Επισκέφτηκα την πόλη που φημίζεται για την εγκληματικότητα της!
Εκεί που θα ξαναγυρίσω!
Μαϊός 2019, τελευταίος μήνας σχολής. Χαζεύοντας αεροπορικά εισιτήρια ”έπεσα” πάνω σε εκείνα. Νάπολη 60 ευρώ το πηγαινέλα. Τρέχω να πάρω την κολλητή μου τηλέφωνο και της λέω ”έχεις κανονίσει κάτι για φέτος το καλοκαίρι;” Όχι” μου απαντά τρομαγμένη. ”Τέλεια” της λέω ”θα πάμε Ιταλία”. Και αυτό ήταν όλο.
Πετούσαμε 4 Ιουλίου και θυμάμαι ότι από τον Μαϊό μέχρι την μέρα που φτάσαμε στο αεροδρόμιο μας είχαν όλοι πιπιλήσει το μυαλό για το πόσο επικίνδυνα είναι σε κείνη την πόλη της Ιταλίας. Μία καθηγήτρια από την σχολή, όταν της ανακοινώσαμε τον προορισμό μας είπε ” συγκλονιστική σαν πόλη, αλλά εγώ με το που κατέβηκα από το τρένο με προορισμό το ξενοδοχείο μου με κλέψανε.” Άλλοι μας έλεγαν το πόσο εύκολη είναι η διακίνηση ναρκωτικών και άλλοι εξιστορούσαν την ”απαγόρευση κυκλοφορίας” με το που νυχτώσει.
Αυτό το ταξίδι μέχρι να φτάσουμε μου είχε γίνει έμμονη ιδέα κάθε μέρα θυμάμαι γκούγκλαρα εγκληματικότητα Νάπολη και διάβαζα μαρτυρίες. Ψάχνοντας είδα πως η απαγορευμένη περιοχή είναι το Garibaldi και γι αυτό κλείσαμε διαμονή μακρία από εκείνο το ”σκοτεινό” μέρος του σταθμού.
Προσγειωθήκαμε μεσάνυχτα Πέμπτης, ήρθε και μας παρέλαβε ένα αμάξι από το ξενοδοχείο. Θυμάμαι χαρακτηριστικά την άσχημη εικόνα της πόλης με το που μπήκαμε στα προάστια. Βρωμιά, άνθρωποι εγκατεστημένοι στον δρόμο, άσχημα κτίρια και την κολλητή μου (της οποίας το πρώτο ταξίδι στο εξωτερικό) να λέει ”ΠΟΥ ΜΕ ΕΧΕΙΣ ΦΕΡΕΙ ΑΛΟΠΡΟΣΑΛΗ.” Ομολογουμένως δεν είχε άδικο άρχισαν να επιβεβαιώνονται όλες οι θεωρίες συνωμοσίας που ακούγαμε τους προηγούμενους 3 μήνες.
Φτάσαμε λοιπόν στο ξενοδοχείο. Ένα ερείπιο χωμένο πίσω από μία καθολική εκκλησία. Μπήκαμε στο ασανσέρ κυριολεκτικά 2 τ.μ. με βαλίτσες φορτωμένες και αγκαλιασμένες πέφταμε δεν πέφταμε. Η πείνα ακαταμάχητη. Από φόβο προφανώς και δεν κυκλοφορήσαμε να βρούμε κάτι ανοιχτό προτιμήσαμε να λιμοκτονίσουμε. Πρώτη νύχτα η κλασική γκρίνια, τι άσχημη πόλη, και τι θα δούμε και γιατί ήρθαμε και μία ελαφριά δόση αισιοδοξίας ”μπορεί το πρωί να είναι όλα πιο όμορφα ας μην μας πιάνει απελπισία.”
Και όντως αυτή η φωνή επιβεβαιώθηκε. Έχω ταξιδέψει σε αρκετές πόλεις της Ιταλίας μα αυτή που θα επιστρέψω σίγουρα είναι η Νάπολη. Ξεκινήσαμε την επόμενη μέρα στις 09:00 για να προλάβουμε να περπατήσουμε ένα μεγάλο κομμάτι της. Κάπου στα μισά σταματήσαμε για το καθιερωμένο ιταλικό εσπρεσάκι. Και σε μόλις μισή ώρα από τα προάστια φτάσαμε στο ιστορικό κέντρο. Πόλη που περπατιέται εύκολα, σαν την Θεσσαλονίκη. Οι δρόμοι άσχημοι μα μόλις σηκώσεις το κεφάλι και αντικρίσεις μεγάλα και μικρά αρχιτεκτονικά διαμάντια μαγεύεσαι.
Οι άνθρωποι περίεργοι, άλλοι βιαστικοί, άλλοι αγενείς και άλλοι φιλόξενοι και ανοιχτόκαρδοι. Στους δρόμους χάος, βέσπες παντού. Οι ναπολιτάνοι οδηγούν σαν τρελοί, πρώτη πόλη που τα φανάρια της δεν έχουν καμία χρησιμότητα. Για να επιβιώσεις χρειάζεσαι απίστευτα αντανακλαστικά.
Την πρώτη μέρα λοιπόν γευτήκαμε ιταλικό κινηματογράφο. Μία πόλη βγαλμένη από άλλη εποχή. Μικρά πλακόστρωτα στενά, με ψηλά κτίρια και βαριές ξύλινες πόρτες. Μπουγάδες απλωμένες σε σχοινιά, χρωματίζουν το μουντό των τοίχων και οι ακτίνες του ήλιου που τρυπώνουν από ψηλά τα φωτίζουν. Μουσεία μιλούνια. Εκεί με κέρδισε ιστορία ολόκληρη. Εκεί επισκέφτηκα το καλύτερο μέχρι τώρα Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης. Μαγεία! Το Αρχαιολογικό τους πελώριο με εσωτερικό κήπο. Καθήσαμε εντός του μόνο 5 ώρες και ένιωσα σαν να μην πρόλαβα να το χορτάσω. Μετέπειτα ακολούθησε το Castel Nuovo, πριν μπεις θα σε συμβούλευα να σταθείς απ’ έξω και να το χαζέψεις. Νιώθεις μία κουκκίδα στις ιστορίες που επρόκειτο να ακούσεις εντός.
Κάπου στη μέση της μέρας και αφού είχαμε χωθεί στα στενά και περπατήσει χιλιόμετρα, βρεθήκαμε μπροστά στο Galleria Umberto, εικόνα Μιλάνου. Μία δημόσια εμπορική γκαλερί, ένα αρχιτεκτονικό διαμάντι, ακριβώς απέναντι από την όπερα του Σαν Κάρλο. Και λίγα βήματα αργότερα φτάσαμε στην ιστορική πλατεία Piazza Del Plebiscito, το σήμα κατατεθέν της πόλης μία ανάσα από την θάλασσα. Εκεί δεσπόζουν η εκκλησία San Francesco di Paola και το Palazzo Reale με τα βασιλικά διαμερίσματα και το roof garden.
Την δεύτερη μέρα, και αφού γυρίσαμε όλη την πόλη ποδαράτες και είδαμε τα μουσεία και τα αξιοθέατα που θέλαμε είπαμε θα χαλαρώσουμε. Περπατήσαμε λοιπόν σε γειτονιές που δεν προλάβαμε. Μία από αυτές ήταν η παραθαλάσσια γειτονιά. Στρίψαμε σε ένα λιμάνι με κλασικά μεγάλα και πολυτελή σκάφη και έπειτα περπατήσαμε στην παραλία της. Κόσμος κάθε ηλικία ξάπλωνε στο πλακόστρωτο για βιταμίνη D, πλανόδιοι μουσική κάλυπταν γλυκά την βαβούρα, κι εμείς απολαμβάναμε την ιταλική φινέτσα. Όσον αφορά το φαγητό, ναι αποδεδειγμένα η Νάπολη είναι η πρωτεύουσα της πίτσα. Ειδικά της Μαργαρίτα. Μοναδική λεπτή ζύμη, με φρέσκια ντομάτα και ντόπια τυριά. Aperol και μπαμπάδες! Αυτά 4 μέρες μας έκαναν να βάλουμε 5 κιλά η κάθε μία.
Την τρίτη μέρα επισκεφτήκαμε την Πομπηία. Μία ”πόλη” με θαμμένες στάχτες. Έτσι ονομάζεται από τους ντόπιους. Αν είσαι λάτρης της ιστορίας και της αρχιτεκτονικής, η Πομπηία θα είναι η αποκορύφωση του έρωτα. Η ξενάγηση επικεντρώνονται κατ’ αρχήν στην δομή της πόλης, στην κοινωνική οργάνωση της, στην διακόσμηση της αλλά και το κυριότερο στην καθημερινή ζωή των κατοίκων της Πομπηίας.
Ένα ρίγος σε πιάνει εντός. Τα εκμαγεία από τα σώματα κάποιων από τους άτυχους αυτούς πολίτες. Όπως υποστήριζαν μέχρι σήμερα οι ειδικοί, τα θύματα θα είχαν ήδη πεθάνει από ασφυξία που προκάλεσε η τέφρα και τα δηλητηριώδη αέρια της έκρηξης. Δεν θέλεις να φύγεις από εκεί θέλεις να ανακαλύψεις και την τελευταία στάχτη της παλιάς αυτής πόλης.
Η τελευταία μέρα ήταν της επιστροφής εκεί που πραγματικά ο φόβος επικράτησε. Ξυπνήσαμε το πρωί και είχαμε λίγες ώρες μέχρι την αναχώρηση μας. Οπότε κάναμε την τελευταία μας βόλτα στο κέντρο και σε γειτονιές που δεν έτυχε να πάμε. Πρώτη φορά που δεν χρησιμοποιήσαμε gps με αποτέλεσμα να βρεθούμε στην ”απαγορευμένη” γειτονιά, πριν πούμε κύμινο. Εκεί να δείτε ιδρώτας. Ένιωθες λες και παίζεις σε ταινία με γκέτο.
Στρώματα στους δρόμους, άνθρωποι χωρίς παπούτσια με χρυσά κοσμήματα, ναρκωτικά και παρέες με άγρια πρόσωπα. Μεγάλη περιοχή. Θυμάμαι μας έπιασε πανικός αλλά κάπου είχα διαβάσει πως αν δεν το δείξεις δεν σε πλησιάζει κανείς οπότε και μεις πιανόμασταν χέρι-χέρι και από μέσα μας είχαμε αμφιβολίες για το πότε θα μας κλέψει κάποιος. Τα δεδομένα μας εν τω μεταξύ εκτός λειτουργίας εκεί να βλέπατε γέλιο. Περπατούσαμε και ακούγαμε σχόλια στα ιταλικά μα δεν τα καταλαβαίναμε.
Ως που κάποια στιγμή μας πλησίασε μία παρέα αντρών κι εμείς βρήκαμε ένα ταξί μπήκαμε μέσα και γυρίσαμε στο ξενοδοχείο. Μην σχολιάσω πως για απόσταση 3 λεπτών με το αμάξι πληρώσαμε 10 ευρώ θα εκνευριστώ. Συνοπτικά! Ναι η Νάπολη είναι ονειρική, έχει έναν συνδυασμό μυστηρίου και παλιού κινηματογράφου. Μπορείς να την περπατήσεις και να την γευτείς με το κουτάλι, να χαθείς στα στενά της, στα γραφικά της καφέ και εστιατόρια, στην παραλία της και στα μουσεία της. Αν προσέξεις και αποφύγεις τα όρια των προαστίων δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα. Μία σκέψη μου έμεινε από αυτό το ταξίδι, σίγουρα θα γυρίσω να σε ξαναδώ!