Η ντροπή μας και τα δύο μοντέλα για το Πανεπιστήμιο που συγκρούονται σήμερα
Πάνω από τα κεφάλια μας, στη μικρή μας πόλη, ήρθε και έκατσε ξανά ένα πυκνό σύννεφο ντροπής.
Πάνω από τα κεφάλια μας, στη μικρή μας πόλη, ήρθε και έκατσε ξανά ένα πυκνό σύννεφο ντροπής.
Αναφέρομαι φυσικά στα περιστατικά που, με αφορμή τη δημιουργία Πανεπιστημιακής Αστυνομίας, από θαύμα δεν έχουν δώσει ακόμη νεκρούς, και που παραμένουν για αυτό μικρά περιστατικά.
Μικρά-μεγάλα, αφού από ότι φαίνεται -εκτός από το υπέρογκο χρηματικό κόστος για την ίδρυση ενός τέτοιου σώματος- συνοψίζουν σε μικρή κλίμακα τη μεγάλη πολιτική και κοινωνική αντιπαράθεση αναφορικά με το ρόλο των Πανεπιστημίων του σήμερα.
Βλέπετε, από τη δεκαετία του 70’ και μετά, όταν πλέον το Πανεπιστήμιο ανοίγει τις πόρτες του στην κοινωνία, και για αυτό λέμε ότι εκδημοκρατίζεται και την εκδημοκρατίζει, για πολλούς ανθρώπους μετατρέπεται πλέον σε ένα όχημα ευκαιρίας για κοινωνική ανέλιξη, και σε έναν χώρο -δημόσιο χώρο- που το κύριο μέλημα του θα είναι η δημιουργική διαπραγμάτευση των κοινωνικών προβλημάτων, η άρση των στερεοτύπων που αναπόφευκτα επέρχεται μέσω της παιδείας, και η χάραξη μίας πνευματικής/τεχνολογικής πρωτοπορίας που θα είναι ικανή να σύρει και την υπόλοιπη κοινωνία προς την πρόοδο.
Αυτή ήταν η σύλληψη του Δημόσιου Πανεπιστημίου, και ήταν μία σύλληψη ριζοσπαστική, που όπως και όλες οι ριζοσπαστικές ιδέες, στεριώνει μέσα από αγώνες, προσωπικούς και συλλογικούς. Μια γενιά ολόκληρη μεγαλώνει αποκλεισμένη και στη χώρα μας, και ίσως στη χώρα μας ακόμα πιο ξεχωριστά λόγω της ντροπής της Επταετίας, με το «μύθο του Πολυτεχνείου»: οι γενιές που έρχονται πολιτικοποιήθηκαν απέναντι στον ηθικό συντηρητισμό των γονιών τους, και απέναντι σε μία κοινωνία αριστοκρατική και ελιτιστική. «Μύθος» που ήταν και Αλήθεια δηλαδή, Ιδανικά που είχαν πόδια στην κοινωνική και ιστορική ανάγκη μιας νεολαίας και του τόπου.
Το Δημόσιο Πανεπιστήμιο συστήνεται, έτσι, ως ένας πόλος απέναντι στην εξουσία, σίγουρα χωρίς να γλιτώσει πάντως από τις αποικιστικές της λογικές – μια φαύλη αντίληψη για το κομματικό συμφέρον και μία εξάρτηση από τις οικονομικές ελίτ που θέτουν ως στόχο τους να το καθυποτάξουν σε μία σκοπιμότητα άλλη. Διατηρεί όμως πάντα στον πυρήνα του τις διακηρυγμένες αξίες του – την ισότητα των ευκαιριών, και την ελευθερία στη συνείδηση των μελών του.
Δημόσιο στη σύλληψη του λοιπόν, ανοιχτό στην κοινωνία, και Ανεξάρτητο από την εξουσία/Αυτοδιοίκητο, κατά καιρούς το Δυσκίνητο, κατά τα άλλα, Δημόσιο Πανεπιστήμιο αναγκάζεται να υποβληθεί στο τεστ του αν εξασφαλίζει την επαγγελματική προκοπή εκείνων που το τιμούν, και στο τεστ του αν τα χρήματα του Έλληνα φορολογούμενο που με τον κόπο του το χρηματοδοτεί πιάνουν τελικά τόπο. Παρά τις συνεχείς αλλαγές που υφίσταται ο διάκοσμος του, αυτό προσπαθεί να ανταποκριθεί. Καμία προσωρινή διακυβέρνηση όμως, Δεξιά κυρίως το φρόνημα, δεν είχε το θάρρος και τη στήριξη να συγκρουστεί με την έννοια και τις αξίες του Δημόσιου Πανεπιστημίου, αν και πειραματίστηκε με άλλα μοντέλα πιο ευέλικτης διοίκησης.
Κάποιες, βέβαια, πήγαν πολύ βαθιά στο να προσπαθήσουν πλάι στο Δημόσιο Πανεπιστήμιο να ιδρύσουν ένα Ιδιωτικό, ελπίζοντας (άκριτα) ότι με αυτό το τρόπο θα λύσουν τα προβλήματα δυσκινησίας, και ότι θα εξυπηρετήσουν από εδώ και εκεί τις χάρες των ιδιωτικών εκπαιδευτηρίων. Δύο ταχύτητες σημαίνει την υποβάθμιση του Δημόσιου Πανεπιστημίου και τη συγκρότηση μίας ελίτ που αποσπάται από την κοινωνία των πολλών, αλλά κανείς δεν σκέφτηκε να το καταργήσει πλήρως ως θεσμό.
Άλλες, όμως, πήγαν ακόμα παραπέρα. Αντιλήφθηκαν το ρόλο τους μεσσιανικά. Δως’του λοιπόν οι σκευωρίες.
Από την πρώτη μέρα της ανάληψης της εξουσίας αναγγέλλεται ο στόχος να καθαριστούν τα Πανεπιστήμια από την «Αριστερή» τους «Ηγεμονία», που δεν είναι τίποτα άλλο από το πως τελικά πολιτικοποιήθηκε μία ολόκληρη γενιά με αιτήματα για έναν εκδημοκρατισμό αυτού που κάποτε ήταν μία υπόθεση της εγχώριας αριστο(Αστυνομό)κρατίας. Όπως συμβαίνει και με τα υπόλοιπα «άβατα» -τα Εξάρχεια- ο μόνος που θα μπορέσει να λύσει το πρόβλημα «ανομίας» είναι ένας οπλισμένος αστυνομικός. Με επιχείρηση της ΕΛ.ΑΣ., και όχι του Ελληνικού Δημοσίου, θα χτιστεί τάχα βιβλιοθήκη – κίνηση υψηλού συμβολισμού – εκεί που ήταν το άντρο και το σεργιάνι των «ψυχικά νοσούντων» και «αντιεξουσιαστών» και άλλων λοιπών που βυθίζουν μία κοινωνία ολόκληρη στο μαράζι. Μια κίνηση υψηλής προπαγάνδας, βλέπετε, αλλά καμία δράση, φυσικά, για χρόνια, για τη διακίνηση των ναρκωτικών, και καμία προσπάθεια όλα αυτά τα χρόνια για ένα άλλο μοντέλο φύλαξης!
Συνεπώς, από τη μία το Δημόσιο Πανεπιστήμιο, που οι παθογένειες του όμως δεν ξεκινούν από το δημόσιο χαρακτήρα του, ούτε από το έλλειμμα ευελιξίας, αλλά από όλα αυτά που κατά καιρούς μας γίνονται γνωστά -υποχρηματοδότηση υποδομών και έρευνας, έλλειψη διοικητικού και πολιτικού οράματος, ιδανικών, και κινήτρων, μία πανάκριβη παραπαιδεία, ένας ασφυκτικός έλεγχος από την κομματική εξουσία- και από την άλλη μία διαρκής προσπάθεια δυσφήμισης του με στόχο ένα επεκτατικό σχέδιο Ιδιωτικού Πανεπιστημίου, καθώς και μία αντίληψη για την προκοπή που περιορίζεται στο ατομιστικό επιχειρείν – τα παιδιά μας οι καλύτεροι εργαζόμενοι, στην καλύτερη χώρα του κόσμου.
Το πρώτο που ρωτάω λοιπόν είναι αν θέλουμε ένα Δημόσιο Πανεπιστήμιο και τι θέλουμε αυτό να είναι. Αν το θέλουμε στο κέντρο της κοινωνικής μας ζωής, χρειάζεται στήριξη άλλη από την είσοδο ένοπλων αστυνομικών.
Το δεύτερο που ρωτάω είναι αν θέλουμε τα παιδιά μας να σκέφτονται μόνο τη δουλειά τους, ή αν τα θέλουμε να αγωνίζονται (μέσα, ή ιδανικά έξω από κομματικές σκοπιμότητες), για αιτήματα μεγαλύτερα από αυτά – το Δημόσιο Πανεπιστήμιο και σαν πρωτοπορία ιδεών;
Στα προβλήματα, άλλα υπαρκτά, και άλλα όχι, η κυβέρνηση απάντησε «Πονάει κεφάλι; Κόβει κεφάλι». Είναι η θέα του αστυνομικού, να ξυλοκοπάει ένα παιδί που ανεξάρτητα από τις ιδέες που έχει, έχει κάθε δικαίωμα να διαδηλώνει, μέσα σε ένα χώρο που πραγματικά δεν έχει καμία μα καμία σχέση με τα γκλομπ – αξεσουάρ της ντροπής.
Και απέναντι στα αξεσουάρ της ντροπής είναι η οικουμενική ανάγκη μίας γενιάς, των πιο προβληματισμένων της τουλάχιστον, και εκείνων που δρουν από απόσταση στις εξουσίες, να αφήσουν το στίγμα τους στην Ιστορία, τοποθετώντας τη νεολαία ξανά απέναντι στα μεγάλα διακυβεύματα της εποχής, με τις πύλες του θεσμού ορθάνοιχτες στην κοινωνία. Ιδού και τα δύο μοντέλα που αυτή τη στιγμή, κατά την άποψη μου, συγκρούονται.
Και ελπίζω, είμαστε αρκετοί θαρρώ, τουλάχιστον να μην νικήσει και πάλι η ντροπή. Να κάνει πίσω η σημερινή κυβέρνηση, να αποσύρει τα γκλομπ, να ανοίξει το κεφάλαιο ενός ισότιμου διαλόγου/χρηματοδότησης, και να αποφασίσει αν θέλει το Δημόσιο Πανεπιστήμιο ξανά στο κέντρο της κοινωνίας, ή αν θα είναι ένα θλιβερό παρακολούθημα των χαρών που έχουν τάξει από εδώ και από εκεί, σε κρατικοδίαιτους ιδιώτες και φίλους.