Η γενιά μου, από τη φουφού στον φούρνο μικροκυμάτων
Μια αληθινή ιστορία για το πέρασμα από μια εποχή σε μια άλλη.
του Δημήτρη Κανονίδη
Η γενιά μου… Μια γενιά που έζησε την εξέλιξη της τεχνολογίας. Από τη φουφού στον φούρνο μικροκυμάτων.
Η “φουφού” ήταν ένα πήλινο σκεύος. Από κάτω άναβαν τη φωτιά και από επάνω μαγείρευαν και επειδή φυσούσαν για να ανάβουν τα ξύλα από κάτω φου…φου…την ονόμασαν φου-φου!
Και έπειτα ήρθε η εξέλιξη. Η γκαζιέρα… Με πετρέλαιο παρακαλώ, δίχως κλαδιά και κάρβουνα. Η μόνη δουλειά να καθαρίζεις το ”μπεκ” με μια ψηλή βελόνα, που τη θυμάμαι περήφανη, καλογυαλισμένη (οι περισσότερες ήταν μπρούτζινες), εκεί στον πάγκο της κουζίνας.
Και καθώς η τεχνολογία προχωρούσε έκαναν την εμφάνισή τους οι πετρογκαζ, με 3 μάτια. Ένα για μεγάλη κατσαρόλα για το φαγητό, ένα για κατσαρολάκι και ένα μικρό για το μπρίκι του καφέ. Και δίπλα μια μεγάλη μποτίλια με αέριο… Επανάσταση σου λέω. Μια μέρα την έφερε όλο καμάρι ο πατέρας μου σπίτι που ήταν μερακλής σε αυτά, του άρεσαν. Την ημέρα εκείνη έγινε σπίτι η κήρυξη του Α’ ΚΟΥΖΙΝΙΚΟΥ ΠΟΛΕΜΟΥ. Η μάνα μου, οικονόμα από τη φύση της και έχουσα τη διαχείριση των οικονομικών, όπως οι περισσότερες γυναίκες ακόμα καί σήμερα, σήκωσε το λάβαρο της επανάστασης: ”Τι την ήθελες την πετρογκάζ; Είμαστε για έξοδα αυτό τον καιρό; Παιδιά μεγαλώνουμε.” Ο πατέρας μου εις μάτην προσπαθούσε να της εξηγήσει οτι τα πράγματα θα γίνουν απλούστερα για εκείνη… Η πατινιά ανένδοτη…”να την πας πίσω…”.
Ο πατέρας μου δε ”μάσησε” και η πατινιά μουλάρωσε. ”Εγώ πάντως με την γκαζιέρα θα κάνω τη δουλειά μου.”. Τόπε και τόκανε. Έβαλε την γκαζιέρα πάνω στην πετρογκάζ και το νέο απόκτημα το αγνοούσε επιδεικτικά, δεν θυμάμαι πόσο καιρό. Κάποια στιγμή συμβιβάστηκε, έβαλε παράμερα την γκαζιέρα και άρχισε να χρησιμοποιεί την πετρογκάζ..
Τα χρόνια περνούσαν, η χώρα ολοένα και προχωρούσε προς την πρόοδο, έκαναν την εμφάνισή τους οι πρώτες ΗΛΕΚΤΡΙΚΕΣ ΚΟΥΖΙΝΕΣ…
Μια μέρα ένα φορτηγάκι ξεφόρτωσε μια ηλεκτρική κουζίνα σπίτι. Ήταν το δώρο του πατέρα μου για κάποια επέτειο γάμου προς τη μάνα μου… Εκείνη τη μέρα ξέσπασε ο Β’ ΚΟΥΖΙΝΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ.
Τα επιχειρήματα της μάνας μου τα ίδια: ”Σπουδάζουμε παιδιά.., είναι καιρός για έξοδα ;” Ο αντίλογος του πατέρα είχε ισχυρά επιχειρήματα. ”Χριστιανή μου την πήρα με δόσεις, με δόσεις θα την πληρώνουμε, σιγά-σιγά.” ”Γιατί οι δόσεις δεν είναι λεφτά; ” το αντεπιχείρημα της μάνας μου… Η κατάσταση οδηγούσε σε αδιέξοδο και η πετρογκάζ συνέχισε να χρησιμοποιείται καθώς βρήκε τη θέση της πάνω στην ηλεκτρική κουζίνα. Οι μήνες περνούσαν και η κουζίνα μάταια περίμενε εκεί… έως ότου η πατινιά λύγισε.. Βλέπεις η ηλεκτρική κουζίνα είχε τον φούρνο και έτσι θα απέφευγε την ταλαιπωρία να πηγαίνει φαγητά, βασιλόπιττες και τσουρέκια, για ψήσιμο στον φούρνο της γειτονιάς.
Τα χρόνια περάσαν, η ηλεκτρική κουζίνα αντικαταστάθηκε, μια που είχε παλιώσει με νέα, χάσαμε και τον πατέρα.
Μια μέρα της πήγα δώρο ένα φουρνάκι μικροκυμάτων, για να ζεσταίνει το φαγητό της, το γάλα της… να φτιάχνει στα γρήγορα το απογευματινό της τσάι. Με κοίταξε λοξά… Αυτή την φορά δεν έβαλε επάνω του την ηλεκτρική κουζίνα, δεν γινόταν άλλωστε. Τον έβαλε σε μια μεριά του πάγκου της κουζίνας και το χρησιμοποιούσε ως ψωμιέρα. Φύλαγε μέσα το ψωμί για να μην ξεραίνεται!
Αθάνατη μάνα…
Αθάνατη γενιά…