Η κοινοτοπία της χοντροκοπιάς

του Νίκου Βράντση Ποτέ μην γενικεύεις χωρίς μια γκριμάτσα δυσπιστίας. Nicolás Gómez Dávila Η δημοσιογραφία, όπως όλοι ξέρουμε, είναι καταδικασμένη να αρθρώνει έναν λόγο φευγαλέο και ευάλωτο καθώς συγκροτείται γύρω από πρόσκαιρες καταστάσεις, εφήμερα γεγονότα. Η δημοσιογραφία όσο απαραίτητη είναι άλλο τόσο είναι προορισμένη να συντροφεύει στο θάνατο το γεγονός και να παρασύρεται μαζί του […]

Νίκος Βράντσης
η-κοινοτοπία-της-χοντροκοπιάς-34132
Νίκος Βράντσης
online_press_release1.jpg

του Νίκου Βράντση

Ποτέ μην γενικεύεις χωρίς μια γκριμάτσα δυσπιστίας. Nicolás Gómez Dávila

Η δημοσιογραφία, όπως όλοι ξέρουμε, είναι καταδικασμένη να αρθρώνει έναν λόγο φευγαλέο και ευάλωτο καθώς συγκροτείται γύρω από πρόσκαιρες καταστάσεις, εφήμερα γεγονότα. Η δημοσιογραφία όσο απαραίτητη είναι άλλο τόσο είναι προορισμένη να συντροφεύει στο θάνατο το γεγονός και να παρασύρεται μαζί του στον τάφο της λήθης.

Προκύπτει λοιπόν το αναπάντητο ερώτημα της δημοσιογραφίας που σπουδαίοι άνθρωποι όπως ο Μπαλζάκ προσπάθησαν να απαντήσουν: Πώς μπορεί ο δημοσιογραφικός λόγος να καταστεί αρκετά στιβαρός ώστε να χαραχτεί στην μνήμη και να αποτελέσει ένα σημείο αναφοράς, υπενθύμισης και επιστροφής; Το ερώτημα παραμένει ακόμα αναπάντητο. Κανείς δεν κατάφερε να του δώσει λύση. Ούτε ο Μπαλζάκ. Ακόμα και οι καλλίτερες, οι πλέον εύγλωττες πένες θανατώνονται γρήγορα και επαναλαμβανόμενα. Αυτός είναι άλλωστε και ο λόγος που όλοι θυμόμαστε έναν καλό αρθρογράφο μα σπάνια ένα άρθρο του.

Είναι μια συντριπτική διαπίστωση που εκδηλώνεται μόνο όταν εξατμίζεται ο πνευματώδης νεανικός ενθουσιασμός για να αποκαλύψει το κυνικό της ίζημα. Όταν φτάνει κανείς στο σημείο της αποκάλυψης το ζήτημα είναι αν θα ενδώσει. Αν θα απελπιστεί και θα ευτελίσει τον λόγο του. Αν θα παραδοθείς επιτείνοντας το παιχνίδι της λήθης.

Η δημοσιογραφία σήμερα έχει πρόβλημα. Το διαπιστώνουμε όλοι. Πολλοί δημοσιογράφοι έχουν καταντήσει διαχειριστές της στιγμής, διαχειριστές και υποδαυλιστές των εφήμερων, χειμαρρωδών συναισθημάτων ενός όχλου. Ο λόγος τους δεν έχει συνέπεια. Γνωρίζουν πως η συνέπεια δεν θα τους ωφελήσει. Είναι λαμπρές οι περιπτώσεις της συνεπούς γνώμης από την οποία, είτε διαφωνείς είτε συμφωνείς, ποτέ δε θα αισθανθείς προδομένος.

Γιατί όμως αυτός ο μακροσκελής πρόλογος; Γιατί υπάρχει ένα επίμονο και θλιβερό φαινόμενο –μόνο τα θλιβερά είναι άλλωστε τόσο επίμονα- διαρκές και συνάμα τόσο εφήμερο που αξίζει την προσοχή μας. Αυτό το φαινόμενο ενδεχομένως θα μπορούσε να μας λυτρώσει από την κατάρα του δημοσιογραφικού λόγου αποτελώντας μια ανεξερεύνητη ζώνη. Ο λόγος που θα σκιαγραφήσει αξιοπρεπώς αυτή τη ζώνη θα μπορέσει να αποτελέσει το σταθερό σημείο μιας διαρκούς επιστροφής. Θα ανατρέχουμε σε αυτόν που πρωτοδιαπίστωσε το πρόβλημα, ως την σοφή πηγή μιας πρώτης αλήθειας ενός φαινομένου που επιμένει. Είναι ένα φαινόμενο διαρκώς παρόν, σχεδόν τόσο φυσικό όσο η ηλιοφάνεια, που δεν μας προκαλεί καμία εντύπωση και περιέργεια η ακατάπαυστη παρουσία του.

Φυσικά η φιλοδοξία μας εγκυμονεί πλάνες.

Πλάνη πρώτη: Ότι θα πούμε κάτι καινούριο. Δυστυχώς όλα έχουν ήδη ειπωθεί. Τίποτα νέο δεν μπορούμε να πούμε παρά να αναπαράγουμε και να σχολιάζουμε όσα ήδη έχουν ειπωθεί.

Πλάνη δεύτερη: Ο δημοσιογραφικός λόγος έχει απεριόριστες δυνατότητες. Δυστυχώς συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Ο δημοσιογραφικός λόγος λόγω της ανεξέλεγκτης διάχυσής του υστερεί. Βρίσκεται σε μια σταθερή πτώση και συρρίκνωση ανάμεσα σε δυο συμπληγάδες πέτρες. Η μια πέτρα ενός πιο εμπεριστατωμένου, στιβαρού, σχοινοτενούς λόγου όπως είναι ο ακαδημαϊκός ή λογοτεχνικός. Η άλλη πέτρα που αποτελεί και την συντριβή της δημοσιογραφίας είναι ο θόρυβος της ασημαντολογίας. Εκεί η μελωδία καταπνίγεται και ακόμα και ένα καλλιεργημένο αυτί χάνει την ευαισθησία του μπροστά στη συνήθεια της χονδροειδούς φασαρίας. Και μέσα στις δυο αυτές πέτρες μια δημοσιογραφία σαν ακυβέρνητο και σκοροφαγωμένο πλοιάριο που πλέει κακομοιριασμένο στην θαλασσοταραχή.

Ποιο όμως επιτέλους είναι αυτό το φαινόμενο γύρω από το οποίο θα ασχοληθούν τα σημερινά μας ανεμώλια; Είναι το φαινόμενο της νοσηρής στερεοτυπίας. Και ο επιθετικός – πραγματικά επιθετικός- προσδιορισμός έχει την σημασία του, καθώς είναι γνωστό πως τα στερεότυπα είναι απαραίτητα για να αναπτυχθεί η σταθερότητα η οποία θα εγγυηθεί την ανάπτυξη μιας γνώμης που αργότερα θα επιστρέψει για να την αμφισβητήσει. Η νοσηρότητα της ελληνικής περίπτωσης της στερεοτυπίας συνίσταται στην απόλυτη ισχύ της επί του νου των όντων που εδρεύουν στην επικράτεια της Μπανανίας μας. Η ισχύς της οφείλεται κυρίως στα δελεαστικά οφέλη της. Η στερεοτυπία είναι το σύμπτωμα της ροπής μας προς την ευκολία. Είναι το αποτέλεσμα της αδράνειας της σκέψης και της καχυποψίας.

Ως στερεοτυπία ορίζω μοτίβα που επαναλαμβάνονται και μανιχαϊκά μοντέλα που απελευθερώνουν τον χρόνο που απαιτείται να δαπανηθεί για να παραχθεί σκέψη, ώστε αυτός να διοχετευθεί στον χειμαρρώδη σχολιασμό καταστάσεων και αποφάσεων για τα οποία δεν έχουμε καμία απολύτως ιδέα. Είναι αυτός άλλωστε και ο λόγος που ο κόσμος φαίνεται να έχει γίνει τόσο πνευματώδης και ταυτόχρονα τόσο απελπιστικά ηλίθιος. Δεν αναλύει, δεν σταχυολογεί, δεν μνημονεύει αλλά επενδύει όλη του τη σκέψη στην ευφυέστερη ανατύπωση μιας καφρίλας.

Αυτή η συνήθεια στην ευκολία είναι και μια από τις αιτίες της ψυχωτικής ιδρυματικότητας των ομάδων που συναποτελούν την κοινωνία μας. Η κοινωνική δημόσια σφαίρα δεν είναι μια θερμοκοιτίδα ειρηνικά μαχόμενων διαφωνιών. Είναι αντίθετα η ερμηνευμένη ως αναγκαία και επιβεβλημένη συνύπαρξη παράλληλων μονολόγων που προσπαθούν να προστατευθούν μέσα στα μεταλλικά τους κελύφη. Προσπαθούν να ευδοκιμήσουν ως μερικότητες στα περιορισμένο έδαφος της ιδεολογικής τους γλάστρας αντί να αφεθούν στο χαοτικό μα καρποφόρο έδαφος της διαφωνίας. Έτσι αναπτύσσουν όλα τα αντανακλαστικά της φοβικής ύπαρξης. Ένα εξ αυτών είναι η στερεοτυπία.

Έτσι λοιπόν οδηγηθήκαμε στα χονδροειδή συμπεράσματα, παραδείγματα των οποίων κατακλύζουν την κοινωνική μας ζωή στο ακαδημαϊκό, δημοσιογραφικό, πολιτικό, αστικό περιβάλλον. Και έτσι σταδιακά σαν αυτοεκπληρούμενη προφητεία όλοι οι πόλοι που περιέχουν στάλες πλουραλισμού μετατρέπονται σε αυτό που οι χονδροειδείς αναλύσεις προφητεύουν. Γίνονται επαναλαμβανόμενες, μονόχρωμες και μονότονες, στείρες πηγές στις οποίες ανατρέχεις για να ακούσεις αυτό που περιμένεις να ακούσεις και αυτιστικά να επιβεβαιώσεις αυτά που επιθυμείς. Δημιουργήσαμε δίκτυα αυθεντιών που επιβεβαιώνουν τις ιδεοληψίες μας μέσα από την κατάργηση της επικοινωνίας και της διαφωνίας που απαιτείται για κάθε ευρύ νου. Η απέχθεια μας απέναντι στην λεπτομέρεια οδηγεί σε μια σταθερότητα. Σε μια σταθερή διάβρωση. Σε μια σταθερή ψύχωση.

Τα ακαδημαϊκά περιβάλλοντα δημιουργούν σχολές σκέψης αποκλείοντας την επιμέρους διαφωνία, περιθωριοποιώντας τον αντίλογο και καταλήγοντας σε μια αναπαραγωγή μιας ρουτίνας και έναν ανούσιο σχολαστικισμό.

Οι δημοσιογραφικές πηγές χωρίζονται σε μνημονιακές και αντιμνημονιακές. Το info-war, το tvxs, το left είναι οι «Μέκκες» της προόδου για τους μεν, η κολασμένη γη των κομμουνιστικών εμμονών για τους δε. Το Βήμα και η Καθημερινή είναι τα μνημονιακά στηρίγματα της φιλοκυβερνητικής προπαγάνδας ή τα μόνα έγκυρα και ρεαλιστικά μέσα. Μέσα τους ξεχνάμε φωνές μελωδικές και νηφάλιες που καλωσορίζουν τον διάλογο. Όλα αυτά χάνονται σε έναν θορυβώδη βόρβορο που εύκολα μπορεί να διαπιστώσει κανείς ανατρέχοντας στα σχόλια που συνοδεύουν κάθε κείμενο.

Η αριστερά είναι η απόλυτη πρόοδος ή το απόλυτο κακό. Το κράτος είναι η απόλυτη σωτηρία ή η απόλυτη οπισθοδρόμηση. Η εκκλησία είναι η ενσάρκωση του κακού ή η απόλυτη αυθεντία.

Ο Τσίπρας και ο Σαμαράς, και το ευρώ και η δραχμή, και ο φόβος και η ελπίδα, και ο φιλελευθερισμός και ο κομμουνισμός και τα δίπολα που έχουν φτωχύνει τόσο πολύ το λεξιλόγιό μας.

Κανείς κοιτάει προπαρασκευασμένα σύνολα χωρίς να κοιτά προσεκτικότερα το περιεχόμενο τους. Τσουβαλιάζει και αναπαράγει σαν πίθηκος όσα του κληρονόμησαν αυτοί που του παραχώρησαν την ταυτότητά του: “για να είσαι αυτός που έμαθες να είσαι πρέπει να λες αυτά για αυτούς και κείνα για κείνους. Ειδάλλως τίθεται υπό αμφισβήτηση η ίδια σου η ύπαρξη”.

Καμία έκπληξη, κανένα συμβάν. Όλα αναμενόμενα καταντούν την ζωή μια ρουτίνα που περισσότερο την υφιστάμεθα παρά την ζούμε. Μια ζωή που θα μπορούσε να είναι τόσο χαώδης με τις επιλογές που μας ανοίγει, καταντά τόσο προβλέψιμη. Και οι περισσότεροι έχουμε καταντήσει τόσο βαρετοί γιατί προβλέψιμοι. Μονάχα όσοι απαρνήθηκαν προηγούμενους εαυτούς τους και τους συντρόφους στις ψευδαισθήσεις τους απέκτησαν κάποιο ενδιαφέρον. Όσοι εν τέλει δεν φοβήθηκαν μπροστά στο ενδεχόμενο της μοναξιάς.

Δεν είναι σκοπός του κειμένου να κηρύξει διδακτικά μια αίρεση της καθολικής αμφιβολίας που θα μας στερούσε από το αναγκαίο θεμέλιο μιας κάποιας βεβαιότητας. Αυτό που εκφράζω είναι μια αποστροφή για την καθολική επικράτηση της στερεοτυπίας που έχει αρχίσει εμφανώς πια να θολώνει την ικανότητά μας να κρίνουμε νηφάλια και ψύχραιμα και να διακρίνουμε τις λεπτομέρειες που αναιρούν την απλοϊκή μας σκέψη.

Εν τέλει ζητά να επισημάνει αυτό που αναγνωρίζεται ως κίνδυνος: Τείνουμε να γίνουμε θύματα της ευκολίας. Τελικά θα καταντήσουμε να φτιάξουμε τον μανιχαϊκό και διχασμένο κόσμο μας, τον τοποθετημένο σε κουτάκια, που τόσο εύκολα οδηγεί στην απόλυτη σύγκρουση. Θα καταλήξουμε να δημιουργήσουμε τον βαρετό κόσμο των απλοϊκών αντιθέσεων με τις οποίες τον αναλύουμε. Δεν έχουμε ακόμα διαπιστώσει πως η σύγκρουση αφορά στους ηλιθίους που ήταν αρκετά έξυπνοι για να καταλάβουν την δύναμη της ευκολίας και αρκετά ανόητοι για να ενδώσουν σε αυτήν. Και γι΄ αυτό δεν θα υπάρχουν άλλοθι. Διότι ενδίδουμε κάθε μέρα, όλο και περισσότερο συνειδητά στην αυτοκαταστροφή της ευκολίας.

Η μόνη λύση είναι να ρίξουμε μια πιο προσεκτική, όσο το δυνατόν πιο ψύχραιμη ματιά σε αυτό που θεωρούμε ενσάρκωση του κακού και να καθίσουμε αναπαυτικά παρατηρώντας τα κάτοπτρα των στερεοτύπων μας να καταρρέουν σαν χάρτινα τείχη.

Kαι καθώς μετά βεβαιότητας και περισσής απαισιοδοξίας προβλέπω την μονιμότητα του φαινομένου της στερεοτυπίας προσκαλώ την δημοσιογραφική πένα να γράψει για την κοινοτοπία της χοντροκοπιάς. Ακόμα και αν δεν καταφέρει να αντιμετωπίσει το εφήμερο της πένας της θα συντελέσει σε μια απελευθέρωση από την φυλακή των κατόπτρων.

ΥΓ: Καλό κουράγιο σε όλους ενώπιον μιας εκλογικής διαμάχης που προβλέπεται να είναι η πιο πολωμένη και χονδροειδώς διεξαγόμενη των τελευταίων ετών.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα