Γράμμα από το Βερολίνο
Του Γιώργου Τούλα Είναι η πέμπτη μέρα ενός εβδομαδιαίου ταξιδιού στη Γερμανία. Καλεσμένοι της Γερμανικής κυβέρνησης δεκαέξι δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο, για να ξεναγηθούμε στις νέες πρακτικές της δημιουργικής οικονομίας και της ενίσχυσης της. Αυτό είναι όμως θέμα άλλου κειμένου. Αυτό το σημείωμα αφορά ένα συναίσθημα. Του τι σημαίνει αυτή τη στιγμή να είσαι […]
Του Γιώργου Τούλα
Είναι η πέμπτη μέρα ενός εβδομαδιαίου ταξιδιού στη Γερμανία. Καλεσμένοι της Γερμανικής κυβέρνησης δεκαέξι δημοσιογράφοι από όλο τον κόσμο, για να ξεναγηθούμε στις νέες πρακτικές της δημιουργικής οικονομίας και της ενίσχυσης της. Αυτό είναι όμως θέμα άλλου κειμένου. Αυτό το σημείωμα αφορά ένα συναίσθημα. Του τι σημαίνει αυτή τη στιγμή να είσαι Έλληνας και να βρίσκεσαι με ξένους. Το να είσαι δηλαδή πρωταγωνιστής. Με την κακή έννοια.
Στο γκρουπ των ανθρώπων που μοιράζομαι αυτή την εμπειρία είναι τρεις Βραζιλίανοι, δυο Αυστραλοί, ένας Καναδός, μια Ιταλίδα, μια Εσθονή, μια Ουκρανή, δυο Κινέζοι, του Χονγκ-Κόνγκ και της ενδοχώρας, ένας Ιάπωνας, ένας Ταϊβανός και μια Νεοζηλανδή. Και δυο Έλληνες. Που κατά σύμπτωση ονομάζονται αμφότεροι Γιώργος. Όπως και ο πρωθυπουργός της χώρας απ’ όπου ερχόμαστε, όπως και ο μέχρι πρότινος υπουργός των οικονομικών. Όπως φαντάζεστε το πρώτο ανέκδοτο που ακούγεται παντού είναι “μα όλοι Γιώργος ονομάζεστε σε αυτή τη χώρα”. Τους λες πως το κάνουμε για να τους διευκολύνουμε και πάμε παρακάτω. Ένα άλλο ενδιαφέρον ανέκδοτο μας είπε χθες βράδυ στο κλαμπ Tresor του Βερολίνου ένας Ουκρανός που γνωρίσαμε. Πηγαίνουν λέει ένας Ισπανός, ένας Πορτογάλος και ένας Έλληνας σε ένα εστιατόριο. Ποιος πλήρωσε το λογαριασμό; Ο Γερμανός, είπε ξεκαρδισμένος ο Ανατολικοευρωπαίος και συνέχισε το χορό του. Ήμουν στα αλήθεια περίεργος να δω το πως θα μας αντιμετώπιζαν οι άνθρωποι αυτού του πολυεθνικού γκρουπ και οι Γερμανοί οικοδεσπότες μας και δεν χρειάστηκε παρά ένα τέταρτο στο τραπέζι της πρώτης βραδιάς, για να το καταλάβω. Η Ελλάδα είναι αυτή τη στιγμή το θέμα της κουβέντας σε όλο τον πλανήτη. Από τη μακρινή και ανέμελη Βραζιλία που βγήκε εντυπωσιακά από την κρίση και οι Βραζιλιάνοι της παρέας μας κοιτάζουν με συμπόνια, λέγοντας μας πως στο τέλος το τούνελ φωτίζεται, μέχρι τους απορημένους Ασιάτες που επίσης γνώρισαν στο παρελθόν κρίσεις αλλά αδυνατούν να καταλάβουν γιατί τόσος ντόρος για την Ελλάδα. Οι ερωτήσεις δεν είναι πάντα εύκολες και η εντύπωση που υπάρχει σε όλους είναι πως στην Ελλάδα ο κόσμος πεθαίνει στο δρόμο από την πείνα. Το πιο εντυπωσιακό είναι η αγωνία στα μάτια ανθρώπων από χώρες με παρόμοια προβλήματα που βλέπουν στο δικό μας παρόν, το δικό τους μέλλον.
