Η αρρώστια της μνήμης

του Άκη Δήμου Δεν είμαι καθόλου σίγουρος τι ακριβώς γιορτάζεται όλες αυτές τις «παγκόσμιες μέρες» που συσσωρεύονται στα ημερολόγια. Ποιες ανάγκες ακριβώς (συν)καλύπτονται, ποιες ενοχές διασκεδάζονται, ποιες συλλογικές ανεπάρκειες αναδύονται. Ως εκ τούτου, δεν καταλαβαίνω ακριβώς το νόημα της «Παγκόσμιας Ημέρας Θεάτρου». Για εκείνους που ξέρουν (και για όσους θέλουν να μάθουν) τα πράγματα είναι […]

Άκης Δήμου
η-αρρώστια-της-μνήμης-20570
Άκης Δήμου
moyseio_theatroy_1.jpg

του Άκη Δήμου

Δεν είμαι καθόλου σίγουρος τι ακριβώς γιορτάζεται όλες αυτές τις «παγκόσμιες μέρες» που συσσωρεύονται στα ημερολόγια. Ποιες ανάγκες ακριβώς (συν)καλύπτονται, ποιες ενοχές διασκεδάζονται, ποιες συλλογικές ανεπάρκειες αναδύονται. Ως εκ τούτου, δεν καταλαβαίνω ακριβώς το νόημα της «Παγκόσμιας Ημέρας Θεάτρου». Για εκείνους που ξέρουν (και για όσους θέλουν να μάθουν) τα πράγματα είναι ίδια αιώνες τώρα: κάθε βράδυ, στο τρίτο κουδούνι, όλοι όσοι βρίσκονται στην πλατεία ενός θεάτρου είναι έτοιμοι να δουν αυτή την απέραντη θάλασσα πλήξης που είναι η καθημερινότητά τους να σηκώνει ξαφνικά κύματα. Ανεξαρτήτως ημερών, εορτασμών, επικολυρικών διακηρύξεων και λαχανιασμένων λογύδριων (και σε πείσμα όλων αυτών, εννοείται), το θέατρο μεταβάλλεται συνεχώς για να μείνει αυτό που ήταν πάντα: ένα πεδίο διεκδίκησης του αόρατου κόσμου, μια συνεχής υπενθύμιση της θνητότητας μας και της αθανασίας μας μέσα από τα σώματα, το λόγο και την ανάσα άλλων, μια απόπειρα θεραπείας της μοναχικότητάς μας με θεαματικά (στην κυριολεξία) αποτελέσματα.

Στην ίδια σελίδα τώρα:

Το Θεατρικό Μουσείο είναι κλειστό από το 2011. Από μια άποψη, δεν ήταν ποτέ ανοιχτό. Χωρίς μουσειολογική υποδομή, στεγασμένο σ’ έναν ακατάλληλο χώρο, κλειστό τα σαββατοκύριακα, με ελάχιστους υπαλλήλους, η φιλοτιμία των οποίων ήταν αδύνατο να καλύψει τη δυσλειτουργία του. Ένα από τα σημαντικότερα μουσεία της χώρας, με ανεκτίμητο αρχειακό υλικό και πλήθος ντοκουμέντων για την πορεία του ελληνικού και παγκόσμιου θεάτρου δεν μπόρεσε ποτέ, λόγω των συνθηκών και της χρόνιας αδράνειας της Πολιτείας, να βρει τρόπο να είναι δραστικά παρών. Η κρίση το αποτέλειωσε. Από το 2011 και μέχρι σήμερα οι εργαζόμενοι έχουν κηρύξει επίσχεση εργασίας. Η χρηματοδότηση του Μουσείου είναι ανύπαρκτη και τα χρέη του (μισθοδοσίες, ΙΚΑ, υπέρογκα ενοίκια της βιβλιοθήκης του), ύψους 500.000 ευρώ, εκκρεμή, παρά τις κατά καιρούς διαβεβαιώσεις του Υπουργείου, που εσχάτως υποσχέθηκε 50.000 ευρώ – τι είναι ο κάβουρας, τι είναι το ζουμί του – για την απολύμανση και τον καθαρισμό του και για να ανέβει η βάση δεδομένων του στο διαδίκτυο.

Δεν είναι να σου κάνει εντύπωση: στην Ελλάδα ποτέ δεν υπήρξε θεατρική πολιτική με σκέψη και όραμα. Υπάρχει πάντα χώρος για αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρίες (πολλές εκ των οποίων εν τη γενέσει τους προβληματικές) και αστοιχείωτους επιχειρηματίες που παριστάνουν τους παραγωγούς. Υπάρχει χώρος για εκατοντάδες wanna be ηθοποιούς που αποφοιτούν κατ’ έτος από δεκάδες Δραματικές (ή «Δραματικές») Σχολές, οι περισσότεροι απ’ τους οποίους δεν ξέρουν τι να ονειρευτούν για το μέλλον της τέχνης τους γιατί ποτέ δεν έμαθαν (ούτε πολυθέλουν να μάθουν) για το θεατρικό παρελθόν ή και το παρόν της ακόμα. Υπάρχει χώρος για εξευτελιστικές αμοιβές των συντελεστών μιας παράστασης και για ακόμη εξευτελιστικότερες συνθήκες εργασίας, χώρος για αλαζονικές συμπεριφορές, αριβισμούς, εύκολες λείες  και αμετροέπειες και χώρος για ν’ ανθίζει η αειθαλής βλακώδης πεποίθηση πως (όπως όλα και) το θέατρο μπορεί να συνεχίσει να πηγαίνει με τον αυτόματο πιλότο. Με τους ανθρώπους του να αντιμετωπίζονται σαν χομπίστες και το κοινό να ντρεσάρεται στους ρυθμούς των «υπερθεαμάτων». Και υπάρχει, βεβαίως, πάντοτε χώρος για ένα Υπουργείο που επιμένει γραφικά, από πολύ παλιά, σε κάθε ευκαιρία, ότι ο Πολιτισμός είναι εξαγωγικό αγαθό, γουρλώνοντας απλώς τα μάτια για να αποδείξει του (κενού) λόγου του το αληθές.

Αλλά δεν υπάρχει χώρος για το αρχείο της Κοτοπούλη και της Παξινού. Χρειάζεται να επαναλάβει κανείς ότι στην Ελλάδα η μνήμη είναι είδος εν ανεπαρκεία, άχρηστο φορτίο στους ώμους ενός παρόντος αυτιστικού κι ενός μέλλοντος ψιλοκαμμένου; Το θέμα είναι ποιος τα παίρνει και ποιος τα φέρνει (για να τα ξαναπάρει πίσω διπλά).  Κανένας λόγος ν’ απορείς λοιπόν γιατί τα τεκμήρια της ιστορικής μας θεατρικής  διαδρομής μέσα στα χρόνια αφήνονται να σαπίζουν, παραδομένα στο έλεος των ποντικών και των κατσαρίδων, σκεπασμένα από τη μούχλα και την υγρασία. Και γιατί ένα Μουσείο για την ιστορία του Θεάτρου, στον τόπο που οι άρχοντές του με κάθε ευκαιρία επαίρονται ότι γέννησε το θέατρο (λες και το γέννησαν οι ίδιοι), δεν δείχνει να πολυνοιάζει κανέναν.-

Μπείτε και κάντε like εδώ για να ενημερώνεστε για όλα τα γραμμένα αποκλειστικά για το parallaximag.gr άρθρα.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα