H Mαρίνα μας πήγε τάπα
Δεν ξέρω τι είναι η Μαρίνα Σάττι και πόσα αρνητικά σχόλια μπορεί να δεχθεί ακόμη, ξέρω όμως πως σχολιάζεται για λάθος λόγους.
Σχολιάζουν τόσο καιρό την Μαρίνα Σάττι για όλους τους λάθος λόγους.
Τον χειμώνα που μας πέρασε, πριν καν κυκλοφορήσει το “Ζάρι” της, είχα πάει με μία φίλη να ακούσουμε την Μαρίνα στον Μύλο. Μέχρι τότε είχε κυκλοφορήσει τον πρώτο της δίσκο “Γέννα”, στον οποίο αν έμπαιναν στην διαδικασία έστω και λίγο, όσοι εξέφρασαν την άποψη τους να ακούσουν τα τραγούδια τους θα συναντιούνταν εξαρχής με το δικό της σύμπαν που δεν είναι άλλο από ένα καλό- για εμένα- συνονθύλευμα, βαλκανικής μουσικής και ελληνικής παραδοσιακής.
Από τότε που την άκουσα με τις Φωνές της – το μουσικό σχήμα που δημιούργησα με την Έλενα Λεώνη και την Ερασμία Mακρίδη, το αυτί μου αγκάλιασε όλα τα πολυφωνικά τραγούδια που διασκεύασαν, τραγούδια που δεν ξέρω αν θα είχα την ευκαιρία λόγω ηλικίας να νοιώσω οικεία αν ερμηνεύονταν από κάποιον άλλον.
Το live της λοιπόν από τότε πλαισιωνόταν με κομμάτια από τα βαλκάνια, παραδοσιακά ελληνικά και τα ελάχιστα μέχρι τότε κομμάτια της. Μην ξεχνάμε πως την Μαρίνα την αγαπήσαμε αρχικά για τις διασκευές της και μετά γιατί απεικόνησε την Ελλάδα του ΠΑΣΟΚ και όλα τα στοιχεία που έχει λόγω της τοποθεσίας της. Θυμάμαι πως εκείνη τη νύχτα του Ιανουρίου στον Μύλο, πέρασα καλά χωρίς να γνωρίζω το μισό πρόγραμμα του live – αυτό δεν μπορούν να το καταφέρουν πολύ καλλιτέχνες.
Έκτοτε την έψαξα, άκουσα τον δίσκο της ξανά και ξανά εντόπιζα στίχους και ρυθμούς που με ξεσήκωναν και πλέον άρχισα να καταλαβαίνω πια και την πορεία που θέλει να ακολουθήσει μετά την έκδοση του “Tuctum” που άνηκε στην κατηγορία των τραγουδιών που άκουγες στα ακουστικά μία φορά, αισθανόσουν περίεργα σου φαινόταν κιτς αλλά μετά το έβαζες στο repeat.
Όταν κυκλοφόρησε το “Ζάρι” και ενώ στην αρχή είχα το ίδιο συναίσθημα, διάβαζα παντού κείμενα μίσους, “γατοξέρασμα” το αποκαλούσαν ορισμένοι, άλλοι “ελεεινό” είχαν ξαφνικά όλοι απόψη για μία καλλιτέχνιδα χωρίς όμως ουσιαστικά να γνωρίζουν την μέχρι τότε πορεία της.
Περίμεναν να πάει σε έναν διαγωνισμό τραγουδιού – στον οποίο γνωρίζουμε όλοι πως αν το τραγούδι σου δεν είναι πιασάρικο και είναι απλά ποιοτικό δεν περνάει – με ένα αντίστοιχο τραγούδι σαν εκείνο της Μάντισσας, κάτι το οποίο δεν θα το έκανε γιατί είναι αυτή που είναι από την κορυφή ως τα νύχια και από τα videoclip ως τον τελευταίο στίχο.
Το τραγούδι απωθεώθηκε από ανθρώπους σε όλο τον κόσμο και ανεξαρτήτως ηλικίας, έπαιζε παντού, στα ηχεία των αυτοκινήτων, στα clubs το χρησιμοποίησαν καλλιτέχνες για να διασκεδάσουν και αυτός ήταν ο σκοπός του να σε κάνει να περάσεις καλά, υπάρχουν τραγούδια που σε γαληνεύουν, άλλα που σε προβληματίζουν και μερικά που δεν σταματάς να χορεύεις επάνω στους ρυθμούς τους. Ήταν αρκετοί εκείνοι που σχολίασαν τα κλαρίνα “καρακιτσιά” είπαν συγκεκριμένα, αλλά μην ξεχνάμε πως μεγάλο μέρος της Ελλάδας είναι αυτό και επίσης μην ξεχνάμε πως έχουμε να κάνουμε με μία καλλιτέχνιδα η οποία ανακαλύπτει χωριά της χώρας και έπειτα γράφει στίχους και γυρνά βίντεοκλιπ σε αυτά.