Προσπαθώ να μην έρχομαι σε επαφή με την ελληνική πραγματικότητα των ψήφων εμπιστοσύνης και των υπολοίπων ελληνικών ειδήσεων αυτές τις μέρες. Είχα αποφασίσει πως χρειάζομαι τις αποστάσεις μου. Όμως στάθηκε αδύνατο. Το Spiegel είναι σε κάθε γωνία, όλες οι εφημερίδες Αγγλόφωνες και Γερμανικές μας έχουν με δραματικό τρόπο κάθε μέρα στις πρώτες τους σελίδες, ενώ στην τηλεόραση το τι δείχνουν και λένε, δεν περιγράφεται. Κάθε μέρα, πολλές φορές μέσα στη μέρα, μοιραία είμαι αναγκασμένος να απαντώ, να απολογούμαι, να παραδέχομαι, να εξηγώ και κυρίως να υπερασπίζομαι. Το πιο ενδιαφέρον μέρος της συζήτησης έχει να κάνει με το διαταύτα. Πώς φτάσαμε ως εδώ και τι βλέπουμε παρακάτω. Δεν είμαι από τους ανθρώπους που θα συγκρουστώ και θα υπεκφύγω. Παρόλα αυτά υπάρχουν στιγμές που θα ήθελα να φωνάξω δυνατά πως όλος αυτός ο κανιβαλισμός δεν μας αξίζει. Άφησα για το τέλος τους Γερμανούς. Οφείλω να ομολογήσω πως σε επίπεδο αξιωματούχων είναι όλοι αρκούντως καθησυχαστικοί. Θεωρούν τη βοήθεια στο μέλλον αυτονόητη. Όση και όποια και αν είναι. Έχεις την αίσθηση πως έχουν συνειδητοποιήσει πως το δικό μας τέλος θα είναι μάλλον το τέλος ολονών. Αναφέρουν συχνά πως η Γερμανία αναστήθηκε από τον μεγάλο πόλεμο χάρη στην καλοσύνη των άλλων. Απίστευτα συχνά. Και λένε πως Ευρώπη χωρίς Ελλάδα δεν υπάρχει.
Οι μέρες περνούν, σκέφτομαι πως θα έπρεπε να είχα γράψει μια κασέτα και να τη βάζω να παίζει διαρκώς, αφού με μικρές διαφορές οι ερωτήσεις είναι κάθε μέρα ίδιες. Όπως και οι απαντήσεις. Που τα έχουν αναγκαστικά όλα. Και παραδοχή πως ζήσαμε με λάθος τρόπο και ευθύνες για τους τριγύρω. Που ενίσχυσαν πολλά από αυτά. Υπάρχουν πάντα άσοι στο μανίκι που βγαίνουν όταν τα πράματα ζορίζουν. Λέξεις όπως Siemens, αναγκαστικοί εξοπλισμοί, τράπεζες-αρπακτικά. Και βέβαια σιωπές και βλέμματα. Ελλείψει σκηνοθέτη, όταν γίνεσαι πρωταγωνιστής με τέτοιο τρόπο, αυτοσχεδιάζεις. Το αν θα κερδίσεις στο τέλος χειροκρότημα ή αποδοκιμασία επιφυλάσσομαι να σας το πω. Και δεν ξέρω αν έχει και μεγάλη σημασία τώρα πια.
Υ. Γ. Το κείμενο γράφτηκε σε ένα τρένο από το Βερολίνο στο Αμβούργο. Γύρω ατέλειωτα γερμανικά δάση. Παρακαλώ να διαβαστεί με συνοδεία Βάκγνερ. Το κείμενο γράφτηκε το καλοκαίρι του 2011. Θα μπορούσε να είχε γραφτεί και σήμερα.