Η νέα γενιά δεν σας συγχωρεί
Οι νέοι αυτής της χώρας, ούτε θυσία, ούτε ήρωες οφείλουν να γίνονται
Λέξεις: Χριστίνα Βασιλεία Ρόκου
Τις τελευταίες μέρες ψάχνω απεγνωσμένα τις σωστές, τις κατάλληλες λέξεις που μπορούν να εκφράσουν και να αποτυπώσουν στο χαρτί τα τραγικά γεγονότα της 1ης του Μάρτη στα Τέμπη. Ωστόσο, νιώθω πως αυτή τη φορά οι λέξεις με έχουν προδώσει. Δεν είναι αρκετές, δεν είναι ικανές να περιγράψουν την τραγωδία που βίωσαν οι συνάνθρωποί μας και αυτό το έγκλημα, του οποίου εμείς, ένα ολόκληρος λαός, γίναμε μάρτυρες. Δεν μπορώ να διανοηθώ καν τις μαρτυρικές στιγμές που απέβησαν μοιραίες για αυτούς τους ανθρώπους και που στιγμάτισαν ανεπανόρθωτα αυτούς που επιβίωσαν αλλά κι αυτούς που έμειναν πίσω. Όλοι τους αθώα θύματα μίας ανείπωτης, απερίγραπτης τραγωδίας.
Νιώθω, όμως, ότι οι λέξεις μάς έχουν προδώσει και για έναν ακόμα λόγο· την τελευταία εβδομάδα, περισσότερο από ποτέ, μοιάζουν να έχουν χάσει το νόημά τους. Εργαλειοποιούνται σε μια επαίσχυντη και ανήθικη προσπάθεια να διαστρεβλώσουν την πραγματικότητα, να περάσουν ένα συγκεκριμένο αφήγημα. Ένα πολύ βολικό και γνώριμο αφήγημα, αυτό της ατομικής ευθύνης. Η γνώριμη, πλέον, δικαιολογία, που μεταθέτει αποκλειστικά το βάρος των ευθυνών σε ένα μόνο πρόσωπο, σε ένα εξιλαστήριο θύμα. Μία κοντόφθαλμη και σπασμωδική αλλά συγχρόνως μεθοδευμένη αντιμετώπιση, με στόχο να συγκαλύψει και να αποσιωπήσει ένα κρατικό έγκλημα, να βγάλει από το κάδρο την κρατική ευθύνη. Για μια ακόμα φορά πολιτικά στελέχη, άτομα σε θέσεις ευθύνης, δημοσιογράφοι και συστημικά μέσα, όλοι τους σε μία ενορχηστρωμένη προσπάθεια, αποκομμένοι από τον παλμό της κοινωνίας, σπεύδουν να αποπροσανατολίσουν και να οριοθετήσουν το δημόσιο διάλογο γύρω από την τραγωδία αλλά και τα ζητήματα που ανακύπτουν. Επικοινωνιακά κόλπα, κροκοδείλια δάκρυα, δημόσιες «συγγνώμες» και παραιτήσεις χωρίς υπόσταση και αντίκρισμα. Λόγια και πράξεις χωρίς πολιτική και κοινωνική ισχύ και βαρύτητα.
Δεν πρόκειται, όμως, ούτε για μεμονωμένο περιστατικό και «ατυχές» συμβάν ούτε για κρατική αμέλεια. Αυτό είναι το φυσικό επακόλουθο της έλλειψης υποδομών, της υποβάθμισης των υπηρεσιών, του ξεπουλήματος και των ιδιωτικοποιήσεων στο βωμό του κέρδους. Ένας ανεπαρκής, ελλιπής κρατικός μηχανισμός, του οποίου η ανάπτυξη επαφίεται στα συμφέροντα και την κερδοφορία των ιδιωτικών επιχειρήσεων και των επενδυτών. Οι ελλείψεις και ο κίνδυνος που ελλοχεύουν ήδη γνωστά. Απεργίες, εξώδικα, καταγγελίες, παραπομπή στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο. Ο κώδωνας του κινδύνου έκρουε αλλά οι ιθύνοντες προτίμησαν να τον αγνοήσουν και να κυνηγήσουν όσους έσπευσαν να θέσουν το ζήτημα της ασφάλειας και των υποδομών. Προτίμησαν να αγνοήσουν και να υποτιμήσουν την ασφάλεια και τις ζωές μας. Κι ακόμα και τώρα, τα συνδικάτα και τα σωματεία, οι απεργίες και οι αγώνες λοιδορούνται και κατηγορούνται.
Κι όσες αναγγελίες, υποσχέσεις ακόμα και προσπάθειες για αλλαγές γίνουν τώρα ώστε να αναβαθμιστεί και να εξυγιανθεί το σιδηροδρομικό σύστημα και να διασφαλιστεί η ασφάλεια, έχουν καθαρά πολιτικό πρόσημο και χαρακτήρα και πολύ περισσότερο είναι εξοργιστικές και χυδαίες γιατί είναι αιματοβαμμένες. Η πολιτική εκμετάλλευση και η εργαλειοποίηση του τραγικού δυστυχήματος και των θυμάτων αυτού, είναι απόδειξη της πολιτικής πραγματικότητας της χώρας μας. Κι αν ένα κράτος πάει μπροστά θυσιάζοντας τα ίδια τα παιδιά του, αυτό δεν κάνει το θάνατό τους λιγότερο «χαμένο», αντιθέτως κάνει το κράτος λιγότερο ικανό και αξιόπιστο. Κι αν μία εθνική τραγωδία λειτουργήσει ως πολιτικό και κομματικό αντιστάθμισμα για τον τρόπο διαχείρισής της, κάνει τους εκμεταλλευτές της το λιγότερο επικίνδυνους.
Οι νέοι αυτής της χώρας ούτε θυσία ούτε ήρωες οφείλουν να γίνονται, πρωτίστως πρέπει να είναι ζωντανοί και παρόντες για να φέρουν την όποια αλλαγή και βελτίωση σε αυτή τη χώρα και σε αυτό το κράτος.
Το μόνο που μας μένει, λοιπόν, είναι η αλληλεγγύη, το μόνο που έχουμε είναι ο ένας τον άλλον. Και σήμερα μία άλλη μέρα του Μάρτη, συνυφασμένη με έναν άλλο αγώνα, τον γυναικείο, φεμινιστικό αγώνα, την 8η του Μάρτη η αλληλεγγύη, οι διεκδικήσεις, η ανάγκη και απαίτηση δικαίωσης, ζωντανεύουν και παίρνουν σάρκα και οστά, έχουν τα σώματα και τις φωνές των χιλιάδων διαδηλωτών, του λαού που ξεχύθηκε και πλημμύρισε τους δρόμους, αυτών των ανθρώπων που έγιναν οι φωνές των νεκρών, των αδικοχαμένων θυμάτων. Όλοι αυτοί που δεν επέτρεψαν στο εθνικό πένθος να τους μουδιάσει, να τους παραλύσει και να τους σκεπάσει σαν ένα μαύρο σύννεφο αλλά μετουσίωσαν τη θλίψη και την οργή τους σε έναν κοινό αγώνα, όπου η σιωπή, έγινε ιαχή. Όλοι αυτοί που έδωσαν υπόσχεση να μη ξεχαστεί, να μη συγκαλυφθεί αυτό το έγκλημα.
Κλείνοντας και σκεπτόμενη τα παιδιά που χάθηκαν, τους νέους, τους συμφοιτητές, τους φίλους και τους γνωστούς, τη γενιά μου, αυτούς που δυστυχώς είναι απόντες αλλά και παρόντες, περισσότερο από ποτέ, μέσα από εμάς, πήγε αβίαστα και σχεδόν αντανακλαστικά το μυαλό μου σε μία συζήτηση που είχα πριν λίγο καιρό με τον πατέρα μου. Γύρισε, λοιπόν, και μου αποκρίθηκε ότι «η γενιά σας το μόνο που ξέρει να κάνει είναι να κρίνει». Κρατάω αυτή τη διαπίστωση και εύχομαι να αποδειχθεί αληθινή. Ελπίζω όντως η γενιά μας να ξέρει να κρίνει, να στέκεται απέναντι στα γεγονότα συνειδητά, με κριτική ικανότητα και αντίληψη, με πνεύμα μαχόμενο κι επάγρυπνο, με βλέμμα καθάριο και με όραμα. Να κρίνει και να διορθώνει τα κακώς κείμενα. Να ξέρει να κρίνει αλλά και να κρίνεται. Να αναγνωρίζει τα λάθη της, να επωμίζεται και να αναλαμβάνει τις ευθύνες της. Ελπίζω η δική μου γενιά, η γενιά των παιδιών που χάθηκαν, να μην αφήσει την ιστορία να κρίνει τα υπόλοιπα.