Fisherman’s Blues
Στην παραλία της Θεσσαλονίκης η συνάντηση της πόλης με τη θάλασσα μοιάζει να πραγματοποιείται σε μια ατμόσφαιρα διάχυτης ηρεμίας. Η πόλη φαίνεται να προσπαθεί να μιμηθεί την υδάτινη επιφάνεια, δημιουργώντας μια επίπεδη, αρυτίδωτη επιδερμίδα, η οποία κρατά το παραλιακό μέτωπο πειθαρχημένο σε ολόκληρο το μήκος του. Αυτή η σκληρή επιπεδότητα επιτρέπει σε όλους εμάς να […]
Στην παραλία της Θεσσαλονίκης η συνάντηση της πόλης με τη θάλασσα μοιάζει να πραγματοποιείται σε μια ατμόσφαιρα διάχυτης ηρεμίας. Η πόλη φαίνεται να προσπαθεί να μιμηθεί την υδάτινη επιφάνεια, δημιουργώντας μια επίπεδη, αρυτίδωτη επιδερμίδα, η οποία κρατά το παραλιακό μέτωπο πειθαρχημένο σε ολόκληρο το μήκος του. Αυτή η σκληρή επιπεδότητα επιτρέπει σε όλους εμάς να την χρησιμοποιούμε σαν μια ακόμη πλατεία, η οποία απότομα και τελείως συμπτωματικά βυθίζεται στη θάλασσα, σταματώντας τις καντίνες και τα εκθεσιακά περίπτερα.
Η μόνη τελικά παράταιρη παρουσία είναι αυτή των ψαράδων στην άκρη της πλατείας, οι οποίοι απομακρύνονται όλο και περισσότερο διωγμένοι, θα έλεγε κανείς, απ’ όλες αυτές τις φυσιολογικές δραστηριότητες.
Παρόλα αυτά το τελευταίο διάστημα η «ηρεμία» της πλατείας, στο σημείο όπου το άγαλμα του εθνάρχη στέκεται ατενίζοντας, έχει καίρια διαταραχτεί. Τόνοι χώματος, σπασμένου τσιμέντου και χαλικιών έχουν αντικαταστήσει τα πλακάκια. Το προβλέψιμο και ασφαλές δάπεδο της παραλίας έχει μετατραπεί σε ένα απείθαρχο, ακατέργαστο τοπίο. Το εργοτάξιο του τελευταίου κομματιού της Νέας Παραλίας μοιάζει να εκφυλίζει τον ήρεμο χαρακτήρα του παραλιακού μετώπου. Πράγματι ενώ αυτό ξεκινά από το Μέγαρο και ξεδιπλώνεται ήρεμα κατά μήκος της θάλασσας, μέσα από ένα γαλήνιο συνδυασμό στοιχημένων παρτεριών και κλωνοποιημένων πεύκων ξαφνικά μετατρέπεται σε μια απρόβλεπτη, κυκλοθυμική επιφάνεια γεμάτη χωμάτινες εξάρσεις. Η πλακόστρωση μοιάζει να τραβήχτηκε υπακούοντας στην άμπωτη, αφήνοντας τα δέντρα, τις ομπρέλες του Ζογγολόπουλου και την ημισέληνο να θυμίζουν νησιά μιας αποξηραμένης θάλασσας. Το εργοτάξιο της νέας Νέας Παραλίας είναι μια άγρια πραγματικότητα. Αυτό είναι όμως λογικό, καθώς βρίσκεται σε μια διαδικασία μετασχηματισμού. Μια φάση κατά την οποία αποκτά τα μόνιμα χαρακτηριστικά της. Μια προσωρινή κατάσταση. Μια, θα μπορούσαμε να πούμε, χωρική εφηβεία.
Ως έφηβος η Νέα παραλία δικαιούται να είναι απρόβλεπτη και δύσκολη και αυτό ακριβώς κάνει. Δεν ανησυχεί για τους πεζούς, επισήμως μάλιστα τους απαγορεύει την ίδια τους την παρουσία στον ιδιαίτερο χώρο της. Δεν την ενδιαφέρει καθόλου η εμφάνισή της, καθώς ξεδιπλώνεται ατημέλητη δίπλα από τις ενήλικες εκδοχές της. Όταν βρέχει γίνεται τελείως αφιλόξενη και τότε κανείς δεν μπορεί να την προσεγγίσει. Η περίοδος αυτή της Νέας παραλίας είναι πράγματι δύσκολη.
Παρά τις δυσκολίες του χαρακτήρα της όμως το κομμάτι αυτό της νέας παραλίας αποτελεί χωρίς αμφιβολία την πιο συναρπαστική παρουσία του παραλιακού μετώπου. Οποιοσδήποτε ποδηλάτης ή δρομέας με μια ροπή προς την περιπέτεια μπορεί να το επιβεβαιώσει, ενώ είναι ίσως η μοναδική περιοχή της Θεσσαλονίκης όπου η μυρωδιά του χώματος μετά τη βροχή είναι τόσο έντονη. Από αυτούς τους λόφους μπορούμε να δούμε τη Θεσσαλονίκη μέσα από νέες οπτικές γωνίες και να αναρωτηθούμε αν πράγματι η επιδερμίδα της οφείλει να είναι τόσο λεία κι επίπεδη.
Οι ψαράδες μπορούν πλέον να φαντασιώνονται ότι έχουν ξεφύγει από το θόρυβο της πόλης, καθώς οι λόφοι έχουν καταφέρει να διώξουν τις καντίνες και όλους αυτούς που δεν εκτιμούν τη σημασία της ησυχίας. Από τις ίδιες όμως χωμάτινες κορυφές μπορούμε δυστυχώς να ατενίσουμε και τη μελλοντική, αξιοπρεπή της μορφή, η οποία γοργά την προσεγγίζει, θυμίζοντας μας ότι όλη αυτή η περιπετειώδης χωρική παρουσία σύντομα θα χαθεί.
Γιατί όσο και αν κάποιοι από μας τη βρίσκουν συναρπαστική, όσον και αν ο ατίθασος της χαρακτήρας μας αρέσει, η νεαρή παραλία παραμένει ένα εργοτάξιο και ως τέτοιο είναι καταδικασμένη να διαρκέσει λίγο, όπως άλλωστε και η νεότητα.