Ειδομένη όπως δεν την ξαναείδαμε
του Παναγιώτη Λογγινίδη Εικόνες: Τόλης Κεσίδης Πρώτη φορά που τα ελληνοσλαβομακεδονικά σύνορα αποτελούν πόλο έλξης για τόσους πολλούς Μακεδόνες που ουδέποτε είχαν διανοηθεί να περάσουν από την άλλη, να επισκεφθούν τον άγνωστο «εχθρό», να δούνε τι τρώει, πώς είναι εξωτερικά, τι καπνό φουμάρει, πόσα κεφάλια έχει, πόσο πιο εθνικιστής είναι από τον ίδιο. Ωστόσο, είναι […]
του Παναγιώτη Λογγινίδη
Εικόνες: Τόλης Κεσίδης
Πρώτη φορά που τα ελληνοσλαβομακεδονικά σύνορα αποτελούν πόλο έλξης για τόσους πολλούς Μακεδόνες που ουδέποτε είχαν διανοηθεί να περάσουν από την άλλη, να επισκεφθούν τον άγνωστο «εχθρό», να δούνε τι τρώει, πώς είναι εξωτερικά, τι καπνό φουμάρει, πόσα κεφάλια έχει, πόσο πιο εθνικιστής είναι από τον ίδιο. Ωστόσο, είναι εντυπωσιακή η προσέλευση των ανθρώπων που από διάφορες πλευρές και ο καθένας για το δικό του λόγο, έχουν βρει μία αιτία να επισκεφθούν την Ειδομένη και να προσφέρει ο καθένας ό,τι προαιρείται στους δυστυχείς πρόσφυγες. Άλλοι ρούχα, άλλοι τρόφιμα, άλλοι απλά μια ματιά. Πολλοί πάλι επισκέπτονται το χώρο όχι για να δώσουν αλλά για να κλέψουν από τους πρόσφυγες. Όχι χρήματα αλλά τη λιγοστή αξιοπρέπεια που τους απέμεινε ή πιο σωστά όση γλίτωσε και δεν πνίγηκε στο τρίγωνο του Αιγαίου, κάπου μεταξύ Λέσβου, Κω και Μπόντρουμ. Σπεύδουν λοιπόν οι συμπατριώτες μου αλλά και πολλοί Ευρωπαίοι και Ασιάτες επισκέπτες να φωτογραφίσουν το μπουλούκι, τη μάζα που θαρρείς κινείται με ευλαβική ισορροπία στις ράγες του τρένου, αχρησιμοποίητες πια, που δε γνωρίζουν ανθρώπινα ανόητα σύνορα και ενώνουν γη περισσότερο και πολιτισμούς παρά γρήγορους, φλύαρους ταξιδιώτες και οικονομίες που καταστρέφουν τους πάντες πια. Νομίζω μάλιστα ότι κάποιες ημέρες οι φωτογράφοι θα ταν πιο πολλοί από τους φωτογραφιζόμενους ενώ καμιά φορά νομίζεις ότι παίρνεις μέρος σε μία ομαδική φωτογράφιση που κάποια στιγμή όλα θα τελειώσουν και ο καθείς θα πάρει το δρόμο του για το σπίτι του. Δεν είναι όμως έτσι. Τα μπουλούκια των ανθρώπων που σχηματίζουν γκρουπ και κρατάνε ένα ταμπελάκι με έναν αριθμό, μόλις περάσουν τα κιγκλιδώματα, ακολουθούν μία νοητή ευθεία και χάνονται σιγά σιγά από τα μάτια σου. Πολλά πράγματα έρχονται στο νου μου, ιστορικό και πραγματικό.
Ο «Χρόνος» και ο χρόνος μου παίζουν άσχημο παιχνίδι και αυτή την περίοδο κανείς δεν έχει αποθέματα αντοχών και αισιοδοξίας. Οι ομαδοποιήσεις ανθρώπων μου θυμίζουν τη συγκέντρωση των Εβραίων στην πλατεία Ελευθερίας, λίγο πριν φύγουν για τα καταναγκαστικά έργα, όπου τους είχαν χωρίσει σε γκρουπάκια και που αποτελούσαν αιτία χλευασμού ήδη μόνο τα στοιχεία της μαζικοποίησης και της απώλειας του υποκειμένου τους, πριν καν τους συμβούν τα χειρότερα. Το ίδιο κι εδώ. Το πιο σημαντικό στοιχείο, αυτό που πρώτα κυριεύει τον επισκέπτη στην Ειδομένη, είναι η μάζα, ο όγκος, το πολλοί άνθρωποι μαζί. Πολλοί άνθρωποι μαζί που όμως κάνουν τις ίδιες πέρα-δώθε κινήσεις. Όλοι υποχρεώνονται σε μία συμπεριφορά. Τότε οι Εβραίοι κάναν επικύψεις. Τώρα η μάζα απλώνει το χέρι και παίρνει. Και μετά κινεί το δεξί πόδι μέχρι την πρώτη σιδηροτροχιά. Και μετά το αριστερό. Θαρρείς η μάζα κινείται στον αέρα αλλά δεν πάει κατά που την πάει ο άνεμος. Ο στόχος είναι επιβεβλημένος. Πρέπει να φύγουν από κει. Ναι εκεί που κοιτάς. Αλλιώς, το παιχνίδι δε μπορεί να συνεχιστεί για κανέναν. Για τους πρόσφυγες, τα ΜΜΕ, τη Μέρκελ, τους Ούγγρους, εμάς. Η συνεχόμενη ροή ταΐζει τους πάντες. Η διαφορά είναι ότι η μη συνέχιση του παιχνιδιού θα στοιχίσει τη ζωή μόνο στον έναν παίχτη. Οι άλλοι απλά θα αναπαυθούν στη μελωδία του διαδικτύου που αντικαθιστά επάξια τη φλύαρη και παραπλανητική τηλεόραση. Το διαδίκτυο είναι η τηλεόραση του μέλλοντος. Πέρνα όσα πιο πολλά μηνύματα, όσες πιο πολλές εικόνες και όσο πιο γρήγορα μπορείς. Αυτή είναι η σωστή λειτουργία. Κι άσε τα καρύδια να ωριμάζουν αμάζευτα πια κάθε τέτοια εποχή.
Μέσα στο πλήθος, εκτός από εμάς κι αυτούς, υπάρχουν και κάποιοι άλλοι που δεν εξιδανικεύουν, που δεν εντυπωσιάζονται, που μοιάζουν ήρεμοι γιατί έτσι πρέπει και που δεν κουβαλάνε καμια φωτογραφική μηχανή πέραν της λογικής τους και της μνήμης τους που χαράζει ό,τι πρέπει και ό,τι φτάνει στο μέσα τους κόσμο. Είναι οι εργαζόμενοι σε τομείς ανθρωπίνων δικαιωμάτων, οι έμμισθοι που έχουν επιλέξει να γυρνάνε από τόπο σε τόπο, από δυστυχία σε δυστυχία, με μόνη απολαβή, πέραν της μέτριας χρηματικής, εκείνη της ικανοποίησης ότι η αλληλεγγύη σου επιτρέπει τουλάχιστον να κοιμάσαι ήρεμος το βράδυ. Ανάμεσα σε αυτούς, και η Στέλλα Νάνου που δε χάνω την ευκαιρία να δω μέσα από τα μάτια της την κατάσταση που συμβαίνει χωρίς αναστολές στην κάθε Ειδομένη.
-Έχουμε κηρύξει κατάσταση έκτακτης ανάγκης, μου λέει, καθώς η κατάσταση έχει φτάσει στο απροχώρητο. Σκοπεύουμε να ανοίξουμε τοπικά γραφεία κι αλλού πέρα από την Αθήνα (κοντά στην Ειδομένη και σε κάποια νησιά). Οι αριθμοί των ξεριζωμένων συνανθρώπων μας που ζητούν ασφάλεια και προστασία αυξάνονται.
-Ποιοι είναι όλοι αυτοί που εγκαταλείπουν τις χώρες τους μαζικά; Τι είναι; Γιατί το κάνουν; Τη ρωτάω όχι από αφέλεια αλλά για να δω τι έχει αυτή αποκομίσει από τη θέση της στην Ύπατη Αρμοστεία του Ο.Η.Ε. για τους Πρόσφυγες . -Είναι πρόσφυγες κυρίως από τη Συρία, στη συντριπτική τους πλειοψηφία αλλά και άνθρωποι από το Αφγανιστάν, το Ιράκ και άλλες χώρες. Οι Σύριοι είναι άνθρωποι με κάποιες οικονομίες, αστοί συνήθως, που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο. Είναι σαν εμένα κι εσένα. Ανάμεσά τους πολλοί γιατροί, δικηγόροι, αρχιτέκτονες, άνθρωποι με πτυχία και μεταπτυχιακά που πια δεν παλεύουν για το τι θα φάνε αλλά για το αν θα είναι ζωντανοί για να φάνε. Είναι άνθρωποι που δε μπορούν να γυρίσουν πίσω γι’ αυτό και χαρακτηρίζονται ως πρόσφυγες. Δε φεύγουν εξαιτίας κάποιας οικονομικής κρίσης και προς το παρόν τουλάχιστον δεν είναι δυνατόν να γυρίσουν στη χώρα τους καθώς εκεί απειλείται η ζωή τους.
Εν τω μεταξύ, αναρωτιέμαι εάν η αντίδραση των Ελλήνων θα ταν διαφορετική σε περίπτωση που οι πρόσφυγες είχαν ως στόχο την παραμονή τους στην Ελλάδα και όχι τη φυγή στη Γερμανία. Τη ρωτάω λοιπόν για το άσυλο, εάν αιτούνται ασύλου στην Ελλάδα και εάν παίρνουν. Η απάντηση είναι αφοπλιστική. -Οι αιτήσεις είναι ελάχιστες. Μέχρι στιγμής και από τις αρχές του έτους έχουμε περισσότερες από 288.000 αφίξεις. Μέχρι τα τέλη Ιούλη, μόλις 7500 είχαν κάνει αίτηση για άσυλο. Ελάχιστοι μου λέει, σε σχέση με τον αριθμό των αφίξεων και δεν ήταν όλοι Σύριοι. Οι αιτήσεις των Σύριων γίνονται δεκτές κατά 99.9%. Πώς αλλιώς σκέφτομαι εγώ. Γνωρίζουν για την κρίση στην Ελλάδα και δεν επιθυμούν να μείνουν εδώ καθώς πιστεύουν ότι θα βρουν καλύτερες προοπτικές εκπαίδευσης, εργασίας και ένταξης σε άλλες χώρες της Ευρώπης, μου λέει. Κάποιοι επίσης επιθυμούν να επανενωθούν με μέλη της οικογένειάς τους ή με κοινότητες ομοεθνών τους που βρίσκονται σε άλλα ευρωπαϊκά κράτη. Γνωρίζουν όμως και για τις δυσκολίες πρόσβασης στη διαδικασία ασύλου στην Ελλάδα και αποθαρρύνονται. Υπάρχει υποστελέχωση της Υπηρεσίας ασύλου κι ενώ υπήρξε πρόοδος στην όλη διαδικασία με τη μεταφορά της αρμοδιότητας χορήγησης ασύλου από την αστυνομία στην Υπηρεσία Ασύλου τον Ιούνιο του 2013, η πρόσβαση εξακολουθεί να παραμένει προβληματική.Κως. Εικόνα: Σοφία Αποστολίδου
-Η χώρα ήταν έτοιμη για αυτό που συνέβη; Τι είδες στην Κω; -Αν και το ζήτημα δε μπορεί να το αντιμετωπίσει μόνη της η Ελλάδα, παρ’ολες τις προειδοποιήσεις μας εδώ και έναν χρόνο, δεν είχε γίνει καμία ενέργεια προετοιμασίας για τέτοιο κύμα προσφύγων. Υπήρχαν και υπάρχουν αδυναμίες συντονισμού των υπηρεσιών της ελληνικής διοίκησης και παρ’ότι ο κύριος στόχος θα πρεπε να είναι η λιγότερη δυνατή ταλαιπωρία αυτών των ανθρώπων, τελικά, λόγω διάφορων ελλείψεων (υποδομών πρώτης υποδοχής αλλά και εξοπλισμού και προσωπικού για την καταγραφή) υπήρχαν άνθρωποι στοιβαγμένοι 20 και 25 ημέρες στα νησιά κάτω από πολύ δύσκολες συνθήκες.
