Η κοινοτοπία του κακού
Του Γεράσιμου Χαριτόπουλου Η ασημαντότητα, η κοινοτοπία του Κακού. Κάπως έτσι θα μπορούσε να μεταφραστεί ελληνικά η περίφημη φράση της πολιτικής φιλοσόφου Hannah Arendt γύρω από τον Adolf Eichmann, τον Ναζί αξιωματικό που ήταν υπεύθυνος για τα τρένα που μετέφεραν εκατομμύρια μελλοθάνατους στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και του […]
Του Γεράσιμου Χαριτόπουλου
Η ασημαντότητα, η κοινοτοπία του Κακού. Κάπως έτσι θα μπορούσε να μεταφραστεί ελληνικά η περίφημη φράση της πολιτικής φιλοσόφου Hannah Arendt γύρω από τον Adolf Eichmann, τον Ναζί αξιωματικό που ήταν υπεύθυνος για τα τρένα που μετέφεραν εκατομμύρια μελλοθάνατους στα ναζιστικά στρατόπεδα συγκέντρωσης, κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Και του οποίου τη δίκη παρακολούθησε, ως ανταποκρίτρια του “New Yorker”, μεταπολεμικά στην Ιερουσαλήμ. Η άποψη της Arendt; Το Κακό δεν προέρχεται, δεν μας ήρθε στη γη από κάποιους άλλους πλανήτες, έξω από τα ανθρώπινα μέτρα, πέραν της καθημερινής, θνητής ύπαρξής μας. Εκπροσωπείται και διαπράττεται από συνηθισμένους ανθρώπους, που αναθέτουν σε κάποιον άλλον να αποφασίσει για λογαριασμό τους περί καλού και κακού, περί σωστού και λάθους. O Eichmann το είχε αναθέσει στον Hitler, ο Γιώργος Ρουπακιάς στα πρωτοκλασάτα στελέχη-“καθοδηγητές” της Χρυσής Αυγής. Δεν θα έπρεπε δηλαδή να “ντύνουμε” το Κακό με εξωπραγματικές διαστάσεις, να του προσδίδουμε εξωγήινα, αλλόκοσμα χαρακτηριστικά.
Ο Γιώργος Ρουπακιάς ήταν απλώς ένας άνθρωπος που επέλεξε να επιλέγουν κάποιοι άλλοι γι’ αυτόν. Και να γίνει εκτελεστικό τους όργανο. Παραδίδοντας τη νομοθετική εξουσία, τους ηθικούς νόμους που ρύθμιζαν τη ζωή του, που διέπουν τις ζωές όλων μας, σ’ αυτούς. Τίποτα περισσότερο, τίποτα λιγότερο δηλαδή από έναν άνθρωπο που έδωσε τα κλειδιά του εαυτού του σε κάποιους άλλους, ποιος ξέρει για ποιους λόγους. Για ένα… χαρτζιλίκι όπως ο ίδιος είπε; Για την αίσθηση του ανήκειν σε μια κάποια ομάδα, ακόμη και μια περιθωριακή ακροδεξιά παραστρατιωτική οργάνωση, προκειμένου να μη μείνει μόνος σε ένα πεδίο μάχης, όπως γίνονται όλο και περισσότερες γειτονιές της Αθήνας, της Ελλάδας;
Όλα αυτά χρήζουν διερεύνησης. Και ίσως να μας αφορούν περισσότερο, απ’ όσο νομίζουμε. Γιατί το μείζον ερώτημα δεν ήταν ποτέ αν πρέπει ή όχι να τεθεί εκτός νόμου η Χρυσή Αυγή και πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό. Αλλά γιατί όλο και περισσότεροι άνθρωποι παραδίδουν σ’ αυτή ή σε όποια άλλη Χρυσή Αυγή προκύψει, αν η συγκεκριμένη τεθεί εκτός νόμου, τα νήματα της ζωής τους.