Γράμμα στο Δήμαρχο
του Παναγιώτη Λογγινίδη Εικόνα: Θόδωρος Καρανίκας Αξιότιμε Κύριε Μπουτάρη, Ζω στην πόλη σας κάποια χρόνια – έχω ξεχάσει πια- και όλο σα μικρό παιδί θέτω ερωτήσεις σε μεγαλύτερους και ψηλότερους από εμένα. Έχεις καθόλου χρόνο να μου απαντήσεις στις ερωτήσεις μου με το βλέμμα σου και άμα θες πες και μια λέξη. Μπορεί ένας φαρδύς […]
του Παναγιώτη Λογγινίδη
Εικόνα: Θόδωρος Καρανίκας
Αξιότιμε Κύριε Μπουτάρη,
Ζω στην πόλη σας κάποια χρόνια – έχω ξεχάσει πια- και όλο σα μικρό παιδί θέτω ερωτήσεις σε μεγαλύτερους και ψηλότερους από εμένα. Έχεις καθόλου χρόνο να μου απαντήσεις στις ερωτήσεις μου με το βλέμμα σου και άμα θες πες και μια λέξη.
Μπορεί ένας φαρδύς δρόμος -κυρίως σε επίπεδο φαντασίας- όπως η Νίκης που η προέκτασή της είναι η θάλασσα – το φαντάζεστε! Ένας δρόμος που τον διαδέχεται η θάλασσα και που αποφεύγουμε τόσα αμέτρητα χρόνια να πέσουμε μέσα της – να γίνει πεζός δρόμος ή μάλλον δρόμος για πεζούς που ονειρεύονται θάλασσες στο καλοκαίρι της νίκης; Μπορούν οι λέξεις κύριε Μπουτάρη να στρώσουν το δρόμο με ανθρώπους και όνειρα και να βγάλουν τις συγκρούσεις αυτοκινούμενης καφρίλας που κυρίευσαν την πόλη τα τελευταία χρόνια;
Για πείτε μου κύριε Γιάννη, τι πιστεύετε για την Πλατεία Ελευθερίας της πόλης και την κάθε ανελεύθερη πλατεία της πόλης που την κατάντησαν να ονειρεύεται να ήταν πλατεία χρήμα-τιστηρίου για να ανεβοκατεβαίνει σε αναζητήσεις και επιθυμίες σαν ερωμένη επί χρηματισμό, στο στόμα κάθε Γκιουλέκα που κάπου ξέχασε τη γκλίτσα του για τα πρόβατα και προς το παρόν σχεδιάζει τη στάνη; Μήπως χρειαζόμαστε περισσότερη παράλλαξη ενεργών πολιτών σε καθοδηγητές πολίτες για να χτίσουμε αόρατους ποδηλατοδρόμους στη μέση των βρόμικων από κάθε πικραμένο Παπαγεωργόπουλο φανταστικών δρόμων της πόλης μας. Μας; Μα εγώ δεν είμαι από δω. Κι όμως κύριε Γιάννη φαντάζομαι αυτή την πόλη σαν τη μάνα μου που ενώ είμαι σίγουρος ότι έχω κόψει τον ομφάλιο λώρο και την απαξιώνω φαντασιακά για να νοιώθω ελεύθερος μέσα σε αυτήν, ξέρω πίσω πίσω στο μυαλό μου ότι ο δεσμός μου με την πόλη είναι πιο στενός και απ’αυτόν της Σαπφούς με τα μπουρδέλα της, της διαστάυρωσης Ερμού με Βενιζέλου με τον Λαμπράκη, του Επταπυργίου με τον Πύργο Τριγωνίου.
Ξέρω, ότι η σόλα του φτερωτού μου παπουτσιού έχει δεθεί με τον αέρα της πόλης κάπου πάνω από το Λευκό Πύργο και τα κορδόνια είναι δεμένα με ηλεκτροκόληση. Άρα εγώ και Λευκός Πύργος σημειώσατε Χ. Ξέρω ότι το Υπουργείο Μακεδονίας – Θράκης (sic) είναι κάτι σαν το σφύριγμα του διαιτητή μία στην αρχή και μία στο τέλος κάθε πορείας μας στην πόλη. Ξέρω κύριε Γιάννη ότι και σεις ξέρετε πολλά για την πόλη όπως για τους τριανταφυλλώνες στην παλιά Ολυμπιάδος, για τις σόμπες που έκαιγαν στην Άνω Πόλη και μύριζε παντού πελίτις, για το ρόλο της εφημερίδας Μακεδονία στο κυνηγητό και τελικά την εξόντωση των Εβραίων της πόλης και άλλα πολλά.
Πολλοί ξέρουν πολλά για αυτή την πολυπόλη. Όμως τα ερωτήματά μου παραμένουν: μπορούμε κύριε Μπουτάρη να μετρήσουμε κάθε αρχαίο που ξεθάφτηκε στη Βενιζέλου και θάφτηκε μέσα στην ιστορική μας μνήμη ώστε αν μας ρωτήσουν πόσοι Βυζαντινοί κοίταξαν κάποια στιγμή το ηλιοβασίλεμα πίσω από τους γερανούς στο λιμάνι να είμαστε σίγουροι για τον αριθμό τους; Έχουμε περιθώριο να μην το κάνουμε; Γιατί δεν απειλούμαστε περισσότερο από τίποτα άλλο παρά από την επιδρομή της φανταστικής εικόνας, που αφαίρεσε τις χίλιες λέξεις και έμεινε ΕΡΤ. Εσύ που ξέρεις την πόλη δε με λες και εμένα σε ποιο σημείο της να της κάνω το πρώτο χειροφίλημα ώστε στο γάμο της Άνω Πόλης με τα Λαδάδικα να μην εκτεθώ και φανώ τόσο ”συγγενής απ’το χωριό”.
Ωραίο το κλισέ δημαρχείο και οι ωραίες συγκεντρώσεις που κάνει το συμβούλιο στην οβάλ αίθουσα αλλά το κουίζ με τις απαντήσεις το γνωρίζουμε από καιρό. Οι ερωτήσεις μου μένουν να τεθούν σε κάποιον.