με μια παλικαριά που σπάνια συναντάς στην ελληνική επικράτεια. Και το χόρευαν αυστηρά μόνο οι άντρες.
Εκεί γύρω στα ξημερώματα όταν η τέρψη της ψυχής των καλεσμένων άγγιξε τον κορεσμό, ήταν η σειρά για τους οργανοπαίχτες να εξαργυρώσουν την ένταση της βραδιάς. Μετά το ασταμάτητο και χωρίς διάλλειμα διονυσιακό παραλήρημα που προσέφεραν ήρθε η ώρα να μαζέψουν με σκούπες, φαράσια και μπόλικο ιδρώτα το αντίτιμο του κόπου, τα δολάρια, που κάλυπταν εξολοκλήρου το εντυπωσιακό μαρμάρινο δάπεδο. Δεν γνωρίζω πόσο ήταν τελικά το αντίτιμο αλλά σε έναν άλλο ελληνικό γάμο πρόσφατα, έφτασε τα 37,000 δολάρια!