Εργαζόμενος εξαγωγικής βιομηχανίας
του Γιώργου Αγγελόπουλου Εργάζομαι σε μια εξαγωγική βιομηχανία που συνεχώς διευρύνει τον κύκλο εργασιών της στο εξωτερικό. Η βιομηχανία μας είναι ιδιοκτησίας αποκλειστικά ελληνικών κεφαλαίων. Ένα μέρος της «παραγωγής» μας ανέκαθεν εξάγονταν. Στην πραγματικότητα εξάγαμε σταθερά περίπου το ανώτερο ποιοτικά 5% της «παραγωγής» μας. Η στροφή μας προς την «αγορά του εξωτερικού» εντατικοποιήθηκε την τελευταία […]
του Γιώργου Αγγελόπουλου
Εργάζομαι σε μια εξαγωγική βιομηχανία που συνεχώς διευρύνει τον κύκλο εργασιών της στο εξωτερικό. Η βιομηχανία μας είναι ιδιοκτησίας αποκλειστικά ελληνικών κεφαλαίων. Ένα μέρος της «παραγωγής» μας ανέκαθεν εξάγονταν. Στην πραγματικότητα εξάγαμε σταθερά περίπου το ανώτερο ποιοτικά 5% της «παραγωγής» μας. Η στροφή μας προς την «αγορά του εξωτερικού» εντατικοποιήθηκε την τελευταία πενταετία. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι σήμερα πλέον εξάγουμε το 25% της «παραγωγής» μας και το ποσοστό αυτό είναι συνεχώς αυξανόμενο. Οποιαδήποτε οικονομοτεχνική μελέτη θα κατέληγε ότι ο κλάδος μας συνιστά υπόδειγμα επιτυχούς και υγιούς επιχειρηματικότητας. Οι κυβερνήσεις της τελευταίας πενταετίας θέλουν όμως να μας κλείσουν παρότι εργαζόμαστε σκληρότερα, παράγουμε περισσότερο ποιοτικά «προϊόντα» και εξάγουμε μεγαλύτερες ποσότητες της «παραγωγής» μας στο εξωτερικό!
Η κυβέρνηση κάνει ότι μπορεί να για δυσκολέψει την πρόσβαση της βιομηχανίας μας σε πρώτες «ύλες». Οι πρώτες «ύλες» που χρησιμοποιούμε είναι σε ποσοστό μεγαλύτερο του 90% ελληνικές – γεγονός που θα ζήλευε οποιοσδήποτε άλλος εξαγωγικός κλάδος της εθνικής μας οικονομίας. Η προσφορά πρώτης «ύλης» είναι σταθερή αλλά αν συνεχιστεί η κυβερνητική πολιτική οι πρώτες «ύλες» μας θα στραφούν σε άλλες βιομηχανίες. Επιπλέον δυσκολίες αντιμετωπίζουμε καθώς οι κυβερνητικές πολιτικές μας στερούν συστηματικά την τεχνογνωσία νέων ερευνητικών αποτελεσμάτων που θα ενίσχυαν την αποδοτικότητά μας.
Οι καθαροί μισθοί των εργαζομένων του κλάδου μας έχουν μειωθεί κατά 23%-28% τα τελευταία 4-5 χρόνια. Έχουμε όμως ουσιαστικά στερηθεί τα δώρα Χριστουγέννων, Πάσχα και θερινής άδειας (παραμένουν ως δείγματα…). Λάβετε επίσης υπόψη ότι για να συνεχίσουμε να εργαζόμαστε στον κλάδο μας απαιτούνται τουλάχιστον 2 ταξίδια 3-4 ημερών το καθένα εκτός έδρας το χρόνο (κατά προτίμηση ένα στο εσωτερικό και ένα στο εσωτερικό). Παλαιότερα η εργοδοσία μας κάλυπτε το κόστος αυτών των απαραίτητων για το επάγγελμά μας ταξιδιών. Τώρα, αν είμαστε τυχεροί, θα πάρουμε μέρος μόνο των εξόδων του ταξιδιού στο εσωτερικό. Αν συνυπολογίσουμε όλες αυτές τις απώλειες φτάνουμε σε μια πραγματική μείωση εισοδήματος άνω του 40% σε ετήσια βάση.
Αρκετοί συνάδελφοι μετανάστευσαν στο εξωτερικό και πολλοί περισσότεροι θα ακολουθήσουν τα επόμενα χρόνια αν συνεχιστεί η ίδια κατάσταση. Ορισμένοι παραιτήθηκαν των προσπαθειών για τη βελτίωση της βιομηχανίας μας και βολεύονται με απογευματινές «δουλίτσες» εκτός του χώρου και πέραν του ωραρίου εργασίας μας. Αλλεπάλληλες κυβερνήσεις τις τελευταίες δύο δεκαετίες φρόντισαν να παρέχουν το θεσμικό πλαίσιο για να υπάρχουν αυτές οι «δουλίτσες» αδιαφορώντας για τη ζημιά που υφίσταται ο κλάδος μας. Η κατάσταση γίνεται ακόμα χειρότερη καθώς η κυβέρνηση ελέγχει το ρυθμό πρόσληψης νέων συναδέλφων. Νέοι συνάδελφοι διορίζονται με πραγματική αναλογία που αγγίζει το 1 καινούργιος για κάθε 10 αποχωρήσαντες.
Τα παραπάνω ακούγονται παράλογα. Καμία κυβέρνηση δεν θα υπονόμευε μια τέτοια κραταιά βιομηχανία ελληνικής ιδιοκτησίας που αυξάνει τις εξαγωγές της συμπιέζοντας το κόστος παραγωγής. Αναγνωρίζω βέβαια ότι η πλειοψηφία των συναδέλφων μου διαπράττει ένα ολέθριο λάθος: είμαστε συχνά στενά συνδεδεμένοι με τα «προϊόντα» που «παράγουμε». Θέλουμε να τα δούμε να έχουν την πιο δυναμική διεθνή πορεία αλλά ταυτόχρονα επιθυμούμε μια μέρα να επιστρέψουν πάλι στην πηγή της «παραγωγής» τους. Δίπλα μας, κοντά μας για να αποτελέσουν τον ελπιδοφόρο κινητήριο μοχλό αυτής της χώρας. Φιλοδοξούμε η «παραγωγή» μας να ξεπεράσει εμάς που την «παράγαμε». Κατανοώ ότι αυτός ο φτηνός μπανάλ προ-καπιταλιστικών καταβολών συναισθηματισμός λειτουργεί ως τροχοπέδη για την εξαγωγική μας πορεία, άνθρωποι είμαστε λάθη κάνουμε. Αναγνωρίζω επίσης ότι στην όλη εξαγωγική μας δραστηριότητα υπάρχει κάτι πρωτοφανές που η οικονομική επιστήμη δεν μπορεί ακόμα να εξηγήσει: το κάθε «προϊόν» που «παράγουμε» στοιχίζει κατά μέσο όρο 10.000 Ευρώ και απαιτεί 4-6 τουλάχιστον χρόνια εργασίας. Τα «ραφιναρισμένα προϊόντα» απαιτούν ακόμα και 7-8 χρόνια παραγωγικής επεξεργασίας. Εμείς όμως τα εξάγουμε τζάμπα και συχνά παρά τη θέλησή τους!
Παρακαλώ αντικαταστήστε τις λέξεις «παραγωγή» και «προϊόντα» με τον όρο «απόφοιτοι ΑΕΙ». Αντικαταστήστε τις λέξεις «ραφιναρισμένα προϊόντα» με τον όρο «διδάκτορες». Αντικαταστήστε τη λέξη «ύλη» με τον όρο «απόφοιτοι Λυκείου». Αντικαταστήστε τη λέξη «εξαγωγή» με τον όρο «μετανάστευση επιστημονικού δυναμικού στο εξωτερικό». Αντικαταστήστε τις λέξεις «αγορά του εξωτερικού» με τους όρους πανεπιστήμια, ερευνητικά κέντρα, νοσοκομεία, σχολεία, μονάδες παραγωγής και κάθε λογής υπηρεσίες στην αλλοδαπή. Αντικαταστήστε τη λέξη «βιομηχανία» με τον όρο «ΑΕΙ». Αναλογιστείτε τις συνέπειες που η ανεργία του 65% των νέων έως 24 ετών (επίσημα στοιχεία ΕΛΣΤΑΤ) έχει στην αιμορραγία επιστημονικού δυναμικού, στην καταστροφή της έρευνας και στην ακύρωση των αναπτυξιακών προοπτικών της χώρας μας.