Επέλεξα να σιωπήσω
Η σπουδαία αρχαιολόγος Χρυσούλα Παλιαδέλη γράφει για τη δική της Θεσσαλονίκη και τον αείμνηστο Γιάννη Μπουτάρη
Λέξεις: Χρυσούλα Παλιαδέλη
Δεν ξέρω αν έκανα καλά να δεχτώ την τιμητική πρόσκληση να συμμετάσχω στο τελευταίο, μέχρις στιγμής, επετειακό τεύχος της «Παράλλαξης».
Θεωρούσα πως, τόσα χρόνια στην αφάνεια και απαλλαγμένη από δημόσια καθήκοντα, είχα πλέον το δικαίωμα να παραμείνω στη σιωπή μου, χωρίς να χρειάζεται να την εξηγήσω.
Ομολογώ πως αυτή η σκέψη δεν με ανακούφιζε. Επιβεβαίωνε την αποχή μου από τα πράγματα, με τρόπο που (θεωρητικά) με δυσαρεστούσε.
Κι αυτό δεν μου άρεσε. Κανείς δεν με είχε απορρίψει μέχρι τότε. Η απόφαση να αποσυρθώ ήταν εντελώς δική μου. Εγώ επέλεγα να σιωπήσω.
Μέχρι τη στιγμή που διάβασα τον επικήδειο για τον Δημήτρη Πολύζο, από τον δημοσιογράφο Γιώργο Τούλα. Δεν τον είχα γνωρίσει προσωπικά, αλλά τον είχα ακουστά από τη δουλειά του. Εκπροσωπούσε την πόλη των νιάτων μου… κι ας την είχα βιώσει διαφορετικά, με τον τρόπο μου, απομακρυσμένη στην ασφάλεια της πανεπιστημιούπολης, όταν ήταν ακόμη λογικό να επιστρέφεις στο σπίτι σου μαύρα μεσάνυχτα, χωρίς τον φόβο των έρημων δρόμων της, όπως σήμερα.
Είχε προηγηθεί, ένα μήνα νωρίτερα, η πρόταση του ίδιου δημοσιογράφου, που αγάπησε τη Θεσσαλονίκη όσο λίγοι της γενιάς του, να συμμετάσχω στο αφιέρωμα στην «Παράλλαξη», τριανταπέντε χρόνια από τη δημιουργία της, το 1989.
Ζορίστηκα ομολογώ…
(Τι δουλειά έχω εγώ με τους νεότερους, σκεφτόμουνα).
Δεν είχα κι άδικο… εδώ που τα λέμε.
Είχα χρόνια να κατέβω στο κέντρο της πόλης, με βόλευε η απόσταση και η ησυχία των προαστίων της.
Μέχρι αργά χτες βράδυ, που έμαθα για τον θάνατο του Γιάννη Μπουτάρη… του εμβληματικού Σαλονικιού δημάρχου (κι ας ήταν από το Νυμφαίο της Φλώρινας) που μου θύμιζε μιαν άλλη πόλη, την πόλη που είχα βιώσει στα νιάτα μου και είχα σχεδόν ηθελημένα ξεχάσει.
Δεν το μετάνιωσα… Είχα πλέον όχι μόνο το λόγο αλλά και την αφορμή να γράψω κάτι για τη Θεσσαλονίκη του σήμερα. Γιατί ο Μπουτάρης ήταν άρρηκτα δεμένος με τις καλύτερες στιγμές της.
Υπήρξε χορτάτος από τα γεννοφάσκια του, Ίσως γι’ αυτό τίμησε την πόλη μας με τρόπο ανιδιοτελή και ντόμπρο.
Ασχολήθηκε με τα κοινά, όχι επειδή δεν ήξερε τί να κάνει, αλλά από σεβασμό για την πόλη και την ιστορία της κι από εκτίμηση για τους ανθρώπους της και τα έργα τους. Σ’ αυτούς αφιέρωσε την τιμή που τους έπρεπε.
Ζωντάνεψε την Πλατεία Ελευθερίας, με το ξερό, χάλκινο δέντρο που έστησε για τους Εβραίους της Θεσσαλονίκης. Εκείνους που χάθηκαν στην κόλαση των ναζιστικών στρατοπέδων ογδόντα σχεδόν χρόνια από σήμερα. Στο ίδιο σημείο που σήμερα είναι γεμάτο από ιδιωτικά αυτοκίνητα, περιμένοντας την ολοκλήρωση του Μουσείου για το Ολοκαύτωμα σε ένα άλλο σημείο της ίδιας πόλης.
Θα τον θυμάμαι πάντα, δίπλα στη μάνα μου, μπροστά στο μνημείο για το Ολοκαύτωμα, που στήθηκε στην παλιά παραλία της πόλης για να τιμήσει τη μνήμη τους, δίπλα στις πλινθόκτιστες αποθήκες που στεγάζουν εδώ και χρόνια το πολύχρονο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης.
Θυμήθηκα, ωστόσο, πως η ζωή συνεχίζεται και επανήλθα στην πραγματικότητα.
Είχα ήδη υποσχεθεί στον Γιώργο Τούλα να έχω έτοιμη πριν τη Δευτέρα 11.11.2024 τη σύντομη συμβολή μου για την πόλη μας σήμερα.
Σκέφτηκα, πως οι κινηματογραφικές αίθουσες του Φεστιβάλ θα ήταν μέχρι χτες ασφυκτικά γεμάτες, όπως παλαιότερα, όχι μόνο για να δουν από κοντά τους επώνυμους, αλλά κυρίως για να γευτούν την ανθεκτική μαγεία του κινηματογράφου μέσα στο χρόνο.
Αναρωτήθηκα αν, με λίγη περισσότερη αγάπη για το σινεμά και τους φίλους του, η πόλη θα μπορούσε ίσως να ξαναβρεί κάτι από το ρυθμό που γευτήκαμε στα νιάτα μας. Τον ρυθμό που μας βημάτισε εδώ και χρόνια στα μυστικά της τέχνης του κινηματογράφου. Που μας συγκέντρωνε σε πηγαδάκια για να σχολιάσουμε όσα είχαμε δει, και όσα θα βλέπαμε την επόμενη μέρα.
Εύχομαι από καρδιάς, έστω κι από απόσταση, πως ο θεσμός θα αφήσει τα θετικά σημάδια του και στα επόμενα χρόνια. Η πόλη το χρειάζεται και νομίζω πως το οφείλουμε ως ένα βαθμό και στον Γιάννη Μπουτάρη, τον δήμαρχο της καρδιάς μας.
*Η Χρυσούλα Παλιαδέλη είναι αρχαιολόγος και ομότιμη καθηγήτρια Κλασικής Αρχαιολογίας στο Τμήμα Ιστορίας-Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ.
**το άρθρο της δημοσιεύτηκε στο επετειακό τεύχος για τα 35 χρόνια της parallaxi