Η Εγνατία του Βασίλη Νιτσιάκου

Ένας πανεπιστημιακός ερευνητής, δάσκαλος και στοχαστής που βάζει στο επίκεντρό του την επιτυχή συνύπαρξη της κοινωνικής ανθρωπολογίας με τη λαογραφία και τα οφέλη της επιστημολογικής τους ώσμωσης

Parallaxi
η-εγνατία-του-βασίλη-νιτσιάκου-1005670
Parallaxi

Λέξεις: Ιωάννης Μάνος

Την Τετάρτη 3 Μαΐου, ο Σύνδεσμος Γραμμάτων και Τεχνών Γρεβενών, σε συνεργασία με την Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας και το Δήμο Γρεβενών, οργάνωσαν μία εκδήλωση αφιερωμένη στο επιστημονικό και λογοτεχνικό έργο του Βασίλη Νιτσιάκου, Καθηγητή Κοινωνικής Λαογραφίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων.

Συμμετείχα στην εκδήλωση με τον τιμητικό, αλλά δύσκολο, ρόλο να περιγράψω το πολυεπίπεδο και πολυθεματικό επιστημονικό του έργο του Βασίλη Νιτσιάκου. Επέλεξα να αναδείξω τις έννοιες της ανθρώπινης κινητικότητας, της αμοιβαίας προσέγγισης και της αλληλοκατανόησης, οι οποίες αποτελούν την Εγνατία του Βασίλη Νιτσιάκου, και, συνάμα, αντικείμενο μελέτης και βίωμα ζωής. 

Ο Βασίλης Νιτσιάκος γεννήθηκε σε οικογένεια Βλάχων κτηνοτρόφων από την Αετομηλίτσα Ιωαννίνων και μεγάλωσε στα χωριά της Λάρισας, όπου ξεχείμαζαν με τα κοπάδια τους οι οικογένειες του χωριού του. Ζυμώθηκε με τη ζωή του μετακινούμενου κτηνοτρόφου, του οποίου ο κύριος τόπος καταγωγής (Αετομηλίτσα) βρισκόταν στην ελληνο-αλβανική μεθόριο. Η μετακίνηση, το φυσικό περιβάλλον, το σύνορο και η διαπολιτισμική επικοινωνία αποτέλεσαν για αυτόν καθημερινά βιώματα και τον θεμέλιο παράγοντα για τα μετέπειτα ερευνητικά του ενδιαφέροντα.

Πρωτοσυναντηθήκαμε τον Ιούλιο του 2001 σε ένα συνέδριο για την Ελλάδα, στο Birmingham της Αγγλίας. Παρουσίαζε μία μελέτη που είχε κάνει μαζί με το φίλο μας, Κώστα Μάντζο, η οποία αφορούσε τη σχέση ανάμεσα στη μουσική, τα σύνορα, την εθνική ιδεολογία και τον πολιτισμό. 

Οι κάτοικοι των γειτονικών συνοριακών περιοχών ανάμεσα την Ελλάδα και την Αλβανία εκφράζονται μέσα από το πολυφωνικό τραγούδι και, συχνά, μοιράζονται τις ίδιες μελωδίες και στίχους ως αποτέλεσμα μίας μακραίωνης πολιτισμικής επικοινωνίας. Η δημιουργία των συνόρων, το 1913, διατάραξε αλλά δεν απάλειψε την κοινή κληρονομιά, ούτε διέκοψε την επικοινωνία των ανθρώπων στις μεθοριακές κοινωνίες.

Οι εθνικές ιδεολογίες, στην Ελλάδα και την Αλβανία, οικειοποιήθηκαν και παρουσίασαν το κοινό μουσικό ιδίωμα του πολυφωνικού τραγουδιού ως ελληνικό, στη μία πλευρά των συνόρων, και αντίστοιχα, ως αλβανικό, στην άλλη. Προσέδωσαν πολιτική σημασία στον πολιτισμό για να δημιουργήσουν αυτό που αποκαλούν ‘εθνική παράδοση’, με στόχο να διαφοροποιηθούν από τα γειτονικά κράτη, με τα οποία μοιράζονται περισσότερα κοινά απ’ ό,τι διαφορές. Στη συζήτηση που είχαμε, συμφωνήσαμε ότι, πολύ συχνά στην Ελλάδα, ο επιστημονικός λόγος υφίσταται πολιτική εκμετάλλευση και δεν είναι επιθυμητός όταν αμφισβητεί κατεστημένες ιδεολογίες και πολιτικές απόψεις καθώς και δόγματα πάνω στα οποία έχουν δομηθεί συλλογικές επιδιώξεις, πολιτικά προτάγματα και προσωπικές καριέρες. 

Η μετανάστευση και η διασυνοριακή κίνηση ως μορφές ανθρώπινης κινητικότητας μελετήθηκαν σε βάθος από τον Βασίλη Νιτσιάκο. Στο βιβλίο του Μαρτυρίες Αλβανών Μεταναστών ανέλυσε τις εμπειρίες Αλβανών μεταναστών σε μία περίοδο που τα ελληνικά μέσα ενημέρωσης τους είχαν ταυτίσει με την παραβατικότητα και το ελληνικό κράτος έκανε τα πρώτα του βήματα για την καταγραφή και νομική αναγνώρισή τους.

Το 2010, στο βιβλίο του Στο σύνορο: Μετανάστευση, σύνορα και ταυτότητες στην αλβανο-ελληνική μεθόριο, ανέδειξε το μωσαϊκό των ανθρώπων της μεθορίου, τις εμπειρίες, τα βιώματα και τις ιστορίες τους και αποκάλυψε τις ποικίλες προσλήψεις του συνόρου. Οι κάτοικοι των συνόρων βιώνουν το αίσθημα του κοινού τόπου με την άλλη πλευρά παρά την ένταξή τους σε διαφορετικά κρατικά συστήματα. Το ‘σύνορο’ αποτελεί ένα συνεχές γίγνεσθαι αλληλοδιεισδύσεων και αλληλεπιδράσεων μεταξύ κρατών, εθνοτήτων, θρησκειών, γλωσσών και ταυτοτήτων. Η μελέτη αυτή παραμένει μία από τις λίγες μονογραφίες για τα ελληνικά σύνορα και, επίσης, μία από τις ελάχιστες για τα σύνορα στην ΝΑ Ευρώπη.  

Η επαφή, η επικοινωνία, η αλληλεπίδραση και η αλληλοκατανόηση αποτελούν κομμάτι της επιστημονικής συγκρότησης και υπόστασης του Βασίλη Νιτσιάκου καθώς βρίσκονται στον επιστημολογικό πυρήνα της ανθρωπολογικής του οπτικής και της εθνογραφικής μεθόδου. Οι έννοιες αυτές ενυπάρχουν στη λειτουργία του Border Crossings, ενός διεθνούς ακαδημαϊκού δικτύου φοιτητών και καθηγητών από πανεπιστήμια όλων, σχεδόν, των Βαλκανικών χωρών, το οποίο δημιουργήσαμε το 2003. 

Πρόκειται για ένα σπουδαίο ακαδημαϊκό εγχείρημα, διεθνώς καταξιωμένο, στο οποίο ο Βασίλης Νιτσιάκος είχε πρωταγωνιστικό ρόλο μαζί με τον γράφοντα και μία ομάδα συναδέλφων από την Ελλάδα και τα Βαλκάνια. Μέρος του δικτύου αποτέλεσε και το «Διεθνές Θερινό σχολείο της Κόνιτσας για την ανθρωπολογία, την εθνογραφία και την κοινωνική λαογραφία στα Βαλκάνια», το οποίο ήταν πρόταση του Βασίλη Νιτσιάκου. Το επιστημονικό του κύρος και η ακαδημαϊκή του παρουσία εξασφάλισαν την αμέριστη συμπαράσταση του Δήμου Κόνιτσας και του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

Από το 2003 έως το 2019, πάνω από 2000 φοιτητές και φοιτήτριες και πάνω από 200 καθηγητές/τριες από όλο τον κόσμο, ξεπέρασαν γεωγραφικά και διανοητικά σύνορα και συνεργάστηκαν επιστημονικά μέσα σε κλίμα συνύπαρξης, αλληλοσεβασμού και αλληλοεπικοινωνίας ανεξάρτητα από τις διαφορετικές γλώσσες, θρησκείες και άλλες πεποιθήσεις τους. Διαμόρφωσαν μία διεθνή κοινότητα ανθρώπων με ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς, διαπροσωπικές σχέσεις και ακαδημαϊκές συνεργασίες και προώθησαν τον ακαδημαϊκό διάλογο και τη δια-πολιτισμική γνωριμία και επαφή.  

Το εγχείρημα του δικτύου Border Crossings επιβεβαίωσε με πανηγυρικό τρόπο τη διαχρονική πεποίθηση του Βασίλη Νιτισάκου, την επιτυχή συνύπαρξη της κοινωνικής ανθρωπολογίας με τη λαογραφία και τα οφέλη της επιστημολογικής τους ώσμωσης. Το πρόταγμα αυτό υπηρετεί με προσήλωση και συνέπεια ο Νιτσιάκος από την αρχή της ακαδημαϊκής του δράσης.  

Ο Βασίλης Νιτσιάκος είναι ένας πανεπιστημιακός ερευνητής και δάσκαλος και στοχαστής, ο οποίος εμφορείται από την ακράδαντη πεποίθηση ότι η επιστημονική γνώση μπορεί να προτείνει τρόπους αποτελεσματικής παρέμβασης στα ζητήματα που απασχολούν το άτομο και την κοινωνία και να παράσχει εναλλακτικές μορφές θέασης της πραγματικότητας.

Σεβόμενος το ρόλο του ενεργού επιστήμονα επιλέγει να εκφράζει με θεσμική εγκυρότητα το λόγο του και να παρεμβαίνει σε πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα στη δημόσια σφαίρα.

Διατηρεί την αυτονομία του επιστημονικού του λόγου και επιχειρηματολογεί υπέρ μιας κριτικά επεξεργασμένης και αναστοχαστικής γνώσης, η οποία πρέπει να είναι αυστηρή απέναντι στους κυρίαρχους λόγους και την εξουσία, και αυτοκριτική στην ίδια τη διαδικασία παραγωγής και διάδοσής της.

*Ο Ιώαννης Μάνος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής της Κοινωνικής Ανθρωπολογίας Πανεπιστήμιο Μακεδονίας

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα