Φόνος στο Κοινοβούλιο

Λέξεις: Δανάη Χατζόγλου Ο φόνος έγινε στις 14 Φεβρουαρίου μέσα στο Κοινοβούλιο της χώρας μου και συμμετείχαν όλοι οι Άρχοντες της Βουλής. Είχαμε μάθει ότι μια γυναίκα θα υπερασπιστεί το Θύμα και το γεγονός αυτό μας έδωσε κάποιες ελπίδες. Όμως τα μηνύματα δεν ήταν θετικά και ομολογώ πως πολλοί βλέπαμε το Κακό να έρχεται. Θέλαμε […]

Δανάη Χατζόγλου
φόνος-στο-κοινοβούλιο-45908
Δανάη Χατζόγλου
1.jpg

Λέξεις: Δανάη Χατζόγλου

Ο φόνος έγινε στις 14 Φεβρουαρίου μέσα στο Κοινοβούλιο της χώρας μου και συμμετείχαν όλοι οι Άρχοντες της Βουλής. Είχαμε μάθει ότι μια γυναίκα θα υπερασπιστεί το Θύμα και το γεγονός αυτό μας έδωσε κάποιες ελπίδες. Όμως τα μηνύματα δεν ήταν θετικά και ομολογώ πως πολλοί βλέπαμε το Κακό να έρχεται. Θέλαμε να φωνάξουμε στην Υπερασπιστή του Θύματος “κουράγιο, δεν είσαι μόνη”, αλλά η Πολιτική στην πατρίδα μου είναι ένα βαθύ Πηγάδι με ερπετά, γλίτσα και σκοτάδι. Εμείς δεν μπαίνουμε.

Την είδαμε εκείνη την ημέρα στη Βουλή και τρομάξαμε. Ήταν μια λεπτή και εύθραυστη γυναίκα με καθαρά μάτια. Θα την φάνε, είπαμε. Και έτσι έγινε. Οι μαχαιριές έπεσαν από την πρώτη στιγμή. Την χτυπούσαν οι Άρχοντες της δικής της Πτέρυγας. Σηκώνονταν ένας ένας την έβριζαν, τη λοιδoρούσαν, την έφτυναν. Για να παίρνουν κουράγιο, οι άθλιοι, θύμωναν και στρίγκλιζαν και μετά τη μαχαίρωναν. Είδαμε οκτώ άντρες και μια γυναίκα, αλλά ήταν και άλλοι. Οι υπόλοιποι Άρχοντες, ως Πόντιοι Πιλάτοι, περίμεναν κρυφογελώντας την εξέλιξη του δράματος. Εκείνη λύγιζε με κάθε μαχαιριά, αλλά δεν έπεφτε. Το αίμα λέρωσε όλη την Πτέρυγα. Έβγαινε για λίγο έξω, τη φρόντιζαν, έδεναν τις πληγές της, της έδιναν κάτι για να μην πονάει και την ξανάστελναν μέσα. Την τελευταία φορά βγήκε έξω παραπατώντας. Δεν της είχε μείνει άλλο κουράγιο. Δεν θα αντέξει άλλο, είπαμε. Τρέξαμε όσοι μπορούσαμε στο Πηγάδι και φωνάξαμε στον Πρωθυπουργό των Αρχόντων: “μην την αφήνεις μόνη, πάρε πίσω τον Θανατηφόρο Νόμο”. Δεν ακούστηκε τίποτε. Μάθαμε μετά ότι τον Πρωθυπουργό, που ήταν φίλος της, τον είχαν στείλει σε ταξίδι, μακριά.

Μπήκε στο Κοινοβούλιο για τελευταία φορά άσπρη σαν χαρτί. Τα μάτια της ήταν τρομαγμένα, μας φάνηκαν, ωστόσο, αληθινά. Τα μάτια των Αρχόντων είχαν ήδη αλλάξει και έδειχναν καταπατήσεις σε δάση, λίμνες και ακρογιαλιές, ξενοδοχεία, καζίνο, οικισμούς και κυρίως το πιο φαύλο νέο αγαθό της χώρας μας, μεζονέτες.

Πήρε πίσω όλα τα καλά επιχειρήματα της υπεράσπισής της. Το Θύμα ήταν τώρα ολομόναχο και ανυπεράσπιστο. Έφυγε, λένε, από την πίσω πόρτα κλαίγοντας. Ο Θανατηφόρος Νόμος ψηφίστηκε και φέρανε το Θύμα στη μέση του Κοινοβουλίου. Μας φάνηκε πιο λαμπερό από ποτέ και αδιάφορο για ό,τι έμελλε να συμβεί. Πέσανε πάνω του 300 μαχαίρια. Σωριάστηκε χωρίς να αρθρώσει ούτε λέξη και το αίμα του γέμισε τη χώρα και στοίχειωσε τα πάντα.

Πρώτα ξεπατώθηκαν τα σκίνα, οι καπαριές, οι θυμαριές, οι μυρτιές, τα βότανα, που συγκρατούσαν με σοφία αιώνων τα χώματά μας. Μαζί ρημάχτηκαν και οι αρχαίες ξερολιθιές που μας δίδασκαν τον ανθρώπινο μόχθο. Μετά πέθαναν οι μέλισσες και χάθηκε η πιο αρχαία τροφή μας. Έφυγαν και τα εκατοντάδες υπέροχα είδη πουλιών Πήγαν να επιβιώσουν, αν τα καταφέρουν, αλλού. Η πατρίδα μου είχε κάποτε εκατό αποχρώσεις του πράσινου και άλλες τόσες του γαλάζιου. Η ομορφιά έδειχνε στους επισκέπτες κυρίως από το Βορρά, που έχουν μόνο μια απόχρωση του πράσινου και καμιά του γαλάζιου, τον τρόπο να ονειρεύονται. Στην ερημιά ξεφύτρωσαν άθλιες μεζονέτες χωρίς νερό και αποχετεύσεις, που κανείς δεν τις ήθελε πια. Οι χειμερινοί οικισμοί που χτίστηκαν στα ξεπατωμένα δάση γλίστρησαν στα ρημαγμένα εδάφη και εγκαταλείφθηκαν. Τώρα ερημιά. Μείναμε μόνοι να λιγοστεύουμε μέσα στις φωλιές μας.

Πριν φύγουμε αποφασίσαμε να πούμε σε αυτούς που θα έρθουν μετά από μας τι έγινε. Πώς φτάσαμε ως εδώ. Να γνωρίζουν με ακρίβεια την Αρχή του Τέλους. Αποφασίσαμε ακόμα να γράψουμε τα ονόματα αυτών που έδωσαν τις πρώτες μαχαιριές και άνοιξαν την πόρτα στο Κακό. Ήταν οι ΄Αρχοντες Αθανασιάδης, Βαρβαρίγος, Βούρος, Δριβελέγκας, Ζωίδης, Καρτάλης, Κουκουλόπουλος, Κουρουπλής και η Αρχόντισσα Μερεντίτη.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα