Η μοναξιά της θεατρικής Θεσσαλονίκης

του Σάββα Πατσαλίδη Το περίεργο με τη θεατρική Θεσσαλονίκη είναι ότι, ενώ διαθέτει πολλά ταλαντούχα παιδιά (δείτε πόσα από αυτά διαπρέπουν στην Αθήνα), άξιους σκηνοθέτες και ηθοποιούς, ένα καλό Τμήμα Θεάτρου, μια καλή Δραματική Σχολή (ΚΘΒΕ), δεν έχει και το ανάλογο θέατρο και εννοώ το θέατρο εκείνο που μπορεί να σταθεί με αξιώσεις οπουδήποτε. Είναι […]

Σάββας Πατσαλίδης
η-μοναξιά-της-θεατρικής-θεσσαλονίκης-37612
Σάββας Πατσαλίδης
cri_home_02.jpg

του Σάββα Πατσαλίδη

Το περίεργο με τη θεατρική Θεσσαλονίκη είναι ότι, ενώ διαθέτει πολλά ταλαντούχα παιδιά (δείτε πόσα από αυτά διαπρέπουν στην Αθήνα), άξιους σκηνοθέτες και ηθοποιούς, ένα καλό Τμήμα Θεάτρου, μια καλή Δραματική Σχολή (ΚΘΒΕ), δεν έχει και το ανάλογο θέατρο και εννοώ το θέατρο εκείνο που μπορεί να σταθεί με αξιώσεις οπουδήποτε. Είναι πιο πολύ θέατρο τοπικής κατανάλωσης. Και για να μην θεωρηθεί ότι υπερβάλλω, πείτε μου πόσες από τις εγχώριες θεατρικές παραγωγές τα τελευταία δέκα χρόνια έχουν ταξιδέψει μέχρι την Αθήνα (δεν συζητώ για εξωτερικό);

Απομόνωση

Έχω επανειλημμένα σχολιάσει πως στις μέρες μας, όπως διαμορφώνεται το τοπίο της νέας εποχής, όποιος δεν είναι συνδεδεμένος (connected) «πεθαίνει». Και δυστυχώς, όπως και να το δει κανείς, όσο καλή διάθεση και να ΄χει για να πει τα καλύτερα, η Θεσσαλονίκη είναι μια πόλη θεατρικά εντελώς απομονωμένη (disconnected). Λέμε απλώς για να λέμε ότι είμαστε σταυροδρόμι πολιτισμών. Κανείς ξένος δεν σταματά εδώ να δείξει τη δουλειά του ή, πολύ περισσότερο, να ενδιαφερθεί για τη δική μας. Πιο ενδιαφέρουσα πολυπολιτισμική (και θεατρική) κίνηση έχει το Βελιγράδι και η Μπρατισλάβα από ό,τι εμείς.

Η θεατρική Θεσσαλονίκη, για να μπει στον χάρτη (εθνικό και διεθνή,) πρέπει να κάνει, εδώ και τώρα, ριζικές αναθεωρήσεις στόχων και τακτικών. Εάν δεν αναπτύξει με τρόπο σύγχρονο, ενημερωμένο και συστηματικό, εξωστρεφή πολιτική (που να περιλαμβάνει οπωσδήποτε και ένα διεθνές Φεστιβάλ) δεν πρόκειται να δει να ανεβαίνει ο πήχης και το δίκτυο αξιοποιήσιμων ανταλλαγών.

Εάν δεν βρει τρόπους να συγκρατήσει τη φυγή των νέων καλλιτεχνών της προς την πρωτεύουσα, θα συνεχίσει να είναι θεατρικά ανοχύρωτη και χωρίς μέλλον. Όταν μια πόλη του ενός και πλέον εκατομμυρίου κατοίκων, που διατυμπανίζει δεξιά και αριστερά ότι φιλοξενεί τους περισσότερους φοιτητές στην χώρα, δεν μπορεί να συντηρήσει μια ζωντανή και ανήσυχη θεατρική κοινότητα που να είναι διαρκώς στις επάλξεις της αναζήτησης και της πρωτοπορίας, τότε είναι λόγος να ανησυχεί κανείς.

Athens link

Η Αθήνα είναι ένα δεδομένο link, ένας μόνιμος τροφοδότης, αλλά δεν αρκεί. Δείτε άλλωστε τις παραστάσεις που έρχονται προς τα δω. Πέρα από τις γνώριμες εμπορικές, οι υπόλοιπες επιλέγονται, κατά κανόνα, με κύριο κριτήριο το κόστος. Για παράδειγμα, μετρείστε από τις περίπου πενήντα και βάλε ετήσιες φιλοξενούμενες παραστάσεις πόσες είναι μονόλογοι. Δεν είναι κακό. Κι ο μονόλογος θέατρο είναι, και μάλιστα πολύ απαιτητικό, όμως δεν αρκεί, υπό την έννοια ότι δεν πρόκειται ποτέ να αυξήσει τον όγκο των θεατρόφιλων. Μάλλον τον μειώνει, δεδομένου ότι απευθύνεται κυρίως στους πολύ μυημένους. Βεβαίως, υπάρχουν και ορισμένοι επιχειρηματίες που νοιάζονται (ευτυχώς) και για την ποιότητα, αλλά ως ένα σημείο. Το ταμείο είναι πάντα αμείλικτο.

Θέλω να πω με αυτά πως τα ερεθίσματα που χρειάζεται η Θεσσαλονίκη για να φύγει προς τα εμπρός, δεν καλύπτονται απόλυτα από αυτά που φτάνουν από την Αθήνα. Χρειάζεται και η ξένη αιμοδοσία. Αυτή ακριβώς η αιμοδοσία που ενέπνευσε το σύνολο σχεδόν του νεανικού αθηναϊκού θεάτρου.

Μοναξιά ομάδων

Παρακολουθώ από κοντά και με έγνοια τις μικρές (νεανικές) μας ομάδες.Τις περισσότερες φορές εμφανίζονται άπαξ και μετά σιωπή, λες και ό,τι είχαν να πουν αυτό ήταν. Αλλά κι όταν επιμένουν και το παλεύουν, σπάνια τις είδα να συνεργάζονται ευεργετικά με κάποιες άλλες. Όπως σπάνια τις είδα να δουλεύουν εργαστηριακά, με υπομονή και στόχους. Αλήθεια, πώς, νομίζουν ότι θα βγουν οι καινούργιες προτάσεις που θα κάνουν και τη διαφορά; Στο πόδι;

Όπως δεν είναι λογικό να απέχεις λίγα χιλιόμετρα από τα σύνορα και να μην έχεις δημιουργήσει μια τέτοια κατάσταση που να ευνοεί τις συνεργασίες με όμορα σχήματα (που και αυτά τραβούν κουπί και αναζητούν διεξόδους).

Όπως δεν πείθει πλέον να τα αποδίδουμε όλα στην απουσία πολιτειακής στήριξης. Δηλαδή, και την εποχή που έφτανε στη θεατρική κοινότητα δημόσιο χρήμα, έστω αυτά τα ψίχουλα, βλέπαμε κάτι διαφορετικό; Και για να μην παρεξηγηθώ, βεβαίως είμαι υπέρ της κρατικής επιχορήγησης (εφόσον κάποια στιγμή επιστρέψει), αλλά πάνω από όλα είμαι υπέρ της ιδέας που λέει ότι ο καλλιτέχνης (ιδίως ο νέος) που πραγματικά πιστεύει στον εαυτό του δεν περιμένει τις ευκαιρίες, αλλά τις δημιουργεί. Κι όσο δεν τις δημιουργεί θα είναι μονίμως δεύτερος και καταϊδρωμένος, όπου κι αν πάει κι όσο χρήμα κι αν έχει στη διάθεσή του.

Ρόλος ΚΘΒΕ

Τέλος, το ΚΘΒΕ, η ναυαρχίδα της θεατρικής ζωής της πόλης, πρέπει να αποβάλει εντελώς τις στρεβλές μεθοδεύσεις που χαρακτήριζαν παλαιότερες διευθύνσεις και να κοιτάξει να αναλάβει ένα ρόλο ηγετικό και τολμηρό. Διαθέτει το έμψυχο υλικό. Εκείνο που χρειάζεται είναι να αλλάξει τη φιλοσοφία που διέπει το κοινό του, μέσα από την ανάλογη διαχείριση του ρεπερτορίου. Η διεύθυνση Χατζάκη λειτούργησε καταστροφικά σε αυτό τον τομέα. Δεν έφτιαξε θεατρόφιλους αλλά πελάτες και πουλμανατζήδες. Το ΚΘΒΕ δεν θέλει πελάτες αλλά φίλους. Και για να τους βρει πρέπει να ανακρούσει πρύμναν και να χαράξει μια πολιτική, που θα τη χαρακτηρίζει η αγωνία της έρευνας, της δοκιμασίας, ώστε να αρχίσει να εμπνέει και παλιούς και νέους.

Επίσης, πρέπει να αρχίσει να συνεργάζεται γόνιμα και σε σταθερή βάση με άλλα θέατρα. Δεν είναι κακό δυο-τρία από τα έργα άλλων εθνικών θεάτρων να εντάσσονται κάθε χρόνο στο ρεπερτόριο του ΚΘΒΕ και κάποια δικά μας στο δικό τους. Κάπως έτσι θα άνοιγαν και οι πόρτες για συμπαραγωγές, συν-σκηνοθεσίες. Κάπως έτσι θα είχαν ίσως την ευκαιρία και ελληνικά έργα να ταξιδέψουν και σκηνοθέτες και ηθοποιοί μας να δοκιμαστούν σε άλλα εργασιακά περιβάλλοντα.

Συμπέρασμα: Αντιλαμβάνομαι ότι η κρίση έχει κάνει πολύ δύσκολο τον αγώνα της επιβίωσης, πολλώ δε μάλλον των ανοιγμάτων. Δεν είναι, όμως, σημερινό το φαινόμενο. Απλώς είναι χειρότερο. Το θέατρο ήταν πάντα συνώνυμο της κρίσης. Όποιος μπαίνει να το υπηρετήσει αν δεν κουβαλά μαζί του ρομαντισμό και τρέλα θα τα παρατήσει ή θα φύγει. Το να λέμε διαρκώς ότι φταίνε πάντοτε οι άλλοι γι’ αυτά που δεν τολμούμε να κάνουμε οι ίδιοι, είναι ένα βολικό (ποδοσφαιρικό) άλλοθι για να δικαιολογούμε την απραξία μας ή την αδυναμία μας να γίνουμε μπροστάρηδες στον χώρο που υπηρετούμε.

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα