Η αναμέτρηση με την ιστορία

Είμαστε ανιστόρητοι. Επειδή είμαστε δειλοί. Επειδή είμαστε αδιάφοροι. Κι επειδή έχουμε συμφέρον. Φοβόμαστε, αποφεύγουμε και πολλές φορές παραποιούμε τη σύγχρονη ιστορία μας. Έτσι δε σεβόμαστε πρώτα απ’ όλα τους εαυτούς μας, αφού δεν έχουμε ένα φάρο για το παρόν και μία πυξίδα για το μέλλον. Πρωτίστως είναι ζήτημα παιδείας. Πηγαίνουμε τόσα χρόνια στο σχολείο, άλλα […]

Μιχάλης Γουδής
η-αναμέτρηση-με-την-ιστορία-11810
Μιχάλης Γουδής
20130603_lambrakis_blog.jpg

Είμαστε ανιστόρητοι. Επειδή είμαστε δειλοί. Επειδή είμαστε αδιάφοροι. Κι επειδή έχουμε συμφέρον. Φοβόμαστε, αποφεύγουμε και πολλές φορές παραποιούμε τη σύγχρονη ιστορία μας. Έτσι δε σεβόμαστε πρώτα απ’ όλα τους εαυτούς μας, αφού δεν έχουμε ένα φάρο για το παρόν και μία πυξίδα για το μέλλον.

Πρωτίστως είναι ζήτημα παιδείας. Πηγαίνουμε τόσα χρόνια στο σχολείο, άλλα τόσα στο πανεπιστήμιο, όπου σε πολλές σχολές κι εκεί διδάσκεται ιστορία. Αυτό που επί της ουσίας γίνεται, βέβαια, δεν είναι τίποτα άλλο από ανάλυση ανώδυνων- με την ασφάλεια που προσφέρει η χρονική απόσταση- ιστορικών περιόδων και καλλιέργεια μύθων. Μία διαδικασία που δε διαφέρει ιδιαίτερα από την κατήχηση στους ποδοσφαιρικούς, οπαδικούς συνδέσμους. Η ιστορία όπως και η πολιτική ποδοσφαιροποιείται στη χώρα μας· εμείς και οι άλλοι, οι κακοί, οι εχθροί μας. Μόλις αγγίζουμε, δε, περιόδους που φτάνουν με τους πρωταγωνιστές ή τις συνέπειές τους ως το σήμερα… ομερτά. Κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη της αφήγησης ή έστω μίας ερμηνείας που θα δώσει το ερέθισμα στους ακροατές ή τους αναγνώστες για περαιτέρω έρευνα.

Η πολιτεία ποτέ δεν το θέλησε. Η ίδια δεν υπήρξε ποτέ ώριμη, κρίνοντας πως και οι πολίτες κατά συνέπεια είναι ανέτοιμοι και ανώριμοι για μία αναμέτρηση με την ιστορία. Η επιλεκτική μνήμη και η μνήμη χρυσόψαρου, άλλωστε, συνιστούν αξιώματα στην ελληνική πολιτική ζωή. Επιτρέπουν την επανάληψη των ίδιων λαθών. Η έλλειψη ιστορικής γνώσης και η ασέβεια προς την ιστορία προσφέρουν ασυλία σε διχαστικές απόψεις («εμείς και οι άλλοι», «οι μνημονιακοί και οι αντιμνημονιακοί», κάποτε «οι δεξιοί και οι αριστεροί» κ.ο.κ.). Τροφοδοτούν την επικοινωνιακή αντιμετώπιση μείζονων ζητημάτων, όπως η άνοδος του ναζισμού στη χώρα. Η ιστορία όπως και η εκπαίδευση συνολικά θύματα στο βωμό της πολιτικής σκοπιμότητας. Γενιές πολιτικών με την ανοχή- και σε αυτό το θέμα- της κοινωνίας επιλέγουν να βάζουν την ιστορία στο «αθόρυβο».

Σε επίπεδο πόλης η κατάσταση είναι παρόμοια. Η Θεσσαλονίκη γιόρτασε πριν από μερικούς μήνες την επέτειο 100 χρόνων από την απελευθέρωσή της. Τι κατάλαβαν οι πολίτες από αυτή την παρατεταμένη γιορτή; Ποια ήταν η στρατηγική του δήμου; Ποιος ήταν ο στόχος; Υπήρξε στόχος…; Μία πόλη με σπάνια πληθώρα μεταλλάξεων και εξελίξεων σε διάστημα ενός μόλις αιώνα προτίμησε να αποφορτίσει μία τέτοια επέτειο από την ιστορική της σημασία.

«Και να σκεφτείς πως [..] είκοσι χρόνια μετά απ’ την απελευθέρωση της πόλης, κυκλοφορούσαν καθημερινά στη Θεσσαλονίκη και συντηρούνταν- αυτό έχει σημασία- οκτώ γαλλικές εφημερίδες, έξι εβραϊκές και μία τούρκικη, εκτός από τις ελληνικές», προσφέρει μία γλαφυρή εικόνα της πόλης τη δεκαετία του ’30 ο Δημήτης Νόλλας στο τελευταίο βιβλίο του «Ταξίδι στην Ελλάδα». Πόσοι κάτοικοι της πόλης το γνωρίζουν και μπορούν να το αντιληφθούν σήμερα αυτό; Πρόκειται για την ίδια πόλη που τις τέσσερις επόμενες δεκαετίες βυθίστηκε στο σκοτάδι, παραδόθηκε στο παρακράτος και σπιλώθηκε από ιστορικά εγκλήματα.

Πριν από μερικά χρόνια μιλώντας με το συγγραφέα Θανάση Τριαρίδη για τις ανάγκες ενός θέματος που ετοιμάζαμε στην Parallaxi με τίτλο “Δήμαρχος για μια μέρα” μου είχε πει ότι ένα από τα πράγματα που θα ήθελε να κάνει θα ήταν να αποκαταστήσει την ιστορική μνήμη στην πόλη έστω και με κάποιες ταμπέλες. Πράγματι, ό,τι μαρτυρά το σύγχρονο παρελθόν της πόλης (πλατεία Ελευθερίας, μνημείο δολοφονίας Γρηγόρη Λαμπράκη, δολοφονία Τζορτζ Πολκ, “δράκος του Σέιχ Σου” κτλ.) έχουν όλα κρυφτεί επιμελώς. Κανείς δε μιλάει γι’ αυτά. Κανείς δεν αναλαμβάνει την πρωτοβουλία της συμφιλίωσης της πόλης με το τόσο πρόσφατο παρελθόν της. Βιβλία έχουν γραφτεί, ακόμη περισσότερα ντοκιμαντέρ έχουν γυριστεί, οι επίσημες αρχές της πόλης, όμως, επιμένουν να αφήνουν τη σύγχρονη ιστορία της πόλης στο βαζάκι να ωριμάσει. Προτιμούν να κάνουν πως δε βλέπουν το αίμα, το διχασμό και το σκοτάδι που υπήρξε στην πόλη. Μας αρκούν τα τείχη και ο Λευκός Πύργος ως σήματα κατατεθέντα για την ιστορία της.

Τον τελευταίο καιρό από προσωπικό ενδιαφέρον έτυχε να διαβάσω και να δω πολλά για την ιστορία της Ελλάδος από τον Εμφύλιο μέχρι τη Δικτατορία, μία περίοδο με τη Θεσσαλονίκη σταθερά στο επίκεντρο. Μία περίοδο σκοτεινή όσο λίγες στην ευρωπαϊκή ιστορία, κατά την οποία επιλέξαμε με την αμέριστη συμπαράσταση των “Μεγάλων Δυνάμεων” να πετάξουμε άλλα 20 και πλέον χρόνια στο καλάθι των αχρήστων. Κι αφού το κάναμε, συμφωνήσαμε να μη μιλάμε γι’ αυτό. Λες κι αν δε μιλάς γι’ αυτήν, η ιστορία ξεθωριάζει. Μόνο που στην πραγματικότητα όσο την αποφεύγεις τόσο σε ποτίζει με το πέρασμα του χρόνου. Και τότε η αναμέτρηση μαζί της γίνεται ακόμη δυσκολότερη.

Υ.Γ. Την περασμένη εβδομάδα ο Jasminko Halilovic παρουσίασε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις Βρυξέλλες το βιβλίο του “War Childhood” (“Παιδική ηλικία εν καιρώ πολέμου”). Ο Βόσνιος συγγραφέας συγκέντρωσε τις μαρτυρίες 1.600 ανθρώπων που είχαν στη διάθεσή τους 160 χαρακτήρες να μοιραστούν τις αναμνήσεις τους από την περίοδο της πολιορκίας του Σεράγεβο (1992-1995). Μία από τις πιο μαύρες σελίδες της βαλκανικής ιστορίας βρίσκει έτσι, πριν συμπληρωθούν καλά καλά είκοσι χρόνια, έναν τολμηρό και συλλογικό τρόπο καταγραφής και ανάμνησης. Είναι κι αυτός ένας τρόπος να κοιτάξεις την ιστορία που σημάδεψε τα πιο ευαίσθητα χρόνια σου στα μάτια.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα