(Επ)ανάσταση

Πρόσφατα μου ‘παν, που λέτε, για έναν εικοσάχρονο φοιτητή νομικής, όμοιο με χιλιάδες άλλους. Το όνομα του μου διαφεύγει αυτή τη στιγμή. Αλλά δεν πειράζει. μικρή σημασία έχει. Ο φίλος μας ήταν υπόδειγμα φοιτητή. Από το σπίτι στη σχολή και πάλι πίσω. Αυτό ήταν το μοναδικό του δρομολόγιο. Δεν ήξερε τι θα πει κοπάνα. Καφέ […]

Κωστής Κοτσώνης
επανάσταση-7857
Κωστής Κοτσώνης
nixta_2.jpg

Πρόσφατα μου ‘παν, που λέτε, για έναν εικοσάχρονο φοιτητή νομικής, όμοιο με χιλιάδες άλλους. Το όνομα του μου διαφεύγει αυτή τη στιγμή. Αλλά δεν πειράζει. μικρή σημασία έχει.

Ο φίλος μας ήταν υπόδειγμα φοιτητή. Από το σπίτι στη σχολή και πάλι πίσω. Αυτό ήταν το μοναδικό του δρομολόγιο. Δεν ήξερε τι θα πει κοπάνα. Καφέ έπινε μόνο σπίτι του, εσπρέσο σκέτο. Τα γκομενιλίκια, το ρεμπελιό, όπως και η λέξη ”φίλοι”, δεν του λέγαν τίποτα.

Μικρόκοσμός του ήταν η γκαρσονιερίτσα του και ομφαλός της το γραφειάκι του. Περνούσε ολόκληρο σχεδόν το εικοσιτετράωρό του εντρυφώντας στην περίπλοκη επιστήμη του.

Την αγαπούσε την επιστήμη του. Ή, τουλάχιστον, έτσι νόμιζε. Οι γονείς του, πάντως, μάλλον θα τη λάτρευαν, τόσο που τον πίεσαν να ασχοληθεί μαζί της!

Κάποιο αφύσικα ζεστό απόγευμα άνοιξε διάπλατα τη μπαλκονόπορτα. Ένα δυνατό άρωμα πασχαλιάς και θαλασσινής αύρας γέμισε τα ρουθούνια του. Ήταν άνοιξη.

Η μυρωδιά τον ζάλισε τόσο που σφάλισε τα μάτια του.

Και μετά, όλα έγιναν τρομακτικά γρήγορα.

Με μιαν απότομη κίνηση πέταξε όλα τα βιβλία από το γραφείο. Σηκώθηκε με μάτι θολωμένο, ντύθηκε και όρμησε έξω από το σπίτι.

Επιτέλους θα έκανε και αυτός (επ)ανάσταση!

Πολλά μερόνυχτα μου ‘παν ότι κράτησε ο παροξυσμός του. Μερόνυχτα πρωτόγνωρου ξενυχτιού σε στέκια αμφίβολα. Μερόνυχτα ουσιών που απατηλά καταδυναστεύουν τις αισθήσεις και το νου. Μερόνυχτα πρωτόγονης ερωτικής διείσδυσης σε σώματα άγουρα.

Οι παρτενέρ στον άγνωστο αυτό χορό άγνωστοι κάθε φορά. Αλλά δεν τον ένοιαζε. Ξένος μεταξύ ξένων. Έτσι δεν είναι όλοι;

Κάποτε γύρισε σπίτι, λαχανιασμένος και με κάτι ύποπτα κόκκινα σημαδάκια στο λαιμό. Η θολούρα είχε φύγει από το βλέμμα. Είχε αρχίσει να συνέρχεται. Πέταξε τα ρούχα στην καρέκλα και ξάπλωσε.

Περίμενε ότι θα ένιωθε περήφανος για το ”ξύπνημά” του. Έκανε όλα όσα οι άγραφοι νόμοι του έξαλλου φοιτητή προέβλεπαν! Όμως δεν ένοιωθε περήφανος. Μάλλον ντροπή συνόδευε τη σωματική του κούραση.

Και τότε κατάλαβε κάτι… Η σύγχρονη κοινωνία θέλει τους νέους της δρομείς σε έναν εφιαλτικό μαραθώνιο βαθμών, πτυχίων, μορίων και εξειδίκευσης, με προορισμό λίγες πενταροδεκάρες, αν είσαι τυχερός.

Μοναδική ανάπαυλα σ’ αυτό το μαραθώνιο είναι τα γνωστά φοιτητικά χρόνια, όπου οι νέοι ”εκδικούνται” την κοινωνία και τη μέγγενή της με έναν άλλο μαραθώνιο: μαραθώνιο αριβισμού, μιμητισμού, επιδειξιομανίας και ανταγωνισμού χωρίς καν οι ίδιοι να το καταλαβαίνουν. Αλίμονο, τα παραδοσιακά ”εφόδια” τούς τα ‘χουν αρπάξει εδώ και καιρό και δεν είναι άλλα από τον αυθορμητισμό, την ανεμελιά, την ανεξαρτησία, την ελευθερία στις πράξεις μα πρωτίστως στη σκέψη.

”Αυτή την ελευθερία είναι καιρός να ξανακατακτήσουμε” σκέφτηκε το αγόρι. ”Ας οπλίσουμε εμείς, οι μικροί Δαυίδ, τις σφεντόνες μας με συναίσθημα, ανεμελιά, αυθορμητισμό και ας νικήσουμε το Γολιάθ  που μας επέβαλαν!”

Ναι. Αυτό θα ήταν μια πραγματική (επ)ανάσταση.

*Η φωτογραφία είναι του Γιώργου Κουρτίδη

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα