Ερωτευμένος με την Καλίντα…

Ανήκω σε μια γενιά που ναι μεν (ενδεχομένως) νοσταλγεί τους «Απαράδεκτους», πλην δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος για να εθιστεί μέχρι καψίματος στις αμερικάνικες σειρές

Άκης Δήμου
ερωτευμένος-με-την-καλίντα-215081
Άκης Δήμου

Ερωτευμένος με την Καλίντα*… ή με τη Φιόνα Γκάλαχερ*. Την Κλερ Άντεργουντ (House of cards). Τον προσφιλή μας Νέιτ Φίσερ* (ο αιφνίδιος θάνατός του υπήρξε πλήγμα για όλους). Με τον Νίκολας Μπρόντι (Homeland), παλιότερα. Τον Χάρβεϊ Σπέκτερ (Suits), παλιότερα και τώρα. Με τη Λίνα, την θυμωμένη βοηθό του “Ρέι Ντόνοβαν“. Και με τον ίδιο τον Ρέι βεβαίως, ιδίως στις σκηνές που ξεσπάει. Και με τον Ντον Ντέιπερ (Mad men), εννοείται. Και μ’ ένα σωρό άλλους και άλλες, ανάλογα με το φεγγάρι και τη φαντασίωση.

Αποενοχοποιημένος εντελώς, συμφιλιωμένος από νωρίς με την πετριά να ερωτεύομαι αγνώστους, αν δεν υπήρχαν και στην πραγματικότητα ακόμη καλύτερα. Είχα την ιδανική δικαιολογία όποτε σώπαιναν όταν τους ζητούσα να βγούμε. Κι ούτε που μ’ ένοιαζε ότι κανείς τους ποτέ δεν θα μάθαινε ότι εγώ αγωνιούσα για την τύχη του περισσότερο απ’ όσο ο ίδιος. Για την ατυχία του, δηλαδή. Η τύχη δεν σε κάνει ποτέ ήρωα μιας τηλεοπτικής σειράς, αυτό το ξέρει και ο τελευταίος βοηθός σεναριογράφου, από τη Νέα Υόρκη μέχρι τα Σπάτα (αν και για τα Σπάτα δεν παίρνω κι όρκο). Γιατί περί αυτού πρόκειται.

Απ’ όσο ακούω γύρω μου, ανήκω σε μια γενιά που ναι μεν (ενδεχομένως)  νοσταλγεί τους «Απαράδεκτους», πλην δεν χρειάστηκε πολύς χρόνος για να εθιστεί μέχρι καψίματος στις αμερικάνικες σειρές. Και, παρόλο που σιχαίνομαι να ανήκω σώνει και καλά κάπου (και πόσο μάλλον σε οποιαδήποτε «γενιά»), έχω περάσει άπειρες ώρες μιλώντας για την HBO ή το Netflix και ακόμη απειρότερες παρακολουθώντας κατά καιρούς διαδρομές ανθρώπων, που δεν χρειάστηκαν παρά ένα, άντε δυο επεισόδια για να εγκατασταθούν στο καθιστικό μου ντύνοντας με τα μυστήριά τους μια (τι να λέμε τώρα) μάλλον ρακένδυτη καθημερινότητα.

Πώς έγινε αυτό δεν κατάλαβα. Προφανώς, η πλήξη. Ή η ανάγκη του ανθρώπου να ακούει ιστορίες. Όσο πιο μακριά από κείνον, τόσο καλύτερα. Οι ευφυέστεροι, έτσι κι αλλιώς, θα κάνουν μόνοι τους τις αναγωγές, θα αναγνωρίσουν τις συγγένειες. Εξάλλου, οι αλήθειες είναι ίδιες για όλους κι, όπως και να τις πεις, άμα είναι αληθινές σε φτάνουν, όχι; Τέλος πάντων, δεν έχει σημασία. Κι αν έχει, βαριέμαι να την ψάξω. Το μόνο που ξέρω είναι ότι ένα βράδυ που δεν είχα τι να κάνω (ήταν πολλά αυτά τα βράδια, όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια), η (ξανθιά, βεβαίως) Έμιλυ Θορν και η (μελαχρινή, φυσικά) Βικτώρια Γκρέισον (αθάνατο «Revenge» – 89 σαραντάλεπτα επεισόδια) μ’ έβαλαν διαιτητή στο θανάσιμο παιχνίδι τους. Ήταν ωραίες, ήταν αδίστακτες, ήταν έρμαια της μοίρας τους. Και ήταν αποφασισμένες η καθεμιά τους να βγάλει τα μάτια της άλλης, μέχρι τελικής πτώσης: καθόλου χριστιανικό αλλά με τρέλαινε.

Μετά, άρχισε η παρέλαση των απεγνωσμένων: άντρες και γυναίκες στην κόψη της ηλικίας τους. Όμορφοι και καταραμένοι. Με ρευστές ταυτότητες, με αβυσσαλέες φιλοδοξίες, με ανελέητους πόθους και ξεκούμπωτες πληγές που λεκιάζουν τα ατσαλάκωτα  Prada τους (επικεφαλής, η  Πάτυ Χιουζ στο Damages – 59 ωριαία επεισόδια). Με όπλο ή χωρίς (αν και ποτέ δεν είσαι χωρίς όπλο. Ακόμη κι αν δεν κουβαλάς τριανταοχτάρι, κουβαλάς άλλα), φρεσκοκουρεμένοι ή επιμελώς άλουστοι, ολόδροσοι σαν σορμπέ μέντας παρά τις πυρκαγιές που τους έχουνε πάρει και τους έχουνε σηκώσει μέσα τους, πνιγμένοι σε ωκεανούς ουίσκι και διπλών καπουτσίνο, αποδεκατισμένοι από μυστικά, ενοχές, κάβλες, μεταφυσικές αγωνίες, σαρκοβόρες αντιζηλίες και αβυσσαλέες τύψεις που από κύκλο σε κύκλο επεισοδίων γιγαντώνονταν. Χωρίς καμία απάντηση αλλά με αμέτρητες ερωτήσεις – παραλλαγές στο θέμα του Ρότζερ Στέρλινγκ των «Mad Men» όταν μονολογεί στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή του (στο πρώτο επεισόδιο του έκτου κύκλου): «Πώς εκτυλίσσεται μια ζωή; Είναι σα να αντικρίζεις μια πόρτα για πρώτη φορά και αναρωτιέσαι “τι να βρίσκεται στην άλλη πλευρά της πόρτας;” Αφού ανοίξεις μερικές τέτοιες πόρτες, σκέφτεσαι: “Νομίζω ότι θέλω να περάσω μια γέφυρα. Βαρέθηκα τις πόρτες.” Ώσπου τελικά συνειδητοποιείς ότι μόνο αυτό υπάρχει: πόρτες και παράθυρα και γέφυρες και πύλες. Και ανοίγουν με τον ίδιο τρόπο. Και κλείνουν πάντα πίσω σου. »

Κλισέ και ανατροπές, κλιμακώσεις και υφέσεις, υποδόρια πολιτικά σχόλια και διακειμενικές συνομιλίες (μέτρα πόσος Μάκβεθ χωράει στο « House of cards» ή πόσος Τέννεση Ουίλιαμς στον παραπάνω μονόλογο του Ρότζερ), σοφό μοντάζ, τα απαραίτητα λόγια και τα ακόμη πιο απαραίτητα βλέμματα: πιάσε καναπέ, η μηχανή σε πάει από μόνη της.

Η Αμερική του Μανχάταν και η «άλλη» Αμερική της καθ’ έξιν παραβατικής οικογένειας Γκάλαχερ («Shameless» για πάντα!). Η λεωφόρος Μάντισον των τρελαμένων διαφημιστών, το ιντριγκαδόρικο Σικάγο της Αλίσια Φλόρικ, η Καλιφόρνια του «Six feet under» με το γραφείο τελετών και την politically incorrect συμπεριφορά της οικογένειας Φίσερ, ο σκανδαλώδης Λευκός Οίκος της Ολίβια Πόουπ (Scandal), η Σίλικον Βάλεϊ και η αίθουσα διδασκαλίας της Άναλιζ Κίτινγκ (How to get away with murder)… Ζωές που τρίζουν πέρα από τον Ατλαντικό και που, ναι, όντως, πράγματι, έχεις δίκιο, προσυπογράφω, καμία αντίρρηση, πέφτεις πάνω τους με τα μούτρα για ν’ αποφύγεις ν’ ακούσεις τα τριξίματα της δικής σου (στην δύσοσμη όχθη του Θερμαϊκού). Αλλά το «Suits» μπήκε μόλις στον έβδομο κύκλο, δεν θα το συζητήσουμε τώρα αυτό.-

*Ηρωίδες της σειράς που ολοκληρώθηκε πέρυσι, “The Good Wife”

 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα