Η μουσική στη Θεσσαλονίκη
Λέξεις: Άκης Σακισλόγλου Εικόνα: Άγγελος Ζυμάρας Δημιουργοί, μουσικές σκηνές, παραγωγοί δίσκων, στούντιο ηχογράφησης, δισκοπωλεία, ατζέντηδες, συναυλίες. Η μουσική έχει κι αυτή ως διαδικασία τον δικό της μηχανισμό. Κι επειδή 25 χρόνια είναι μεγάλο διάστημα στο χώρο του θεάματος – ακροάματος, πολλά γέννηθηκαν, μεσουράνησαν, ξέπεσαν και χάθηκαν το τελευταίο 1/4 του αιώνα στο οποίο θα αναφερθούμε. […]
Λέξεις: Άκης Σακισλόγλου
Εικόνα: Άγγελος Ζυμάρας
Δημιουργοί, μουσικές σκηνές, παραγωγοί δίσκων, στούντιο ηχογράφησης, δισκοπωλεία, ατζέντηδες, συναυλίες. Η μουσική έχει κι αυτή ως διαδικασία τον δικό της μηχανισμό. Κι επειδή 25 χρόνια είναι μεγάλο διάστημα στο χώρο του θεάματος – ακροάματος, πολλά γέννηθηκαν, μεσουράνησαν, ξέπεσαν και χάθηκαν το τελευταίο 1/4 του αιώνα στο οποίο θα αναφερθούμε. Θα θυμηθούμε και θα γελάσουμε πικρά με τα μικρά και τα μεγάλα που δημιούργησε η Θεσσαλονίκη.
Μουσική και μουσικοί
Καλλιτεχνικά το διάστημα από το 1989 μέχρι σήμερα έχει να επιδείξει ένα σπουδαίο ροκ ρεύμα. «Τρύπες», «Ξύλινα Σπαθιά», «Μωρά στη Φωτιά» πρωτοστάτησαν αλλά δεν ήταν οι μόνοι. Οι παρέες τους έσμιξαν μουσικά, έφτιαξαν διαμάντια και διαλύθηκαν για να ξεκινήσουν χωριστή πορεία, να ξανασμίξουν και να αποτελέσουν την ροκ «σχολή Θεσσαλονίκης» που ήρθε να συμπληρώσει την έντεχνη αντίστοιχη «σχολή». Ο Γιάννης Αγγελάκας από τις Τρύπες και ο Παύλος Παυλίδης από τα «Σπαθιά» και τα «Μωρά», συνεχίζουν να γράφουν τραγούδια και με μια «μικτή» παρέα μουσικών να εμφανίζονται συχνά (ακόμη θυμάμαι το «ντου» της Ελληνοφρένειας πριν λίγες μέρες στην Ιερισσό στη συναυλία του Αγγελάκα και σήμερα έμαθα πως ο Παυλίδης θα παίζει καθημερινές στη Μαύρη Τρύπα, στα Λαδάδικα).
Το ροκ το Θεσσαλονικιώτικο έδρασε παράλληλα με την έντεχνη και λαϊκή σκηνή. Ο Σαββόπουλος έστρωσε το έδαφος για τον Νίκο Παπάζογλου κι αυτός έγινε ο «πατέρας» δημιουργών όπως ο Σωκράτης Μάλαμας, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, η Μελίνα Κανά, η Λιζέτα Καλημέρη. Από τη Θεσσαλονίκη ξεπήδησαν ήχοι που «γοήτευσαν» την υπόλοιπη Ελλάδα κι έστειλαν σε πολλούς το μήνυμα πως δε χρειάζεται να κάνεις «φτηνό» τραγούδι για να έχεις επιτυχία. Ο Νίκος Παπάζογλου αραίωσε αρκετά τις δικές του δουλειές. στήριξε με την ετικέτα «στρόγγυλοι δίσκοι» την προσπάθεια πολλών με ηχογραφήσεις στο «Αγροτικόν» και έδειξε και τον τρόπο «αυτοοργάνωσης» των καλλιτεχνών σε συναυλίες και παραγωγές δίσκων. Η δική του φυσική απώλεια ακόμη δεν έχει εκτιμηθεί πόσο μεγάλο πλήγμα υπήρξε για την αισθητική της Θεσσαλονίκης.
Σαν δευτερεύοντα αλλά εξίσου σημαντικό πόλο θα ανέφερα και τον Γιώργο Καζαντζή, ο οποίος, εκτός από εξαιρετικός συνθέτης, εξελίχθηκε σε άριστο παραγωγό δίσκων, ιδιοκτήτη του στούντιο «Πολύτροπον» και καλλιτεχνικό διευθυντή του Δήμου Καλαμαριάς. Με όλες αυτές τις ιδιότητες ο Καζαντζής επηρέασε και βοήθησε να προχωρήσουν πολλές προσπάθειες στο χώρο.
Από το βινύλιο στο mp3
Πριν 25 χρόνια μεσουρανούσε το βινύλιο. Αλλη κατάσταση, σχεδόν αδιανόητη για τα νέα παιδιά. Εβγαινε δηλαδή μια δουλειά, την αγοράζαμε στην τεράστια διάσταση ενός «δίσκου» και την ακούγαμε τοποθετώντας τη βελόνα στο πικ – απ… Προσπαθήστε να το εξηγήσετε στα παιδιά σας! Κι όμως η εποχή εκείνη ήταν η εμπορικότερη σε νούμερα φάση της ελληνικής δισκογραφίας με πωλήσεις χιλιάδων αντιτύπων ανά δισκογραφική δουλειά. Χώρια οι κασέτες που γραφόντουσαν στα λεγόμενα «δισκάδικα»! Ο κόσμος όλη τη δεκαετία του ’90 το γύρισε στον ψηφιακό δίσκο, αργότερα στον υπολογιστή και πλέον στο mp3, στην απευθείας ακρόαση από το youtube, στο «μοίρασμα» ήχου μέσω του ίντερνετ σε όλο τον κόσμο.
Η ελληνική δισκογραφία υπέστη τεράστιες αλλαγές από το 1989 μέχρι σήμερα, αποτέλεσμα της εκρηκτικής εξέλιξης της τεχνολογίας. Blow up – Metropolis – Ηχος… Δεν υπάρχουν πλέον. Τα δεκάδες δισκοπωλεία έδωσαν τη θέση τους σε ελάχιστα καταστήματα που, παράλληλα με τα CD, πωλούν DVD, παιχνίδια, βιβλία, ηλεκτρονικές συσκευές. Χάθηκαν τα συνοικιακά δισκοπωλεία που συντηρούνταν από τις αντιγραφές σε κασσέτες, χάθηκε η κίνηση στο κέντρο και η κουλτούρα αγοράς προϊόντων ήχου για δώρα ή για προσωπική ακρόαση και όλοι πλέον καταναλώνουμε δωρεάν το καινούριο (ελάχιστο ποσοτικά, απ’ ότι στο παρελθόν) υλικό των δημιουργών.
Αμήχανες οι εταιρείες δίσκων παρακολούθησαν όλη αυτή την εξέλιξη μην μπορώντας να αντιδράσουν. Σταδιακά έκλεισαν τα γραφεία της Θεσσαλονίκης, έπειτα σταμάτησαν οι αναζητήσεις καλλιτεχνών και στο τέλος οι ελάχιστες εταιρείες που έμειναν προσπάθησαν να πουλήσουν (χωρίς επιτυχία) τον κατάλογο των παραγωγών τους. «Γκρεμίστηκαν», δικαίως, γιατί παρέμειναν απαθείς και όταν πια έπεσαν ραγδαία οι πωλήσεις, προτίμησαν να σταματήσουν την παραγωγή για να γλυτώσουν χρήματα. Εχασαν τη χρησιμότητά τους και εξαφανίστηκαν. Στη Θεσσαλονίκη μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ’90 η Λύρα είχε δικό της δισκοπωλείο και δικό της γραφείο. Το ίδιο και η Μίνος, η Warner, η Universal, η FM Records. Σήμερα δεν υπάρχει τίποτα απολύτως, όχι μόνον στην συμπρωτεύουσα αλλά και στην Αθήνα.
«Σκηνή Θεσσαλονίκης»
Η 25ετία στην οποία αναφερόμαστε είχε σπουδαίες και τραγικές στιγμές και όσο αφορά τις μουσικές σκηνές. Η παρέα του Νίκου Στεφανίδη έστησε τον «Μύλο», μετά το «Παραρλάμα». Το τι έγινε εκεί, δεν περιγράφεται. Η ιδέα του «πολυχώρου» προκάλεσε αλλαγή στα δεδομένα της διασκέδασης. Ολοι έπαιξαν και γούσταραν. Ελληνες και ξένοι. Παράλληλα, ο χώρος είχε δικά του ραδιόφωνα και περιοδικό. Εκπληκτικό ακόμη και για τα Ευρωπαϊκά δεδομένα project το οποίο κράτησε για τουλάχιστον μια δεκαετία πριν ακολουθήσει φθίνουσα πορεία και χαθεί. Ο Μύλος πρόλαβε να κάνει και δική του δισκογραφική εταιρεία απ’ όπου έβγαλαν τις δουλείες τους καλλιτέχνες όπως ο Δημήτρης Ζερβουδάκης, ο Μάνθος Αρμπελιάς, ο Κώστας Πρατσινάκης, ο Ντίνος Σαδίκης και άλλοι.
Το ίδιο διάστημα μεσουρανούν και οι μικρότερες σκηνές. Η «Αίγλη», το «Τήνελα», το «Πλατώ», το «Παρασκήνιο», η «Βάρδια» με πλήρη προγράμματα και καλεσμένους καλλιτέχνες εξ Αθηνών. Η φοιτητική ζωή αυτής της πόλης με τα χιλιάδες νέα παιδιά από όλη την Ελλάδα, τόνωσε πολύ όλα τα μαγαζιά και τα συντήρησε μέχρι περίπου το 2010, που ήρθε η κρίση. Τότε, οι συναυλιακοί χώροι δέχτηκαν τεράστιο πλήγμα γιατί ο οικονομικός προγραμματισμός των θεατών δεν σήκωσε 20, 25 ή και 30 ευρώ κόστος για μια συναυλία, όσο λογικό κι αν ήταν το τίμημα για να βγούνε αυτές οι παραγωγές. Ελάχιστα πράγματα υπάρχουν σήμερα. Περισσότερο κινούνται κάποιες μεγάλες σκηνές για τους πελάτες του Σαββατόβραδου αφού τις καθημερινές ο κόσμος δεν έχει χρήματα, ούτε και διάθεση να βγει και να διασκεδάσει.
Τη δική τους ιστορία στη Θεσσαλονίκη έγραψαν κι άλλοι, μικρότεροι χώροι, μεταξύ μπαρ και σκηνής όπως το Chic (ακόμη υπάρχει), το ιστορικό «Λιόγερμα», ο φοιτητικός «Παπαγάλος» άλλα, απ’ όπου αναδείχθηκαν σπουδαίοι δημιουργοί.
«Από τη Θεσσαλονίκη με αγάπη»
Η Θεσσαλονίκη είναι συνυφασμένη με τη μουσική κι αυτό είχε τα θετικά και τα αρνητικά του 25 χρόνια τώρα. Με δεδομένο πως οι ρυθμοί εδώ είναι λιγότερο πιεστικοί και τα μεγέθη περισσότερο ανθρώπινα, οι καλλιτέχνες ανάσαναν ευκολότερα και δημιούργησαν διαφορετικά. Αν προσθέσουμε και την γοητεία που ασκεί αυτή η περιοχή στην υπόλοιπη χώρα, η Θεσσαλονίκη δημιούργησε ένα προϊόν με «ονομασία προέλευσης» το οποίο και ευδοκίμησε. Οι μουσικές σκηνές δούλεψαν με κόσμο από την περιφέρεια αλλά και με επισκέπτες από την Αθήνα. Η ελληνική δισκογραφία κάποια στιγμή έκανε σύνθημα την φράση «ο τραγουδοποιός από τη Θεσσαλονίκη», ως εγγύηση ποιότητας. Ακόμη και στο εμπορικό, λαϊκό είδος, η «κάθοδος» ενός τραγουδιστή στην Αθήνα, έστε και ως έπαθλο, αντιμετωπίζονταν θριαμβευτικά από την βιομηχανία του θεάματος. Σημεία των καιρών που εκλείψανε πλέον.
Θα ήταν παράλογο να ζητήσουμε να μην αλλάξει τίποτα στο χώρο της μουσικής, ωστόσο, αυτό το τόσο διαφορετικό σημερινό περιβάλλον έχει αφήσει πολλά κενά καλλιτεχνικής μνήμης. Σα να μην υπάρχει συνέχεια. Που υπάρχει, φυσικά, αλλά βγαίνει με έναν τρόπο άχαρο και χωρίς να προσδιορίζεται το είδος της μουσικής που «γεννά» αυτή η πόλη. Ισως γιατί κανένα είδος πια δεν είναι τόσο ατόφιο όσο στο παρελθόν. Ισως γιατί οι αποστάσεις έχουν εκμηδενιστεί και δεν υπάρχουν ξεκάθαρα τοπικά χαρακτηριστικά. Πωωωωωω! Ακόμη να το πιστέψω. 25 χρόνια! Να πω στον Γιώργο και στην Κύα να βάλουν τίτλο τεύχους «Ημουνα νιος και γέρασα». Το έλεγε ο μπαμπάς μου και γελούσα. Ηδη έχω αρχίσει να λέω χειρότερα στα παιδιά μου! Να τα εκατοστήσουμε…