Φτάνουμε στις ημέρες της Εurovision όποτε ενδιάμεσα η Μαρίνα χάνει τον πατέρα της, κουβάλα τόσο χυδαία σχόλια, αρρωσταίνει και παρόλα αυτά πάει και δίνει όσα μπορεί να δώσει. Στέκεται στην συνέντευξη τύπου και κρατά την στάση που κρατά απέναντι στο Ισραήλ ανεξαρτήτως τι δηλώνει μετέπειτα, ύστερα από την θέση που παίρνει, γίνεται και πάλι πρώτο θέμα στα πρωινάδικα και πάλι γνωστοί παρουσιαστές σχολιάζουν το πόσο φθηνό ήταν το τραγούδι τους, σε ένα βίντεοκλιπ που δεν έκανε τίποτε άλλο πέρα από το να δείξει πως βλέπουν οι τουρίστες την χώρα με ειλικρίνεια.
Ύστερα κυκλοφορεί το ΠΟΠ, μία ολική απάντηση -αν με ρωτάτε- για όλους εκείνους την χλεύασαν, το ΠΟΠ γίνεται viral και σκαρφαλώνει στις πρώτες θέσεις των charts σε όλες τις πλατφόρμες μουσικής, ξαφνικά έχει κερδίσει χιλιάδες και ακόμη ακροατές. Και κορυφώνεται στην καλοκαιρινή της περιοδεία στην οποία εχθές είδαμε πραγματικά όλη της την κοσμοθεωρία.
Φτάνοντας στο Θέατρο Δάσους, η ουρά έφτανε οριακά μέχρι τον περιφερειακό, μικρά παιδιά χέρι χέρι με την γιαγιά και τον παππού τους, νεαροί και νεαρές ακόμη και ολόκληρες οικογένειες σε μία συναυλία η οποία άγγιζε σε αρκετά σημεία πρότυπα εξωτερικού και έφερε στο συγκεκριμένο θέατρο σκηνικά και δυνατότητες οι οποίες δεν ξέραμε πως υπάρχουν.
Γιγαντοοθόνες με τον ΛΕΠΑ, opening με Θεσσαλονικείς καλλιτέχνες, μία Dj και δύο μιχανές Yamaha. Η συναυλία άνοιξε με το Ζάρι πίσω από την Μαρίνα 4 – άψογοι – χορευτές οι Φωνές της και οι Μουσικοί της και ένα θέατρο ασφυκτικά γεμάτο το οποίο περνούσε καλά, άνθρωποι καθισμένοι στις κερκίδες σε κλάσματα δευτερολέπτου ήταν όρθιοι και χόρευαν, ένα μεγάλο πάρτι που σε όλο το πρόγραμμα εναλασσόταν, έλυνε και έδενε στην Ελλάδα, στην παράδοση στην Αλβανία, στην Ρουμανία ένα δίωρο ταξίδι με άψογα σκηνοθετημένη παρουσία.
Από την Μερακλίνα στο Ζάρι, από το Μαργούδι στο Σπύρτο και Βενζίνη, μία Μαρίνα με ένα τεράστιο τύμπανο επάνω της, ασταμάτητη ακούραστη μέχρι και στο τελευταίο της χορευτικό. Ένας παλμός φρεσκάδας μία ενότητα, ίσως και η πιο ακομπλεξάριστη συναυλία που θα μπορούσε να δημιουργηθεί γιατί η ίδια της δεν έβαλε ταμπέλα σε αυτό που είναι καλύπτει ένα δίωρο πρόγραμμα το οποίο απαρτίζεται από πραγματικά δεκάδες ακούσματα, ολοκληρωμένο και όπως ακριβώς θα μπορούσε να είναι για όλα εκείνα που μας έχει δώσει να καταλάβουμε για την μουσική της ιδιοσυγκρασία. Μεγάλο αβαντάζ, η δύναμη που δίνει σε κάθε άτομο του team της, όλοι ίσοι μαζί της.
Τελευταίο τραγούδι το “Αχ θάλασσα” αφιερωμένο στον πατέρα της κι εκείνη να κλείνει τα μάτια της και να κλαίει κι εμείς όλοι να ανάβουμε τους φακούς και την αγκαλιάζουμε νοερά.
Δεν ξέρω τι είναι η Μαρίνα Σάττι και πόσα αρνητικά σχόλια μπορεί να δεχθεί ακόμη, ξέρω όμως πως σχολιάζεται για λάθος λόγους.