Ποια είναι η λύση τη ρωτάω και παίρνω την πιο λογική απάντηση: Να σταματήσει ο πόλεμος στη Συρία. Επίσης, να ενισχυθούν οι δομές υποδοχής των γειτονικών χωρών που δέχονται και το μεγάλο κύμα των προσφύγων ώστε να μην αναγκάζονται να μετακινούνται τόσα χιλιόμετρα με κίνδυνο της ζωή τους. Αμέσως σκέφτομαι εκείνο το περίφημο φιλμ «Επιστροφή στη Χομς», τον αγώνα των ανθρώπων ενάντια στο παράλογο, φασιστικό καθεστώς του Άσαντ, που δολοφονούσε γυναίκες, μικρά παιδιά, γάτες και σκύλους και ό,τι τολμούσε να κυκλοφορήσει στο σώμα αυτής της πόλης δίδαγμα, της μητέρας όλων μας. Σκληρές εικόνες για τη λογική μας, ακόμα και για τη φαντασίας μας που διαμορφώθηκε μόνο με «καλής» αισθητικής δυτικά κριτήρια, απωθώντας την αδικία, τον πόλεμο, τη βία, τα μισά κεφάλια, τα άδεια μυαλά, τα κομμένα πόδια. Ωστόσο, αυτοί που φρόντισαν να τα απωθήσουν σε εμάς, τα φυτεύουν συχνά πυκνά σε διάφορα σημεία της παγκοσμιοποιημένης γης μας και όσο πιο γρήγορα φροντίσουμε να αναδιαμορφώσουμε τη φαντασία μας μάλλον τόσο πιο γρήγορα θα σταματήσουμε αυτούς που συνεχίζουν να παίζουν μπόμπα χαρακίρι τις ζωές των Σύριων, των Κούρδων, των Αφρικανών και τις δικές μας.
Κλείνω με μία ερώτηση μάλλον φυσικής κατάληξης σε μία τέτοια συνέντευξη: Ποια εικόνα σε συγκίνησε περισσότερο από αυτά που έζησες μέχρι τώρα; – Στην Κω, είναι συγκλονιστική η αντίθεση μεταξύ τουριστών και προσφύγων. Μία ημέρα, ένας Ιταλός που οδηγούσε ένα μηχανάκι με τη φίλη του, έπεσε και χτύπησε σοβαρά. Τότε, παρ’ότι υπήρχαν πολλοί τριγύρω, ο πρώτος που έτρεξε ήταν ένας νεαρός πρόσφυγας από τη Συρία. Ήταν συγκινητικό πώς του πρόσφερε τις πρώτες βοήθειες και πώς του φρόντισε το τραύμα στο χέρι, ενώ όλοι οι υπόλοιποι γύρω κοιτούσαμε. Όπως μας είπε μετά, ο αδερφός του, ο οποίος δεν ξέρει αν ζει ή πέθανε, ήταν γιατρός και ήθελε να συνεχίσει το έργο του. Παρ’όλη τη δική του προσωπική ταλαιπωρία και αβεβαιότητα για το μέλλον, ήταν συγκινητική η προσφορά του στο συνάνθρωπο που βρέθηκε σε ανάγκη.Η Στέλλα Νάνου φωτογραφημένη από τη Μυρτώ Γρίβα