«Για να ‘χει πάντα συντροφιά, η εθνική μας μοναξιά»
Σήμερα αγαπητέ αναγνώστη, θέλω να σου μιλήσω για την Εθνική Ελλάδος στο ποδόσφαιρο. Είναι, βλέπεις, η μέρα της, λόγω του βραδινού αγώνα με τη Γερμανία για τους 8 του Euro 2012. Θα καθίσουμε γύρω στις 10 παρά στις τηλεοράσεις, θα ξεχάσουμε για λίγες ώρες όλα αυτά τα δύσκολα που μας βαραίνουν ως έθνος και θα […]
Σήμερα αγαπητέ αναγνώστη, θέλω να σου μιλήσω για την Εθνική Ελλάδος στο ποδόσφαιρο. Είναι, βλέπεις, η μέρα της, λόγω του βραδινού αγώνα με τη Γερμανία για τους 8 του Euro 2012. Θα καθίσουμε γύρω στις 10 παρά στις τηλεοράσεις, θα ξεχάσουμε για λίγες ώρες όλα αυτά τα δύσκολα που μας βαραίνουν ως έθνος και θα κοιτάξουμε ακόμη έναν «Γολιάθ» στα μάτια, από τους πολλούς που διαχρονικά εμφανίζονται μπροστά μας σε κάθε μετερίζι, κοινωνικό, πολιτικό, επιστημονικό ή αθλητικό. Κι όπως κάθε φορά που θέλω να μιλήσω για κάτι «δικό μου», χρησιμοποιώ έναν σπουδαίο τίτλο παλιάς ραδιοφωνικής εκπομπής της Αναστασίας Γρηγοριάδου, έτσι και σήμερα… «Θα στο πω μ’ ένα τραγούδι».
Την Εθνική Ελλάδος σ’ αυτό το άθλημα την παρακολουθώ από μικρό παιδί. Φιλικά παιχνίδια, προκριματικοί αγώνες, αποτυχίες, γκρίνιες, αλλαγές προπονητών και αναλαμπές επιτυχίας δίνουν μπλε χρώμα στο γκρίζο τοπίο των συλλογικών προτιμήσεων όλων ημών των «κολλημένων με την μπάλα». Είναι η «επίσημη αγαπημένη» και την υποστηρίζουμε ακόμη κι αν αγωνίζονται με τη φανέλα της όλοι οι «μισητοί αντίπαλοι» του πρωταθλήματος. Βγάζει πάθος η Εθνική Ελλάδος στο ποδόσφαιρο γιατί το άθλημα αυτό είναι, σε σχέση με άλλα, περισσότερο «κατανοητό».
Στέκονται στην οθόνη ή στο γήπεδο άνθρωποι όλων των ηλικιών, όλων των τάξεων, σχετικοί και λιγότερο σχετικοί με το άθλημα και αποκτούν τον ίδιο κώδικα επικοινωνίας. Ξέρουν, ακόμη και άσχετοι να είναι, «τον στόχο». Αυτό που θέλουμε να πετύχουμε κι αυτό που δεν πρέπει με τίποτα να συμβεί. Εκφράζει αυτή η επιθυμία την τεράστια ενέργεια που κρύβει κάθε λαός μέσα του και είναι, κατά κάποιο τρόπο, «Η Εθνική μας μοναξιά». Ναι, αυτός ο τίτλος τραγουδιού, περισσότερο κι από το «Αρχίζει το ματς», του Λουκιανού Κηλαϊδόνη ή το «Είμαστε πια πρωταθλητές» του Νίκου Πορτοκάλογλου και τον στίχο «Εθνική Ελλάδας γεια σου», του Διονύση Σαββόπουλου, συμπυκνώνει όλα τα καλά και τα στραβά, τις χαρές και τις λύπες, τον ενθουσιασμό και την απογοήτευση, την γενναιότητα και την ανωριμότητα που κρύβει το έθνος μας όταν στρέφει το βλέμμα του σ’ ένα ποδοσφαιρικό γήπεδο και ζητάει μια νίκη, μια οποιαδήποτε νίκη.
Το παιχνίδι θα τελειώσει τα μεσάνυχτα. Αν χάσουμε σε λίγες μέρες θα το ξεχάσουμε. Ηδη πήγαμε πολύ καλά στο θεσμό. Αν νικήσουμε θα χαρούμε ένα βράδυ και θα ψάξουμε τον επόμενο στόχο, το επόμενο όνειρο. Σε κάθε περίπτωση όμως θα μείνουμε εδώ. Σ’ αυτήν την χώρα, όπως ακριβώς μετά το έπος του Euro 2004. «Εδώ που μάθανε τα μάτια μας να κλαίνε / που συνηθίσαμε σε κάλπικους καιρούς / εδώ θα μείνουμε γιατί έχουμε και λέμε: ένα φιλότιμο και λόγους σοβαρούς». Μεγάλες αλήθειες από τον ποιητή Φίλιππο Γράψα που τις μελοποίησε ο Μάριος Τόκας και τις ερμήνευσε ο Δημήτρης Μητροπάνος. Αυτό είναι για μένα η Εθνική. Μια μοναξιά. Μια λύπη. Ακόμη και η χαρά της έχει λύπη «γιατί εδώ, εδώ ειν’ ο έρωτας που ξέρουμε / εδώ κι οι πίκρες που μας θέλουν και τις θέλουμε / εδώ κι εμείς για να ‘χει πάντα συντροφιά, η εθνική μας μοναξιά».
Δε με νοιάζει αν θα κερδίσουμε την Γερμανία, αν θα πάρουμε το Euro όπως πριν 8 χρόνια ή θα χάσουμε και θα γυρίσουμε από το Σάββατο «στα δικά μας». Μου αρκεί που διαχρονικά και περισσότερο τώρα που όλα γκρεμίζονται, η μικρή Ελλάδα των λίγων εκατομμυρίων κατοίκων κοντράρει αθλητικές σχολές με παράδοση, με υποδομές με άλλο οικονομικό και πληθυσμιακό μέγεθος.
Δεν έχω καημό να δω την Μέρκελ ταπεινωμένη. Χέστηκε η Μέρκελ για το παιχνίδι. Το ζήτημα είναι τι θα μας μας διδάξει εμάς αυτός ο αγώνας και πόσο καλύτερους μας κάνει η επιθυμία να κερδίσουμε, να πρωταγωνιστήσουμε, να ακούσουμε μια καλή κουβέντα που θα μας βοηθήσει στον αγώνα μας για επιβίωση εδώ στην Ελλάδα που θα συνεχίσουμε να ζούμε. «Εδώ που μάθανε τα χρόνια μας να φταίνε / κι όλοι οι γειτόνοι μας ζητάνε μερτικό / παίξε το τζόγο σου και βρίσε τους καημένε / με λεξιλόγιο πολύ ελληνικό». Με τέτοιο λεξιλόγιο θα την βρίσω το βράδυ την Άνκελα και όποιον Γερμαναρά δω στην οθόνη. Δε θα το εννοώ. Από ανωριμότητα θα είναι κι από χαβαλέ. Τι μου φταίνε άλλωστε κι αυτοί… Εχω τα δικά μου εγώ και είναι τόσο μεγάλα που κανένας πραγματικός ή φανταστικός εχθρός δεν μπορεί να μου τα κρύψει.
Καλή επιτυχία, ρε Εθνικάρα. Οταν χτυπήσει η καρδιά μας από αγωνία θα ξέρουμε πως είμαστε ζωντανοί. Δεν είναι και πολλά αυτά που καταφέρνουν σήμερα να μας «τρελάνουν», να μας « πωρώσουν» και να νιώσουμε ζωντανοί.