Η αποχή νίκησε την παρουσία
Ποια/-ος δεν ωφελείται από την όλο και μεγαλύτερη αποχή από την εκλογική διαδικασία;
Εικόνα: Γιώργος Κονταρίνης/ Eurokinissi
Το συμπεριφορικό μοτίβο της αποχής, ως αντίδρασης έναντι της ισχύουσας τάξης πραγμάτων, κατά τη διάρκεια των φετινών Αυτοδιοικητικών Εκλογών μονοπώλησε το ενδιαφέρον και προξένησε περαιτέρω ανησυχία για το παρόν και το μέλλον της εκλογικής διαδικασίας. Ποια/-ος δεν ωφελείται από την όλο και μεγαλύτερη αποχή από την εκλογική διαδικασία;
Η απάντηση είναι σαφής, παρά τη διαφορετική κάθε φορά περίπτωση, οι πολίτες! Από την έναρξη της εκλογικής διαδικασίας για τον Α΄ γύρο των Αυτοδιοικητικών Εκλογών έως και την αποπεράτωση της διαδικασίας κατά το τελικό στάδιο της καταμέτρησης των ψήφων και τώρα για τον Β΄ γύρο, βρισκόμουν στο Διαπολιτισμικό Σχολείο επί της Εθνικής Αμύνης 8 στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Η παρουσία μου στο εκλογικό κέντρο μου έδωσε τη δυνατότητα να παρατηρήσω δια ζώσης την παρουσία και τις αντιδράσεις των πολιτών, μα κυρίως τις πραγματικές διαστάσεις της εκλογικής διαδικασίας.
Η προσέλευση του κόσμου κατά τη διάρκεια της ημέρας ήταν ισχνή, πέραν βέβαια των κλασικών ωρών αιχμής και αυτό αποτυπώθηκε και αριθμητικά, στα ποσοστά τελικής ενσωμάτωσης. Η αποχή κορυφώθηκε τη δεύτερη Κυριακή, το ποσοστό αποχής μπορεί να είναι μεγαλύτερο του 60%, γεγονός που προξενεί μεγαλύτερη ανησυχία για το μειωμένο ενδιαφέρον της κοινής γνώμης για τα φλέγοντα ζητήματα της πόλης. Όμως, τόσο ως επιστημόνισσες/επιστήμονες, όσο και ως ενεργοί πολίτες οφείλουμε μετά το πέρας της εκλογικής διαδικασίας να αναζητήσουμε τα πραγματικά αίτια της αποχής! Η απάντηση σε αυτό το ερώτημα αποτελεί τη ζωοποιό δύναμη της δημοκρατίας μας, καθώς θα μας βοηθήσει να αποκωδικοποιήσουμε τους λόγους και να βρούμε απαντήσεις και ουσιαστικές λύσεις.
Το μοτίβο της αποχής έχει επικρατήσει δυστυχώς και σε εκείνες τις πληθυσμιακές ομάδες που σηκώνουν το βάρος της παραγωγικής οικονομίας. Καλλιεργήθηκε επί συναπτά έτη στη χώρα, η διαστρεβλωμένη άποψη ό,τι η μη συμμετοχή στις θεσμικές διαδικασίες αποτελεί ηχηρή απάντηση στο εκάστοτε σύστημα ή αλλιώς αντίσταση στα κακώς κείμενα, κοινώς «ψήφος» διαμαρτυρίας. Οφείλουμε να έχουμε κατά νου πως ο ορισμός της ψήφου στο δημοκρατικό πολίτευμα ορίζεται συγκεκριμένα, ως η έγκυρη συμμετοχή των ψηφοφόρων στην εκλογική κάλπη. Επομένως, η μη συμμετοχή στην ανάδειξη τοπικών εκπροσώπων δεν αποτυπώνει με ακρίβεια τη γνώμη των πολιτών, εφόσον οι ίδιες/ίδιοι δεν προσέρχονται στη κάλπη, ώστε να καταγραφεί επίσημα η προτίμησή ή και δυσαρέσκειά τους.
Αντιθέτως, η ενισχυμένη αποχή υποσκάπτει τα θεμέλια του δημοκρατικού πολιτεύματος και διαμορφώνει ένα μη συμμετοχικό πολιτικό σκηνικό, στο οποίο διαιωνίζονται τα κακώς κείμενα και οι παθογένειες του τόπου μας. Με λύπη διαπίστωσα για ακόμη μια φορά πως η παραποίηση της πραγματικότητας και η διασπορά ψευδών ειδήσεων έδρασε ανασταλτικά στην ενεργό συμμετοχή των πολιτών στην εκλογική διαδικασία, καθώς ενώ οι πολίτες συνεισφέρουμε τόσο μέσω της δράσης μας, όσο και μέσω των φόρων στην ανάπτυξη της οικονομίας, τελικώς με την αποχή δεν έχουμε λόγο για την διακυβέρνηση του τόπου μας και αδυνατούμε να ανατρέψουμε αδιέξοδες πολιτικές πρακτικές.
Το ισχύον πολιτειακό σύστημα, της έμμεσης-αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας μας δίνει τη δυνατότητα να συμμετέχουμε καθοριστικά στη διαμόρφωση του πολιτικού σκηνικού, κάθε φορά που προκηρύσσονται Εθνικές ή Αυτοδιοικητικές εκλογές, μέσω της εκλογής αντιπροσώπων είτε για τα βουλευτικά έδρανα είτε για τους ΟΤΑ Α’ και Β’ βαθμού. Μπορεί το πολίτευμά μας να έχει περιορισμένες δυνατότητες άμεσης δημοκρατίας, παρ΄όλα ταύτα η συμμετοχή μας την κρίσιμη στιγμή στη κάλπη αποτελεί μια δυνατότητα ενεργούς συμμετοχής στο κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι της πόλης μας.
Η μη προσέλευση στη κάλπη δεν τονώνει την όποια αντίσταση, αλλά αντιθέτως ενισχύει την θεσμική απορρύθμιση, την κοινωνική διάβρωση και τη μη συμπεριληπτική εκπροσώπηση όλων μας, καθώς όντας μέλη μιας κοινωνίας αποτελούμε κομμάτι του συστήματος, το οποίο χρήζει αλλαγών και εξέλιξης.