Parallax View

Επιθυμίες γονέων παιδεύουσιν τέκνα: Γιατί;

Το συγκρουσιακό δίπολο ανάμεσα σε γονείς και μαθητές για τη σχολική αλλά και την ακαδημαϊκή τους πορεία χρήζει προβληματισμού και μιας προσπάθειας επεξήγησης

Parallaxi
επιθυμίες-γονέων-παιδεύουσιν-τέκνα-γ-965903
Parallaxi

Λέξεις: Ιωάννης Μάινας (Μαθητής Λυκείου), Νικόλαος Παπαχρήστος (Πολιτικός Αναλυτής ΑΠΘ)

Η πανδημία του κορωνοιού υπήρξε για τους ανθρώπους και κυρίως για το εκπαιδευτικό σύστημα τόσο δημιουργική όσο και καταλυτική. Από τη μία πλευρά, υπήρξε δημιουργική, καθώς έθεσε στο κέντρο της εκπαίδευσης ένα νέο πλαίσιο, αυτό της τεχνολογίας και της εξ’ αποστάσεως μάθησης.

Με άλλα λόγια το Webex. Από την άλλη πλευρά, η εμφάνιση του ιού ήταν καταλυτική, γιατί έφερε στην επιφάνεια έναν άλλον ιό, βαθιά κρυμμένο που προϋπήρχε στο σύστημα και επηρέαζε τους μαθητές. Με άλλα λόγια, οι επιθυμίες των γονέων και η παρεμβατική τους στάση ως προς το μέλλον των παιδιών τους, πόσο μάλλον εάν αυτά βρίσκονται στην περίοδο των Πανελληνίων εξετάσεων. Αυτό το συγκρουσιακό δίπολο ανάμεσα σε γονείς και μαθητές για τη σχολική αλλά και την ακαδημαϊκή τους πορεία χρήζει προβληματισμού και μιας προσπάθειας επεξήγησης αυτού.

Για το λόγο αυτό, στο παρόν άρθρο και με αφορμή και τη διεξαγωγή των πανελληνίων εξετάσεων που όλο και πλησιάζουν, πραγματοποιείται μια προσπάθεια περιγραφής αυτού του βιώματος από τα μάτια του μαθητή Λυκείου Ιωάννη και την επεξήγηση αυτών των γεγονότων υπό το πρίσμα της Λακανικής θεώρησης της επιθυμίας με σκοπό τον προσδιορισμό των αιτιών αυτής της τετριμμένης ιστορίας.

Από την πρώτη μέρα που ένας νέος άνθρωπος έρχεται στον κόσμο μας, η μητέρα αισθάνεται ότι αυτό το παιδί είναι το ένα, το καλύτερο. Ο πατέρας θέλει να είναι όπως το έχει στο μυαλό του, αλλά ποιος θα του πει ότι το να είναι όπως εκείνος το φαντάζεται, θα το καταστήσει αυτόματα και ευτυχισμένο άνθρωπο! Στη συνέχεια, όταν το παιδί μιλήσει, οι γονείς ξεκινούν να παίζουν το ρόλο των κυνηγών ταλέντων. Ό, τι και να κάνει το παιδί, θα το συζητήσουν και αν συμφωνούν, θα βοηθήσουν το παιδί να το αναπτύξει. Για παράδειγμα, τραγουδάει το παιδί; Οι γονείς σκέφτονται «α! θα γίνει τραγουδιστής και θα βγάλει πολλά χρήματα και θα το σέβονται», άσχετο που το παιδί μπορεί να τραγουδάει και να ακούγεται σαν νύχια στον μαυροπίνακα.

Από την άλλη πλευρά, όταν γεννιέται μια κόρη, η μητέρα συμπεριφέρεται αντίστοιχα. Με άλλα λόγια, όπως κάθε μωρό είναι όμορφο, η μητέρα μπορεί να πει «η κόρη μου θα γίνει μοντέλο και θα την βλέπω και θα την καμαρώνω» και οτιδήποτε θέλουν οι γονείς, θα το κάνουν για να λένε «εμένα το παιδί μου έκανε αυτό και εκείνο και το άλλο…». Το τι θέλει όμως το παιδί, δεν μας νοιάζει, όχι! Όλα αυτά σε ένα παράλληλο σύμπαν συμβαίνουν και στο σχολικό πλαίσιο. Για παράδειγμα, υπάρχουν γονείς που αδιαφορούν για το τι ζητά η ψυχή των παιδιών τους και εστιάζουν στο βαθμοθηρικό σύστημα των πανελληνίων εξετάσεων που αν μη τι άλλο είναι ένα κενό χαρτί. Επομένως, το λένε στα παιδιά τους από νεαρή ηλικία, αλλά τι καταφέρνουν; Να τα αγχώνουν. Κι αν δεν περάσουν στον βασικό στόχο, τότε οι γονείς το παρουσιάζουν σαν το τέλος του κόσμου.

Όλα τα παραπάνω, εμφανίστηκαν πολύ πιο έντονα στην εποχή του Κορωναιού. Όσο κι αν θέλουμε να ξεχάσουμε τα όσα έφερε ο κορωνοιός, οι αναμνήσεις του μένουν ανεξίτηλες στο μυαλό μας και ειδικά στις σκέψεις μας ως μαθητές. Καταρχάς, η πρώτη αλλαγή ξεκίνησε από το σχολείο το οποίο αναγκάστηκε να παραιτηθεί έστω και προσωρινά από το πατροπαράδοτο σύστημα και να εκπέμψει από ένα άψυχο μηχάνημα, τον υπολογιστή. Με άλλα λόγια, η ανούσια εποχή του Webex ήταν γεγονός.

Εμείς, οι μαθητές, χαρήκαμε με την αιφνιδιαστική, απρόοπτη ανακοίνωση των ειδήσεων ότι τα σχολεία από εδώ και στο εξής θα ηχούσαν μέσα από τα σπίτια μας. Αλλά πού να φανταζόμασταν το τι θα ακολουθούσε. Αυτό που ακολούθησε ήταν ένας μαραθώνιος προσπαθειών σύνδεσης με το κάκιστο δίκτυο σε ένα καθημερινό ατελείωτο εφτάωρο όπου οι μαθητές από τη μια δήλωναν παρόντες, αλλά στην πραγματικότητα το πνεύμα τους ήταν απόν. Κι από την άλλη, οι καθηγητές βρέθηκαν αντιμέτωποι με την άγνοια του χειρισμού της τεχνολογίας όπου η εκπόνηση της ύλης δε χωρούσε πια. Όλα φαίνονταν πως είχαν χαθεί. Σε όλη αυτή την περίοδο βεβαίως, οι γονείς είχαν ακριβώς τις ίδιες απαιτήσεις με το παρελθόν μη δείχνοντας καμία κατανόηση για τα νέα δεδομένα. Θέλανε για άλλη μια φορά να αριστεύσουμε. Δεν άκουγαν τις δυσκολίες που βιώναμε και την αδυναμία μας να συγκεντρωθούμε σε ένα τέτοιο μαραθώνιο σχολείου και φροντιστηρίου μέσα από την οθόνη. Η επιθυμία τους να πετύχουμε ήταν μονόδρομος. Εμάς, δεν μας άκουγε κανείς.

Το αποτέλεσμα αυτής της κατάστασης ήταν ότι κυριάρχησε η διχόνοια ανάμεσα στο «μαθητές» και στην έννοια «άνθρωπος». Συγκεκριμένα, οι μαθητές χωρίστηκαν σε δύο κατηγορίες: σε αυτούς που ο φόβος κυριάρχησε και καταδυνάστευσε τη ψυχική τους δύναμη, γεγονός που τους οδήγησε στην παραίτηση. Δεν μπόρεσαν να ανταπεξέλθουν στα νέα δεδομένα. Από την άλλη, σε αυτούς που πείσμωσαν ως άνθρωποι και πέτυχαν το στόχο τους. Μπόρεσαν να διαχειριστούν το σχολείο, τον κορωνοιό, τις επιθυμίες των γονέων τους με τέτοιο τρόπο, ώστε να βγουν νικητές.

Πώς προκύπτουν, όμως, αυτές οι συνθήκες; Πιο αναλυτικά, ως προς την πρώτη κατηγορία, ας μη ξεχνάμε ότι στη σχολική πορεία ενός μαθητή υπόγεια επεμβαίνουν οι γονείς για την ακαδημαϊκή τους καριέρα. Αυτό το κάνουν μέσα από την παρέμβαση στα δικά μας όνειρα για να δουν να ζωντανεύουν τα δικά τους ανεκπλήρωτα όνειρα. Για παράδειγμα, οι γονείς έχουν τη λανθασμένη πεποίθηση ότι γνωρίζουν ποια κατεύθυνση μας ταιριάζει. Κι έπειτα, μας λένε «είσαι καλός στα μαθηματικά, γίνε πολιτικός μηχανικός» ή «αν πάλι είσαι καλός στη βιολογία, γίνει γιατρός» ενώ «αν είσαι καλός στην έκθεση, πρέπει να γίνεις δικηγόρος, όχι ζωγράφος». Φυσικά, η πιθανότητα επιλογής μιας μουσικής πορείας ή ό, τι θέλει η καρδιά μας αποτελεί προσβολή στον δικό τους καμβά ονείρων. Επομένως, δεν επιτρέπεται να ακουστεί.

Η αδυναμία των γονέων να εισακούσουν αληθινά τις επιθυμίες των παιδιών στηρίζεται τις περισσότερες φορές στην αίσθηση της μη δικής τους πληρότητας, σύμφωνα με τον Λακάν. Συγκεκριμένα, ο Λακάν τοποθετεί την αρχή της σχέσης μάνας και παιδιού από τη βρεφική ηλικία, από τη στιγμή που το μωρό μεγαλώνει στην κοιλιά της μητέρας του. Η πορεία αυτή όπου κάθε ανάγκη του βρέφους ικανοποιείται θεωρητικά, ολοκληρώνεται όταν το παιδί αρχίζει να μιλά, καθώς εκεί περνά στην επόμενη φάση, αυτή του συμβολικού, στη νέα διάσταση της γλώσσας η οποία ορίζει εκ νέου τη σχέση μάνας- παιδιού [1]. Οι νέοι ορίζοντες αναδιαμορφώνονται καθώς πλέον η διάσταση της γλώσσας διακόπτει την παλιά αδιάκοπη ικανοποίηση των αναγκών του βρέφους προς το άλλο: τη μητέρα [2]. Η ανάγκη του ατόμου περνά υπό το φίλτρο της ομιλίας, γεγονός που διαστρεβλώνεται ως ανάγκη και εμφανίζεται ως ένα «άλλο» που ονομάζεται επιθυμία, αλλά καταλήγει στο άτομο αλλοτριωμένο.

Συνεπώς, το θέλω ενός ανθρώπου είναι η «επιθυμία για κάτι άλλο, για αυτό που του λείπει» [3]. Όσον αφορά τον καθορισμό της, δεν υφίσταται ένα αντικείμενο, με τη κυριολεκτική έννοια του όρου, στο οποίο να ανάγεται η ικανοποίηση της επιθυμίας, αλλά προσδιορίζεται ως ένα «αντικείμενο-αίτιο της επιθυμίας (objet-petit-a): κάτι που ενσαρκώνει την έλλειψη και συγχρόνως συμπεριλαμβάνει μια προσδοκία αντιμετώπισης αυτής. Υπό την έννοια αυτή, οι γονείς αδυνατούν να γνωρίσουν αληθινά τα παιδιά τους καθώς δεν μπορούν να κατανοήσουν τις επιθυμίες τους, όταν σε προτεραιότητα θέτουν τις δικιές τους μη εκπληρωμένες ανάγκες.

Όμως, από την άλλη πλευρά, οι μαθητές που συμπεριφέρθηκαν ως «άνθρωποι» που οι γονείς τους τούς άφησαν την επιλογή του επαγγέλματος τους, πώς τα κατάφεραν; Μήπως τελικά, αυτή η διαστρέβλωση του αντικειμένου –επιθυμία- μπορεί να καθαρίσει εντελώς από τα θέλω των γονιών; Αν σκεφτούμε το παράδειγμα της Beyoncé, η ίδια είπε: “I had my ups and down but I always find the way out. I was served lemons but I made lemonades”. Τι θέλει να πει; Πως κάθε τι αρνητικό που μας φέρνει η ζωή, εμείς οφείλουμε να το κοιτάμε κατάματα και να παρατηρούμε το αισιόδοξο μήνυμα που κρύβεται πίσω από την οδύνη.

Πάντα υπάρχει λύση αν θέλουμε να τη δούμε. Η ενημέρωση, η δοκιμασία, η αφαίρεση των συμπλεγμάτων και των στερεοτύπων οδηγεί σε μονοπάτια λύτρωσης. Στο τέλος της ημέρας ποιος είναι πιο ευτυχισμένος; Αυτός που έχει βγάλει πολλά χρήματα ή αυτός που έχει πραγματοποιήσει το όνειρό του; και πού ξέρουμε; Μπορεί μια μέρα να βγάλουμε παραπάνω χρήματα από εκείνον που άκουσε μόνο τη τσέπη του. Αυτό, γιατί όταν ακολουθούμε τη ψυχή μας, τότε γινόμαστε βαθιά ευτυχισμένοι. Εσύ, ακόμα να ξεκινήσεις;

ΑΝΑΦΟΡΕΣ

− [1], [3] Σταυρακάκης, Γ. (2012). Η Λακανική Αριστερά, Ψυχανάλυση, Θεωρία, Πολιτική. 1st ed. Αθήνα: Εκδόσεις Σαββάλας, pp.265-295.

− [2] Belk, R., Ger, G. and Askegaard, S. (2000). The missing streetcar named desire. The Why of Consumption, [online] pp.98-114. Available at: https://www.researchgate.net/publication/313165709_The_missing_streetcar_named_desire [Accessed 30 Apr. 2018].. Διαβάστε περισσότερα εδώ: https://parallaximag.gr/featured/covid-katanalosi-kai-psychanalysi

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα