Είμαστε ό,τι νιώθουμε

του Γιάννη Μάρκου Μόλις δύο  χρόνια στη Στοκχόλμη και μετά από πολλή υπομονή, κούραση και διάβασμα, μέρα τη μέρα πλέον αρχίζω και βλέπω πιο καθαρά τους γύρω μου να μου χαμογελάνε πιο ζέστα, πιο ειλικρινά και όχι τυπικά πια, να μου ανοίγουν κουβέντα  από μόνοι τους και να πλησιάζω στο σημείο που ο λαός αυτός […]

Parallaxi
είμαστε-ότι-νιώθουμε-11584
Parallaxi
stokholmi.jpg

του Γιάννη Μάρκου Μόλις δύο  χρόνια στη Στοκχόλμη και μετά από πολλή υπομονή, κούραση και διάβασμα, μέρα τη μέρα πλέον αρχίζω και βλέπω πιο καθαρά τους γύρω μου να μου χαμογελάνε πιο ζέστα, πιο ειλικρινά και όχι τυπικά πια, να μου ανοίγουν κουβέντα  από μόνοι τους και να πλησιάζω στο σημείο που ο λαός αυτός έχει ως ένα άτυπο standard για να σε “δεχτεί”. Δεν τους κατηγορώ, ίσα ίσα που το θεωρώ φυσιολογικό να επιθυμούν να μιλάς τη γλώσσα τους, και δη από τη στιγμή που υπάρχουν σχολεία εκμάθησης γλώσσας για μετανάστες που όχι μόνο είναι δωρεάν αλλά από ένα επίπεδο και μετά είναι και επιδοτούμενα. Κάποιος που σπουδάζει εντατικά  μπορεί να παίρνει μέχρι και 900 ευρώ το μήνα σε επίδομα και δάνειο σπουδών, το οποίο συνεχίζεται  ακόμα κι αν συνεχίσεις τις σπουδές σου στο πανεπιστήμιο. Για να μην νιώθεις ξένος πρέπει να μη ζεις ως ξένος. Πρέπει να μπεις στο “σύστημα”, στην καθημερινότητά τους, να γίνεις ένας ενεργός πολίτης. Ένα μεγάλο ποσοστό των μεταναστών το έχει καταφέρει. Αλλά είναι σημαντικό να πούμε ότι εδώ ζουν  μετανάστες τα τελευταία 50 – 60 χρόνια. Τους βλέπεις παντού σε όλες τις δουλειές σε όλες τις υπηρεσίες, είναι μέρος του συνόλου όπως είναι και σε κάθε ανεπτυγμένη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα και λέγοντας ανεπτυγμένη εννοώ νοητικά. Ας κοιτάξουμε γύρω μας στην Ελλάδα να δούμε σε πόσες υπηρεσίες δουλεύουν μετανάστες. Από την άλλη πλευρά υπάρχουν κι αυτοί που δεν προσπαθούν ή από αντίδραση στο ξένο και στο καινούριο αρνούνται πεισματικά να δουν αυτό που υπάρχει γύρω τους. Μαθαίνουν μερικώς τη γλώσσα, ίσα ίσα για τις καθημερινές τους συναλλαγές και ζουν σαν περαστικοί. Από την έως τώρα εμπειρία μου πιστεύω πως αυτό δεν αρέσει και πολύ στους Σουηδούς. Θυμάμαι τις στιγμές που ρωτήθηκα (ευγενικά πάντα)  αν σπουδάζω τη γλώσσα καθώς και την χαρά  τους όταν τους απαντούσα καταφατικά. Ρώτησα τους συναδέλφους μου στη δουλειά τι πιστεύουν για τα γεγονότα στο Husby (Χούσμπι). Οι περισσότεροι  ήταν κατηγορηματικοί. Μου ανέφεραν ότι πρόκειται για παιδιά  κυρίως, μετανάστες ηλικίας 15 με 25 χρόνων, οι οποίοι (όπως  είπαν και οι ίδιοι)  ξεκινάνε το θέμα σαν αντίδραση σε διάφορα θέματα και μετά μετατρέπεται σε παιχνίδι. Βέβαια όλες αυτές οι καταστροφές για τον μέσο Σουηδό που είναι και το μεγαλύτερο ποσοστό (γύρω στο 60 -70 %) των κατοίκων στη Στοκχόλμη είναι σπατάλη δημοσίου χρήματος. Από τη στιγμή που πληρώνουν 30-35%  φόρο στο μηνιαίο μισθό τους απαιτούν τα χρήματα τους να γίνονται έργα. Άλλωστε σε μια χώρα που σου προσφέρει δωρεάν υγεία και παιδεία σε όλα τα παιδιά μέχρι την ηλικία των 18, επιδόματα, δραστηριότητες, σεμινάρια και προγράμματα για παιδιά και ενήλικους σχεδόν σε κάθε δήμο, επίδομα ανεργίας 70-80% του μισθού και ένα σύστημα ενοικίασης διαμερισμάτων του κράτους με σειρά , μάλλον η αιτιολογία του ελλιπούς κοινωνικού κράτους καταρρίπτεται. Τώρα, αν κάποιοι από τους χιλιάδες μετανάστες που ζουν στα προάστια νιώθουν εγκαταλελειμμένοι η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση κατ εμέ. Με τα πρώτα κύματα μεταναστών το ’60, το κράτος έχτισε στα προάστια της πόλης μπλοκ πολυκατοικιών (εξαιρετικά αντιαισθητικά) με κάποιο μικρό ή μεγαλύτερο εμπορικό κέντρο, συνήθως γύρω από το Μετρό, για να κατοικηθούν  από αυτούς που ήρθαν αλλά ακόμη κι από κάποιους Σουηδούς λόγω των πολύ χαμηλότερων ενοικίων από των διαμερισμάτων στο κέντρο. Έτσι λοιπόν, όσο απομακρύνεται κάποιος από το κέντρο της πόλης τόσο αυξάνεται η πιθανότητα  να ζει μόνο με μετανάστες. Οπότε το κράτος δημιούργησε έναν οικονομικό “ρατσισμό” λόγω της διαφοράς των τιμών των σπιτιών σε κέντρο και προάστια που αναγκάζει τους φτωχότερους (νέοι μετανάστες συνήθως) να μείνουν απόκεντρα οδηγώντας έτσι κάποιες περιοχές σε γκετοποίηση. Εκεί ο κόσμος δημιουργεί έναν δικό του μικρόκοσμο με καταστήματα και εστιατόρια της χώρας καταγωγής του, με αποτέλεσμα σιγά σιγά να απομακρύνεται και να αποκόπτεται από την υπόλοιπη κοινωνία. Αλλά το πώς ο καθένας θέλει να ζήσει είναι καθαρά δική του επιλογή. Κάποιος  που ζει 10-15 χρόνια στη χώρα έχει τη δυνατότητα είτε να αγοράσει σπίτι αλλά ακόμη και να νοικιάσει τα κρατικά διαμερίσματα (25 ευρώ ετήσια συνδρομή) στην περιοχή του κέντρου και να δώσει στον ίδιο αλλά και στην οικογένειά του τη δυνατότητα να ενσωματωθούν γρηγορότερα στη σουηδική κοινωνία. Είναι πολύ όμορφη αυτή η πολυχρωμία και πολυμορφία των λαών στις πόλεις , το θέμα είναι να αποδεχτείς αυτό που υπάρχει γύρω σου και να το ζήσεις.  Είπαμε, είμαστε ό,τι νιώθουμε και ζούμε όπως εμείς θέλουμε,δεν αποφασίζει κανείς άλλος παρά εμείς…..

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα