Γιατί τόσοι πολλοί αντιδρούν στη συμφωνία Αθήνας – Σκοπίων για το Μακεδονικό;
Οι αντιδράσεις έχουν διαφορετικές αφετηρίες.
Λέξεις: Παύλος Νεράντζης
Πολλές φορές αναρωτήθηκα αυτές τις μέρες, γιατί η συμφωνία Αθήνας – Σκοπίων για το Μακεδονικό, που είναι η καλύτερη δυνατή με βάση την κοινή λογική, σταθμίζοντας όλους τους παράγοντες (το περιεχόμενο της συμφωνίας, την ελληνική ιστορία και εκείνη των σλαβομακεδόνων, τη μέχρι τώρα στάση της διεθνούς κοινότητας, της γειτονικής χώρας, την έξαρση του εθνικισμού, τις προοπτικές ανάπτυξης των διμερών σχέσεων, τη σταθερότητα και ασφάλεια στην περιοχή της νότιας Βαλκανικής, κλπ.), απορρίπτεται από πολλούς εξ΄ημών. Σημειώνω εκ προοιμίου ότι θα έλεγα το ίδιο αν την είχε υπογράψει οποιαδήποτε πολιτική δύναμη στην Ελλάδα.
Το ερώτημα δεν αφορά μόνον στις δυνάμεις της αντιπολίτευσης για τις οποίες υπάρχει μια εξήγηση, είναι η «πανδαισία της ελαφρότητας», όπως την χαρακτηρίζει σήμερα ο συνάδελφος Τάσος Παππάς, (διαβάστε σχετικά το άρθρο του).
Το ερώτημα αφορά κυρίως τη στάση μερίδας της κοινής γνώμης, που εύκολα μεταβάλλεται, αλλά και ταυτόχρονα αποτελεί σταθερά συνιστώσα όχι μόνο στη λήψη πολιτικών αποφάσεων, αλλά και στην πορεία που χαράσσει ένας τόπος. Είναι αυτοί οι άνθρωποι που ουσιαστικά δίνουν το στίγμα, ανεξαρτήτως αν είναι πλειοψηφία ή μειοψηφία. Είναι η φωνή του λαού.
Εξετάζοντας το περιεχόμενο των αντιδράσεων που προκάλεσε πριν λίγες μέρες ανάρτησή μου στο fb σε εικονικούς και πραγματικούς φίλους για τη συμφωνία, αλλά και ο διάλογος είτε σε τηλεοπτικά πάνελ, είτε σε εκδηλώσεις για το Μακεδονικό που συμμετείχα, διαπίστωσα ότι οι αντιδράσεις έχουν διαφορετικές αφετηρίες.
Η πρώτη προέρχεται από εθνικιστές, ακροδεξιούς και φασιστικά στοιχεία, που θα ήθελαν να εξαφανίσουν από τον χάρτη τη Fyrom ή Βόρεια Μακεδονία για χίλιους λόγους, ενδεχομένως και με στρατιωτική επέμβαση της Ελλάδας. Είναι αυτοί που χειροκροτούν τους Χρυσαυγίτες στη Βουλή, είτε φανερά, είτε «μέσα τους» για να μην εκτεθούν. Ο διάλογος μαζί τους δεν έχει νόημα, αλλά πρέπει να γίνεται ώστε να αντικρούονται τα σαθρά επιχειρήματά τους, που διακρίνονται για την έλλειψη επιστημονικότητας, τη μη γνώση της ιστορίας και το ρατσισμό τους.
Μια δεύτερη κατηγορία αντιδράσεων της κοινής γνώμης είναι αυτή που συντάσσεται με την αντιπολίτευση. Γίνεται δηλαδή για λόγους καθαρά πολιτικούς: ο,τιδήποτε κι αν κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ, ή μάλλον η συγκυβέρνηση με τους ΑΝΕΛ, είναι εκ προοιμίου καταδικαστέο. Η στάση αυτή επίσης εύκολα αποκαλύπτεται γιατί ο συνομιλητής σου σηκώνει από τις πρώτες κιόλας κουβέντες τη σημαία της παράταξής του και δεν υπάρχει περίπτωση να βρεις έναν κοινό παρανομαστή μαζί του. Ακόμη κι αν είναι ολοφάνερο ότι ο λόγος του πέφτει σε αντιφάσεις, ακόμη κι αν του υπενθυμίσεις ότι η ΝΔ ή το ΚΚΕ άλλα έλεγαν στο παρελθόν, θα διαφωνήσει μαζί σου γιατί «έτσι πρέπει».
«Χθεσινά ξινά σταφύλια» θα σου πει, διαγράφοντας από τη συζήτηση ό,τι δεν του είναι αρεστό. Εξυπακούεται ότι αν αυτή η συμφωνία είχε την υπογραφή του ηγέτη του κόμματός του, θα την εξυμνούσε και θα έβριζε τους επικριτές της.
Η τρίτη κατηγορία αντιδράσεων, που επηρεάζεται σαφώς από τη δεύτερη, δηλαδή από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και βρίσκει επιχειρήματα στο λόγο της αντιπολίτευσης, προέρχεται από ανθρώπους που είναι οργισμένοι. Δεν είναι φανατικοί, δεν ψηφίζουν ένα κόμμα. Είναι η «μάζα των αναποφάσιστων», όπως τους χαρακτηρίζουν οι opinion makers, που έχουν πληγεί από την οικονομική κρίση και τα μνημόνια και θεωρούν υπεύθυνη για τα δεινά την εκάστοτε κυβέρνηση.
Η αρνητική στάση τους στη συμφωνία οφείλεται συνεπώς σε άλλους λόγους. Θέλουν να τιμωρήσουν την πολιτική εξουσία.
«Φταίει ο ΣΥΡΙΖΑ για όλα τα κακά του κόσμου». Η αντιπαράθεση μαζί τους στο επίπεδο των επιχειρημάτων και της κοινής λογικής «σκοντάφτει» στην έξαρση του θυμικού τους. Η κατηγορία αυτή, που είναι και οι περισσότεροι, μπορεί στη διάρκεια της συζήτησης να αφήνει περιθώρια συμφωνίας, αλλά ποτέ δεν θα το λένε ευθέως. Το αντιλαμβάνεσαι από τη «γλώσσα του σώματος». Θα κουνήσει το κεφάλι συγκαταβατικά σε όσα λες, αλλά ο λόγος του παραμένει αρνητικός.
Η τέταρτη, τέλος, κατηγορία είναι εκείνη των ανθρώπων που ό,τι και να πεις, όποια επιχειρήματα κι αν προβάλεις, πάντα θα βρουν κάτι να αντιτείνουν. Όχι για λόγους πολιτικούς ή οικονομικούς, αλλά απλά γιατί τους αρέσει να γκρινιάζουν. Η φράση «εποικοδομητική συζήτηση» είναι ο μεγαλύτερος εχθρός τους. Αυτούς τους αντιλαμβάνεσαι εύκολα γιατί και στο πλέον αυτονόητο, θα βρουν ένα ψεγάδι, θα πουν όποια ανοησία τούς έρθει εκείνη τη στιγμή.
Αρκεί να πουν την «άποψή» τους. Και από τέτοιες βρίθει το fb. Και για να μην παρεξηγηθώ: η εκτόνωση δεν είναι κάτι αρνητικό. Αντιθέτως λειτουργεί καταπραϋντικά στο stress της καθημερινότητας. Αρκεί να έχουμε επίγνωση. Διαφορετικά γίνεται εργαλείο στα χέρια πολιτικών που έχουν στόχο την χειραγώγηση της κοινής γνώμης.
Στο δια ταύτα: πριν φωνάξουμε την επόμενη φορά, ας διαβάσουμε ξανά τη συμφωνία Αθήνας-Σκοπίων κι ας σκεφτούμε λίγο με το δικό μας μυαλό, χωρίς εξάρσεις και πάθη, πού οδηγεί και ποιον εξυπηρετεί η λογική της «μη-λύσης» που κι αυτή είναι λύση. Ας σκεφτούμε λίγο, μπαίνοντας στη λογική του Άλλου. Η δράση έπεται της περισυλλογής.