Parallax View

Η απώλεια

Το πένθος συναντά την πιο βαθιά θεολογία: όχι τον Θεό της λύσης, αλλά τον Θεό της απουσίας, εκείνον που σιωπά και όμως παραμένει σημείο αναφοράς

Parallaxi
η-απώλεια-1414044
Parallaxi

Λέξεις: Μάνος Λαμπράκης

… δεν ξέρω πώς είναι οι μέρες σου από τότε που έφυγε. Ξέρω μόνο ότι ο χρόνος δεν κυλά πια όπως πριν, δεν προχωρά ευθύγραμμα, δεν υπακούει σε ημερολόγια, δεν σε βοηθά να «προχωρήσεις».

Ο χρόνος, μετά από μια τέτοια απώλεια, γίνεται σπασμένος, επιστρέφει, κολλά, ανοίγει ξαφνικά τρύπες μέσα στην καθημερινότητα. Μπορεί να περπατάς, να μιλάς, να εργάζεσαι, κι όμως κάτι μέσα σου να μένει ακίνητο, καθηλωμένο σε εκείνο το σημείο όπου ο άλλος έπαψε να απαντά. Δεν είναι αδυναμία αυτό, να ξέρεις, είναι η πιο ακριβής μορφή πιστότητας.

Ίσως να σου είπαν πως ο χρόνος θεραπεύει. Ίσως να σου είπαν πως «έτσι είναι η ζωή», πως «όλοι χάνουμε», πως «πρέπει να συνεχίσεις». Μα η αλήθεια είναι πως δεν χάνουμε όλοι με τον ίδιο τρόπο. Υπάρχουν απώλειες που αφαιρούν πρόσωπα και υπάρχουν απώλειες που αφαιρούν δομές.

Όταν χάνεται εκείνος ή εκείνη που είχε εγγραφεί βαθιά μέσα σου, δεν φεύγει απλώς ένας άνθρωπος· μετακινείται το ίδιο το έδαφος πάνω στο οποίο στεκόσουν.

Ο κόσμος παραμένει ο ίδιος, αλλά δεν σε αναγνωρίζει πια. Κι εσύ, με τη σειρά σου, δεν αναγνωρίζεις τον εαυτό σου μέσα σε αυτόν.

Θέλω να σου πω κάτι χωρίς να στο εξηγήσω, χωρίς να στο ωραιοποιήσω: δεν είναι αλήθεια ότι ο άνθρωπος που έχασες «έφυγε». Έπαψε να υπάρχει ως σώμα, ναι. Αλλά ως σχέση, ως εσωτερική παρουσία, ως εκείνο το βλέμμα που σε διάβαζε πριν μιλήσεις, παραμένει.

Παραμένει όχι σαν ανάμνηση που μπορείς να καλέσεις όποτε θέλεις, αλλά σαν κάτι που σε επισκέπτεται απρόσκλητο.

Σε μια μυρωδιά, σε μια άσχετη λέξη, σε μια χειρονομία τρίτων. Εκείνος ή εκείνη δεν επιστρέφει για να σε παρηγορήσει. Επιστρέφει για να σου θυμίσει ότι κάτι στη ζωή σου δεν ολοκληρώθηκε, και ίσως δεν χρειαζόταν ποτέ να ολοκληρωθεί.

Μην προσπαθήσεις να διώξεις αυτές τις επιστροφές. Δεν είναι παγίδες, ούτε εμπόδια στην «ανάρρωση». Είναι ο τρόπος με τον οποίο η ψυχή σου προσπαθεί να βρει νέα μορφή.

Ο άνθρωπος που έχασες δεν σου ζητά να τον ξεχάσεις για να ζήσεις. Σου ζητά, σιωπηλά, να μάθεις να ζεις μαζί του αλλιώς. Αυτή η σχέση δεν θα είναι πια ισότιμη, ούτε δίκαιη, ούτε αμοιβαία. Δεν θα σου απαντά. Δεν θα διορθώνει τις παρεξηγήσεις. Και ακριβώς γι’ αυτό θα είναι τόσο απαιτητική. Θα σε φέρνει αντιμέτωπο με το βάθος της αγάπης σου, εκεί όπου δεν υπάρχει ανταπόδοση.

Ξέρω ότι υπάρχουν στιγμές που θυμώνεις.

Όχι μόνο με τον θάνατο, αλλά και με εκείνον που έφυγε.

Γιατί έφυγε;

Γιατί σε άφησε μόνο με όλα αυτά; Γιατί δεν πρόλαβε;

Μην φοβηθείς αυτόν τον θυμό. Δεν είναι προδοσία. Είναι μέρος του πένθους, γιατί το πένθος δεν είναι ευγένεια. Είναι σχέση που αρνείται να τελειώσει πολιτισμένα.

Και ξέρω επίσης πως υπάρχουν στιγμές ενοχής.

Τι είπες, τι δεν είπες, τι θα μπορούσε να είχε γίνει αλλιώς.

Αυτές οι σκέψεις δεν είναι λογικές, αλλά είναι αληθινές.

Δεν ζητούν απαντήσεις.

Ζητούν να ακουστούν.

Ο κόσμος γύρω σου, ίσως, βιάζεται να σε επαναφέρει.

Να λειτουργήσεις, να γελάσεις «λίγο», να μην είσαι συνέχεια «εκεί».

Μα η αλήθεια είναι πως ένα κομμάτι σου θα είναι πάντα εκεί. Και δεν χρειάζεται να το ξεριζώσεις. Το πένθος δεν είναι αρρώστια που πρέπει να περάσει, είναι κατάσταση που αλλάζει μορφή. Σήμερα πονά, αύριο βαραίνει, μεθαύριο σιωπά. Αλλά δεν εξαφανίζεται. Και δεν χρειάζεται. Γιατί μέσα σε αυτό το πένθος κατοικεί κάτι πολύτιμο: η απόδειξη ότι αγάπησες αληθινά.

Ίσως κάποτε αναρωτηθείς αν αυτό που ζεις είναι πίστη ή απελπισία.

Αν κρατιέσαι από τον νεκρό ή αν αφήνεσαι να βυθιστείς μαζί του. Εκεί, θέλω να σου πω κάτι δύσκολο αλλά αληθινό: η πίστη δεν είναι παρηγοριά.

Είναι αντοχή στη σιωπή.

Είναι να συνεχίζεις να απευθύνεσαι σε κάποιον που δεν απαντά, χωρίς να απαιτείς ανταπόδοση.

Σε αυτό το σημείο, το πένθος συναντά την πιο βαθιά θεολογία: όχι τον Θεό της λύσης, αλλά τον Θεό της απουσίας, εκείνον που σιωπά και όμως παραμένει σημείο αναφοράς.

Δεν σου γράφω για να σου πω ότι θα «γίνει καλύτερα». Σου γράφω για να σου πω ότι αυτό που ζεις έχει νόημα, ακόμη κι αν δεν έχει λύση. Ότι η πληγή σου δεν είναι λάθος. Είναι ο τόπος όπου η ζωή σου συναντά το όριό της και δεν το αρνείται.

Και ίσως, κάποια στιγμή, χωρίς να το καταλάβεις, αυτή η πληγή να γίνει όχι κάτι που σε διαλύει, αλλά κάτι που σε βαθαίνει. Όχι γιατί πόνεσες, αλλά γιατί δεν αρνήθηκες τον πόνο.

Να ξέρεις μόνο αυτό: δεν είσαι μόνος σε αυτή τη διαδρομή, ακόμη κι αν έτσι μοιάζει. Κάποιος, κάπου, μπορεί να μην έχει τις λέξεις, αλλά στέκεται μαζί σου. Όχι για να σου πάρει τον πόνο, αλλά για να μην τον κουβαλάς εντελώς μόνος…

*Ο Μάνος Λαμπράκης είναι θεατρικός συγγραφέας, δραματουργός και μεταφραστής. 

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα