Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης: Από τη σινεφιλία στην αμηχανία

της Λίνας Μυλωνάκη Εικόνες: Ελένη Βράκα, Motion Team Βήμα προώθησης της κινηματογραφικής δημιουργίας ή πεδίο συγκρούσεων για το ελληνικό σινεμά; Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης υπήρξε εξαρχής και τα δύο. Ταυτισμένο με την ιστορία της σύγχρονης Θεσσαλονίκης όσο λίγοι πολιτιστικοί θεσμοί, το φεστιβάλ αντιμετωπίζει στα 55 του χρόνια μία ακόμη παρατεταμένη κρίση, που το βρίσκει μετέωρο: […]

Λίνα Μυλωνάκη
φεστιβάλ-κινηματογράφου-θεσσαλονίκη-30912
Λίνα Μυλωνάκη
festival_1.jpg

της Λίνας Μυλωνάκη

Εικόνες: Ελένη Βράκα, Motion Team

Βήμα προώθησης της κινηματογραφικής δημιουργίας ή πεδίο συγκρούσεων για το ελληνικό σινεμά; Το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης υπήρξε εξαρχής και τα δύο. Ταυτισμένο με την ιστορία της σύγχρονης Θεσσαλονίκης όσο λίγοι πολιτιστικοί θεσμοί, το φεστιβάλ αντιμετωπίζει στα 55 του χρόνια μία ακόμη παρατεταμένη κρίση, που το βρίσκει μετέωρο: χωρίς διορισμένο καλλιτεχνικό διευθυντή (από τον περασμένο Μάρτιο ο Δημήτρης Εϊπίδης τελεί υπό παραίτηση, η οποία δεν έγινε δεκτή από το ΥΠΠΟ) και με οικονομική αβεβαιότητα για το μέλλον. 

Η ιστορία του φεστιβάλ ήταν εξαρχής ανατρεπτική σαν κινηματογραφικό σενάριο, με πρωταγωνιστές, δράματα, εντάσεις και σασπένς. Το στοιχείο της κρίσης ήταν στη φύση του φεστιβάλ από την ίδρυσή του (1960) μέχρι σήμερα. Ήδη από την Εβδομάδα Ελληνικού Κινηματογράφου (1960-1966), που προηγήθηκε της σημερινής μορφής, σημειώθηκαν αντιπαραθέσεις για το παρόν και, κυρίως, το μέλλον του θεσμού. Η ύπαρξή του τέθηκε συχνά στο στόχαστρο, αφού η μεταφορά της έδρας από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα εμφανίστηκε από την πρώτη κιόλας διοργάνωση και συνοδεύει έκτοτε το θεσμό ως μόνιμη απειλή.

Η αμφισβήτηση ήταν ένα ακόμη εγγενές στοιχείο του φεστιβάλ: Κινηματογραφιστές, παραγωγοί, θεατές, επίσημο κράτος και φορείς της πόλης εξέφρασαν κατά καιρούς ενστάσεις για την ταυτότητα του θεσμού, που επί δεκαετίες μετεωρίστηκε ανάμεσα στο εμπορικό και το ποιοτικό, το δημοφιλές και το καλλιτεχνικό, με κοινό παρονομαστή την προβολή του ελληνικού κινηματογράφου. Το φεστιβάλ βίωσε έντονα την παρατεταμένη κρίση του ελληνικού κινηματογράφου (δεκαετίες ’80 & ’90) που, τουλάχιστον μέχρι την κατάργηση του ελληνικού διαγωνιστικού τμήματος (1997), έβλεπε στο φεστιβάλ το μοναδικό φορέα προώθησης.

Αλλαγές ταυτότητας

Η μετάβαση από τον «παππού» του ελληνικού σινεμά Γρηγόρη Δανάλη στον κριτικό κινηματογράφου Μισέλ Δημόπουλο ως καλλιτεχνικό διευθυντή (1991-2004), με πρόεδρο το Θόδωρο Αγγελόπουλο, ταυτίζεται με τη διεθνοποίηση του θεσμού. Το φεστιβάλ ξεφεύγει από τις συντεχνιακές αντεγκλήσεις του ελληνικού σινεμά της εποχής και γίνεται εξωστρεφές μέσα από δύο διαγωνιστικά τμήματα για ταινίες μεγάλου μήκους: το ελληνικό και το διεθνές, με ταινίες πρωτοεμφανιζόμενων σκηνοθετών, που διαγωνίζονται για το Χρυσό και τον Αργυρό Αλέξανδρο και σημαντικά χρηματικά έπαθλα.

Με παράλληλα προγράμματα («Νέους Ορίζοντες» του Δημήτρη Εϊπίδη και «Ματιές στα Βαλκάνια» του Δημήτρη Κερκινού) το φεστιβάλ προωθεί τη σινεφιλία και γνωρίζει το ανεξάρτητο σινεμά, με αφιερώματα σε αχαρτογράφητες εθνικές κινηματογραφίες και δημιουργούς παγκόσμιας φήμης (Cassavetes, Dassin, Ossima, Kislowski, Moretti, Bertolucci, Chiarostami κ.ά.), ενώ αποκτά Μουσείο Κινηματογράφου (1997) και Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ (1999), υπό τη διεύθυνση του Δημήτρη Εϊπίδη.

Η αλλαγή σκυτάλης από το Μισέλ Δημόπουλο στην παραγωγό Δέσποινα Μουζάκη (2005), με πρόεδρο τον ηθοποιό Γιώργο Χωραφά, συνοδεύεται από πολλαπλασιασμό των δράσεων, με έμφαση στην παραγωγή και τα αναπτυξιακά προγράμματα (Agora, Crossroads, Works in Progress, Generation Next), τις ψηφιακές τεχνολογίες (Digital Wave) και την κινηματογραφική εκπαίδευση (Salonica Studio, εκδόσεις). Οι «Νέοι Ορίζοντες» αντικαθίστανται από τις εξίσου σινεφιλικές «Ημέρες Ανεξαρτησίας» του Λευτέρη Αδαμίδη. Στην πιο εμπορική του εποχή, στο μοντέλο μεγάλων κινηματογραφικών αγορών (Κάννες, Βερολίνο), το φεστιβάλ προσπαθεί να κερδίσει αίγλη με άνοιγμα στους επαγγελματίες του σινεμά και με διάσημους προσκεκλημένους (Francis Ford Coppola, Isabelle Huppert, John Malkovich, Oliver Stone, Jim Giannopoulos).

Η παραίτηση Μουζάκη (Μάιος 2010), λίγους μήνες μετά το επετειακό —και επεισοδιακό λόγω της κόντρας με τους Κινηματογραφιστές στην Ομίχλη— 50ό φεστιβάλ, ξαναφέρνει στο προσκήνιο το Δημήτρη Εϊπίδη ως καλλιτεχνικό διευθυντή. Τα πυρά στη θητεία Μουζάκη, η οποία κατηγορήθηκε για «γιγαντισμό της διοργάνωσης και υπέρογκα χρέη», καταλαγιάζουν προσωρινά. Η οικονομική κρίση επιβάλει δραματικές περικοπές στη χρηματοδότηση και μείωση των δράσεων, ενισχύοντας την εσωστρέφεια.

Αδύναμη ελληνική παρουσία

Η φιλοσοφία του συμμαζέματος από το Δημήτρη Εϊπίδη και η κόντρα με την προηγούμενη διοίκηση φέρνουν νέες γκρίνιες. Η κρίση υφέρπει, όχι μόνο στα οικονομικά, αλλά κυρίως στη σχέση με τους Έλληνες κινηματογραφιστές, που κορυφώνεται με την κατάργηση των Κρατικών Βραβείων Ποιότητας (2009) και την απώλεια του διαγωνιστικού χαρακτήρα του ελληνικού τμήματος.

Παρά την ανάδειξη του ελληνικού «νέου κύματος» σε διεθνείς διοργανώσεις, το φεστιβάλ στέκεται αμήχανο απέναντι στην ελληνική ταινία. Ζητούμενο παραμένει ο ρόλος του στο ελληνικό σινεμά συνολικά, που κατά γενική ομολογία έχει ατονήσει σημαντικά (το 2013 παρουσιάστηκαν μόλις 8 ελληνικές ταινίες). Οι Έλληνες κινηματογραφιστές του γυρνούν την πλάτη, ενώ λείπει ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα γραφής της πρόσφατης κινηματογραφικής παραγωγής, ενδεχομένως υπό τη μορφή ενός πανοράματος ελληνικού κινηματογράφου, που θα επιτρέψει στους εκπροσώπους του Τύπου, Έλληνες και ξένους, να γνωρίσουν το σύγχρονο ελληνικό σινεμά.

Το φετινό αφιέρωμα στα 100 χρόνια ελληνικού κινηματογράφου για τα 55 χρόνια φεστιβάλ και οι συνεχείς διακηρύξεις για ενίσχυση του ελληνικού χαρακτήρα από τον απερχόμενο (και επόμενο;) Πρόεδρο, το σκηνοθέτη Γιάννη Σμαραγδή, φανερώνουν τη σπουδή της διοίκησης να διευθετήσει το θέμα. «Αγκάθι» ωστόσο παραμένει η επεισοδιακή —και πρόχειρη— διαχείριση της διοίκησης του φεστιβάλ συνολικά από το αρμόδιο Υπουργείο Πολιτισμού. Την παραίτηση του Δημάρχου Θεσσαλονίκης Γιάννη Μπουτάρη από τη θέση του προέδρου του φεστιβάλ –και ό,τι αυτό συνεπάγεται για την απεμπλοκή του πρώτου Δήμου της πόλης από τα διοικητικά του θεσμού, ακολούθησε η αντικατάστασή του από το Γιάννη Σμαραγδή, η θητεία του οποίου επίσης έληξε και δεν έχει (επισήμως τουλάχιστον) ανανεωθεί. Μετέωρη είναι και η θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή, με το Δημήτρη Εϊπίδη σε ένα ιδιότυπο καθεστώς, χωρίς επίσημη απάντηση του ΥΠΠΟ και εν τω μέσω αντεγκλήσεων από μερίδα των κινηματογραφιστών και τον ΣΥΡΙΖΑ για «αυταρχισμό, απουσία χρηστής διοίκησης» και «καθεστώς μειωμένης διαφάνειας».

Ελπίδα στο θολό τοπίο παραμένουν εργαζόμενοι και εθελοντές του φεστιβάλ, αφοσιωμένοι στο σινεμά παρά τις αντιξοότητες, όπως και οι χιλιάδες σινεφίλ κάθε ηλικίας, που εδώ και χρόνια γεμίζουν τις αίθουσες. Στα 55 του το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης δεν έχει χάσει (ακόμη) το ραντεβού με το κοινό.

ΣΤΑΘΜΟΙ ΣΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ 25 ΧΡΟΝΙΑ ΤΟΥ ΦΕΣΤΙΒΑΛ

1992: Το φεστιβάλ διεθνοποιείται

1995: Κυκλοφορεί το Πρώτο Πλάνο, η εφημερίδα του φεστιβάλ

1997: Το ελληνικό διαγωνιστικό καταργείται Το φεστιβάλ επιστρέφει στο Ολύμπιον Ιδρύεται το Μουσείο Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης

1999: Ιδρύεται το Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης Εγκαινιάζονται οι αποθήκες στο λιμάνι ως χώροι του φεστιβάλ

2009: Καταργούνται τα Κρατικά Βραβεία Ποιότητας του ΥΠΠΟ

2003: Ξεκινά το Balkan Fund

2005: Ιδρύεται η Agora και το Crossroads

2006: Ιδρύεται το Salonica Studio και το Industry Centre

2009: Καταργούνται τα Κινηματογραφικά Βραβεία Ποιότητας του ΥΠΠΟ

2012: Ιδρύεται η Ταινιοθήκη Θεσσαλονίκης

2013: Λειτουργεί η Κινηματογραφική Βιβλιοθήκη

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα