Η επανάσταση του γιαουρτιού
Όσοι όλα αυτά τα χρόνια που κάποιοι ζούσαν το «όνειρο» – ένα ως επί το πλείστον καταναλωτικό όνειρο, απότοκο της εκκωφαντικής απουσίας οποιουδήποτε άλλου προσανατολισμού πλην του εύκολου πλουτισμού, της καλοπέρασης, της ευκολίας ως συνθήκης ζωής –, προσπαθούσαμε να κρούσουμε έναν κώδωνα κινδύνου, νιώθουμε μια πικρή δικαίωση. Όσοι δηλαδή προειδοποιούσαμε ότι μια κοινωνία παρασυρμένη, παραδομένη […]
Όσοι όλα αυτά τα χρόνια που κάποιοι ζούσαν το «όνειρο» – ένα ως επί το πλείστον καταναλωτικό όνειρο, απότοκο της εκκωφαντικής απουσίας οποιουδήποτε άλλου προσανατολισμού πλην του εύκολου πλουτισμού, της καλοπέρασης, της ευκολίας ως συνθήκης ζωής –, προσπαθούσαμε να κρούσουμε έναν κώδωνα κινδύνου, νιώθουμε μια πικρή δικαίωση. Όσοι δηλαδή προειδοποιούσαμε ότι μια κοινωνία παρασυρμένη, παραδομένη σε έναν τρόπο ζωής βασισμένο σε έναν πλούτο χωρίς θεμέλια, σε ένα lifestyle που συναντώντας παρθένο έδαφος σάρωσε τα πάντα, δεν είχε ούτε παρόν ούτε μέλλον. Η άφιξη αυτής της προαναγγελθείσας κρίσης, προαναγγελθείσας γιατί απλώς ακολούθησε μια πολιτιστική και ηθική χρεοκοπία που είχαν προ πολλού εδραιωθεί, μας βρήκε σαν έτοιμους από καιρό. Κυριαρχεί όμως και μια μεγάλη απογοήτευση για το πόσο τυφλά και κυρίως ανέξοδα, με κινητήριο δύναμη τα γιαούρτια, επιχειρείται η όποια αλλαγή πλεύσης.
Βλέπουμε ότι ακόμα και τώρα, ακόμα και την ύστατη στιγμή, οι δοκιμαζόμενοι Έλληνες αδυνατούν να εκφραστούν σαν ώριμοι, συνειδητοποιημένοι πολίτες. Γι’ αυτό και οδηγούμαστε, με μαθηματική ακρίβεια, στο χάος: σε κάτι παρόμοιο με αυτό που ο Thomas Hobbes περιέγραφε ως bellum omnium contra omnes, έναν πόλεμο όλων εναντίον όλων. Μια κατάσταση δηλαδή προπολιτική, προκοινωνική. Σχεδόν προϊστορική. Έναν πόλεμο με αμέτρητες «παράπλευρες απώλειες», βεβαίως. Ανθρώπους, που δε συμμετείχαν στα δυο μεγάλα, ατελείωτα πάρτι που όλοι παρακολουθήσαμε τα τελευταία χρόνια: στο πελατειακό πάρτι, με ανοιχτοχέρηδες οικοδεσπότες αμέτρητες συντεχνίες ή συνδικαλιστικές φατρίες σε ανοιχτή συνδιαλλαγή με το κράτος και στο μεγάλο καταναλωτικό πάρτι, με επίσημους διοργανωτές τράπεζες που πρόσφεραν αφειδώς δάνεια και πρόθυμους συμμετέχοντες διαρκώς περισσότερους. Οι άνθρωποι που δεν πέρασαν από αυτά τα δυο πάρτι, ούτε καν για να πουν, στα όρθια, ένα «γεια», αποτελούν τα πραγματικά και τραγικά θύματα αυτού του τυφώνα.
Πώς όμως φτάσαμε ως εδώ; Ίσως επειδή οι Έλληνες ποτέ δεν καταφέραμε να γίνουμε, παρά τις πλείστες ευκαιρίες που μπορεί να δόθηκαν, συνειδητοποιημένοι πολίτες. Αντ’ αυτού κατά τη μεταπολίτευση κυριάρχησε και απλώθηκε σε όλα τα κοινωνικά στρώματα μια, θα λέγαμε, πελατειακή αγέλη ψηφοφόρων δυο μεγάλων κομμάτων που μεταπολιτευτικά νέμονταν μονοπωλιακά και προνομιακά την κυβερνητική εξουσία. Μια μεγάλη μάζα πελατών που έμαθε, εθίστηκε σε μια ανίερη συνδιαλλαγή με την εξουσία αυτή και το κράτος που είχε στα χέρια της: σας προσφέρουμε την ψήφο μας και με τη σειρά σας μας διορίζετε, μας βγάζετε άδειες, μας δίνετε επιδοτήσεις, επιδόματα, «κλειστά» επαγγέλματα. Μια ανθρωπομάζα που, ως πελάτης, περίμενε και εξακολουθεί να περιμένει τα υποσχεθέντα. Όταν, όμως, βλέπει ότι όχι μόνο δεν τα λαμβάνει αλλά υποχρεώνεται να πληρώσει σπασμένα δικά της και των πολιτικών της «πατέρων» δεκαετιών – να πληρώσει τα σπασμένα αυτής της αλλοτριωμένης σχέσης με την πολιτική της ελίτ, τις κυβερνήσεις της –, γίνεται πυρ και μανία.
Φοβάμαι ότι η επανάσταση του γιαουρτιού δεν εκφράζει, παρά ακριβώς αυτό: μια τυφλή οργή που δεν πηγάζει από μια βαθύτερη ενδοσκόπηση, μια ειλικρινή συνειδητοποίηση των σφαλμάτων που αθροιστικά οδήγησαν στο σήμερα μέσα από νοοτροπίες ευκολίας, ιδιώτευσης, συμφεροντοκρατίας, δούναι και λαβείν. Μιλάμε περισσότερο για μια εκτόνωση, ένα «ξεφόρτωμα» απωθημένων που αφήνει άθικτα όσα δεν θα έπρεπε να μείνουν άθικτα σε αυτή την κρίσιμη συγκυρία. Φοβάμαι ότι ακόμα και αν «σωθούμε», αν με την επιτυχία του PSI σώθηκε λογιστικά αυτό το κουρελιασμένο ελληνικό κράτος, από τα κουρέλια του οποίου κρέμονται, απαιτώντας, εκατομμύρια δυσαρεστημένοι πολίτες-πελάτες ενωμένοι σε μια ασυνάρτητη αλλά αποφασισμένη πελατειακή γροθιά, δεν θα έχουμε σωθεί από τις καταστροφικές νοοτροπίες που μας έφτασαν ως εδώ. Και θα βαδίσουμε προς το αύριο μερικά γιαούρτια ελαφρύτεροι, αλλά όχι σοφότεροι.