Η πόλη που διώχνει τα παιδιά της
Η νέα γενιά σε μία Θεσσαλονίκη που έχει εγκαταλείψει τον εαυτό της
Λέξεις: Μιχάλης Β. Μήττας
Η Θεσσαλονίκη ήταν κάποτε Ευρωπαϊκή Πρωτεύουσα Νεολαίας. Αυτός ήταν ένας τίτλος που επιβεβαίωνε μια πραγματικότητα. Τα παιδιά της πόλης αυτής, οι φοιτητές της μεγαλύτερης πανεπιστημιακής κοινότητας στα Βαλκάνια, οι νέοι από όλη την Ευρώπη που διαρκώς την επέλεγαν ως προορισμό, ήθελαν να μείνουν. Και συχνότατα έμεναν.
Σήμερα, δυστυχώς το κλίμα έχει αντιστραφεί. Η Θεσσαλονίκη δεν είναι πια προορισμός, αλλά σταθμός, ή ακόμα μια απλή αφετηρία, για μια ζωή που οι περισσότεροι φαντάζονται μακριά της. Όχι μόνο οι φοιτητές από την υπόλοιπη Ελλάδα, αλλά ακόμα και τα δικά της παιδιά, όλο και συχνότερα φεύγουν. Φεύγουν για την πόλη καταγωγής τους, για την Αθήνα, για το εξωτερικό. Η αλήθεια είναι ότι σήμερα η Θεσσαλονίκη δείχνει να προσφέρει όλο και λιγότερες ευκαιρίες, ως αποτέλεσμα μιας παρατεταμένης πορείας οικονομικής παρακμής και ανοίγματος της ψαλίδας με την Ευρώπη, αλλά ακόμα και την Αθήνα. Η πόλη μας όμως, έχει ακόμα ένα πρόβλημα: προσφέρει όλο και λιγότερη ποιότητα ζωής. Αν προσφέρει καθόλου.
Αλήθεια, πώς μπορεί κανείς να ανεχτεί να ζήσει σε μια πόλη που στερείται οποιασδήποτε οργανωμένης αστικής συγκοινωνίας, έχοντας εναποθέσει όλες της τις ελπίδες εδώ και 15 έτη σε ένα μετρό του οποίου η λειτουργία διαρκώς αναβάλλεται; Πώς μπορεί να επιβιώσει κανείς σε μια πόλη με την χαμηλότερη αναλογία πράσινου ανά κάτοικο και την άκρως επικίνδυνη ατμοσφαιρική ρύπανση; Πώς μπορεί να συνηθίσει την πλήρη απουσία στοιχειωδών υποδομών σε συνδυασμό με την απόλυτη ανομία στους δρόμους και τους κοινόχρηστους χώρους; Ιδίως, αν είναι στην αρχή της ενήλικης ζωής του. Η Θεσσαλονίκη έχει εγκαταλείψει τον εαυτό της.
Η νέα γενιά, η “γενιά Ζ”, η γενιά του διαδικτύου, είναι που κανονικά θα έπρεπε να καθοδηγεί τις εξελίξεις. Γιατί είναι εκείνη που γεννά και αναμεταδίδει ιδέες, που μετουσιώνει την μόρφωση και τις παραστάσεις, σε δημιουργικότητα. Που ταξιδεύοντας αντιλαμβάνεται το μέλλον. Που ανεβάζει τον πήχη, διεκδικώντας και ελπίζοντας. Αυτή τη νέα γενιά η πόλη δεν την ακούει εδώ και χρόνια. Διότι αν την είχε ακούσει θα είχε αξιοποιήσει την φαντασία της. Από φεστιβάλ και κέντρα νεότητας, στις ολοκληρωμένες ποδηλατικές διαδρομές και τα πάρκα τσέπης, από την προσβασιμότητα και τις σχολικές υποδομές στην ουσιαστική σύνδεση των πανεπιστημιακών κοινοτήτων με την πόλη, από την εξεύρεση λύσεων για τα διαρκώς αυξανόμενα ενοίκια, σε νέα ώθηση στον πολιτισμό και τον αθλητισμό. Όλα προτάσεις που όχι μόνο αναβαθμίζουν την καθημερινότητα και γεννούν ατομικές ευκαιρίες, αλλά ανταποδίδουν στο πολλαπλάσιο στο σύνολο της τοπικής οικονομίας. Οι πολιτευόμενοι όμως ακούν μόνο όταν θέλουν έρχονται “να κάτσουν με τη νεολαία” και να βγουν την εθιμοτυπική σχεδόν φωτογραφία.
Πρόσφατα είχα την τύχη να συμμετάσχω σε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα συζήτηση με τους εκπροσώπους της νέας γενιάς της Θεσσαλονίκης.
Ήταν μια συζήτηση πολύ ουσιαστικότερη ακόμα και από πολλές που έχω κάνει με αιρετούς (πρώην και νυν) “καριέρας”. Αυτοί οι οργανωμένοι εκπρόσωποι, καθώς και εν γένει οι οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, εκφράζουν μια δυναμική που σπανίζει. Μια δυναμική όμως που σήμερα χάνεται πίσω από την θεσμική απαξίωση, τις “πελατειακές” πολιτικές και την απουσία ολοκληρωμένου σχεδιασμού. Αυτές οι οργανώσεις δεν αρκεί πλέον να βγουν από την θεσμική περιθωριοποίηση. Πρέπει, πολύ περισσότερο, να αποτελέσουν την πυρήνα του σχεδιασμού των πολιτικών για τη νέα γενιά. Με λειτουργικά οργανωμένο και σταθερό (πέρα από τις πολιτικές παρεμβάσεις) πλαίσιο παρέμβασης και οικονομικής υποστήριξης.
Η Θεσσαλονίκη στην πραγματικότητα εγκατέλειψε τον εαυτό της όταν εγκατέλειψε τη νεολαία της. Αν θέλουμε να αντιστρέψουμε το κλίμα, από εκεί πρέπει να ξεκινήσουμε.
*Ο Μιχάλης Β. Μήττας είναι Δικηγόρος παρ’ Αρείω Πάγω, Υπ. Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ, Μέλος ΔΣ Δικηγορικού Συλλόγου Θεσσαλονίκης