Για ένα κίνημα της πατάτας στην πολιτική
Πλέον, η ελληνική πολιτική ζωή διαθέτει απ’ όλα: εκατομμύρια που στέλνονται στο εξωτερικό με μυστηριώδεις αποστολείς, ηρωικά «ναι» και «όχι», νέα κόμματα, κινήματα ή πρωτοβουλίες πολιτών, μέχρι και «δεξαμενές σκέψης» όπως αυτή που ίδρυσε ο πρώην περιφερειάρχης και νυν δεξαμενάρχης Παναγιώτης Ψωμιάδης. Ακόμη, «αρχηγική εμφάνιση Βενιζέλου με επίθεση κατά Σαμαρά», ανασχηματισμούς στο εσωτερικό των κομμάτων, […]
Πλέον, η ελληνική πολιτική ζωή διαθέτει απ’ όλα: εκατομμύρια που στέλνονται στο εξωτερικό με μυστηριώδεις αποστολείς, ηρωικά «ναι» και «όχι», νέα κόμματα, κινήματα ή πρωτοβουλίες πολιτών, μέχρι και «δεξαμενές σκέψης» όπως αυτή που ίδρυσε ο πρώην περιφερειάρχης και νυν δεξαμενάρχης Παναγιώτης Ψωμιάδης. Ακόμη, «αρχηγική εμφάνιση Βενιζέλου με επίθεση κατά Σαμαρά», ανασχηματισμούς στο εσωτερικό των κομμάτων, μεταγραφές, νεύρα, κούρσες διαδοχής. Το μόνο που της λείπει, ένα στοιχειώδες: η πολιτική σκέψη. Ένα αγριολούλουδο, που δεν ευδοκιμεί στα κομματικά φυτώρια από τα οποία προέρχονται οι περισσότεροι πολιτικοί μας. Αλλά μόνο σε απόκρημνες πλαγιές έξω από τα στρωμένα, περπατημένα μονοπάτια της πολιτικής, εκεί που ποτέ δεν βρέθηκαν οι εθνοπατέρες ή οι εθνομητέρες μας. Γι’ αυτό και τα παραπολιτικά κουτσομπολιά περνάνε για πολιτικές συζητήσεις, φλέγοντα ζητήματα αφήνονται στην άκρη για να δοθεί έμφαση σε πρόσωπα, στα κιλά του ενός, τη φαλάκρα του άλλου, το ύφος της κυρίας, ποιος θα φωνάξει πιο δυνατά στο τηλεπαράθυρο, ποιον θα «ταπώσει», ποιοι θα αλληλοκατασπαραχθούν.
Τι εννοώ, όμως, όταν λέω πολιτική σκέψη; Τι είναι πάλι ετούτο το εξωτικό φρούτο και τι θα μπορούσε, άραγε, να σημαίνει; Ένας μεγάλος διανοητής του περασμένου αιώνα, ο Κορνήλιος Καστοριάδης, είχε τιτλοφορήσει την τελευταία δημόσια παρέμβασή του, λίγους μήνες πριν φύγει από τη ζωή, «Παγκόσμια δημοκρατική αναγέννηση ή κάποια εφιαλτική ουτοπία». Είχε δει το τεράστιο, αναπόφευκτο δίλημμα που θα συναντούσε σύσσωμος ο δυτικός πολιτισμός στην αυγή του εικοστού πρώτου αιώνα. Τι δίλημμα ήταν αυτό; Το σταυροδρόμι στο οποίο σήμερα βρισκόμαστε καθηλωμένοι, έχοντας να επιλέξουμε μεταξύ δυο αντίθετων, ασυμβίβαστων κατευθύνσεων: της προσκόλλησης, από τη μία στα επαναλαμβανόμενα και διαρκώς πιο ασφυκτικά, απάνθρωπα αδιέξοδα ενός παγκοσμιοποιημένου κερδοσκοπικού καζίνο, που οδηγεί σε οικονομική, πολιτική, πολιτισμική χρεοκοπία και εξαθλίωση ολόκληρους λαούς. Και, από την άλλη, των πρώτων δειλών αλλά σταθερών βημάτων προς μια παγκόσμια δημοκρατική αναγέννηση μέσα από μια αμεσοδημοκρατική στροφή που θα έδινε δυνατότερη φωνή, μεγαλύτερη απήχηση, ισχυρότερα «πατήματα» στις σιωπηρές μάζες, βγάζοντάς τις από τον παραδοσιακό τους, μέχρι σήμερα, παθητικό ρόλο του ψηφοφόρου.
Πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Καταρχήν καταργώντας κάποιους, ουκ ολίγους, καλοθελητές μεσάζοντες: επαγγελματίες συνδικαλιστές με το ένα πόδι στο κομματικό τους στρατόπεδο και το άλλο να μην πατάει ποτέ στη δουλειά τους, παρατρεχάμενους, κρατικοδίαιτους συμβούλους, γραμματείς, ακολούθους. Με μια λέξη τα κάθε λογής παρακλάδια ενός πολυπλόκαμου, σάπιου συστήματος εξουσίας, ενός συστήματος αμέτρητων και ακαταπόνητων μεσαζόντων, που έχει ως αποτέλεσμα οι πολίτες να βλέπουν στους εκλεγμένους αντιπροσώπους τους στο Κοινοβούλιο, κάποιους που σε τίποτα δεν θυμίζουν τους ίδιους. Και μια λαϊκή βούληση να έχει γίνει αληθινά αγνώριστη στο μακρύ ταξίδι της από την κάλπη μέχρι τα βουλευτικά έδρανα. Σα να λέμε, ένα κίνημα της πατάτας. Αλλά στην πολιτική.