Είναι αδύνατον να φανταστούν την ντροπή μας
Λέξεις-βίντεο: Ελένη Χοντολίδου Εικόνες: Ελένη Βράκα Εάν κάποιος ήθελε να είναι μίζερος και γκρινιάρης χθες, ημέρα μνήμης της νύχτας των κρυστάλλων και ημέρα κατά του ναζισμού, ημέρα που το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο με αργοπορία 72 χρόνων εγκαινίασε μνημείο μνήμης για το εβραϊκό νεκροταφείο πάνω στο οποίο χτίστηκε το πανεπιστήμιο, θα μπορούσε να πει πολλά. Θα μπορούσε […]
Λέξεις-βίντεο: Ελένη Χοντολίδου Εικόνες: Ελένη Βράκα
Εάν κάποιος ήθελε να είναι μίζερος και γκρινιάρης χθες, ημέρα μνήμης της νύχτας των κρυστάλλων και ημέρα κατά του ναζισμού, ημέρα που το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο με αργοπορία 72 χρόνων εγκαινίασε μνημείο μνήμης για το εβραϊκό νεκροταφείο πάνω στο οποίο χτίστηκε το πανεπιστήμιο, θα μπορούσε να πει πολλά.
Θα μπορούσε να πει πως είναι ένα ακόμη μνημείο ΓΙΑ Ισραηλιτική Κοινότητα πληρωμένο από την ίδια, θα μπορούσε να πει ότι η πόλη έχασε την ευκαιρία να αποκτήσει ένα ωραίο μνημείο (γιατί η πόλη είναι γεμάτη από άθλια γλυπτά και μνημεία και το συγκεκριμένο είναι σαν να έρχεται από μία παλιότερη εποχή…). Θα μπορούσε να πει ότι η τελετή ήταν μακροσκελής και ανούσια με ΟΛΟΥΣ τους παριστάμενους πολιτικούς να παίρνουν τον λόγο για να πουν κοινοτυπίες και ανακρίβειες (μέχρι και για τη γενοκτονία των Αρμενίων και των Ποντίων έγινε λόγος, μέχρι και για την ταφή που είναι ιερή, υποθέτω, σε αντίθεση με την καύση…). Θα μπορούσε να πει ότι οι πλάκες δίνουν «στρογγυλεμένες» πληροφορίες, όπως άλλωστε και η πλειοψηφία των ομιλητών που μικρή έως και καμία σχέση δεν έχουν με την ιστορία και τη μνήμη της πόλης. Θα μπορούσε…
Η πόλη της Θεσσαλονίκης όμως δεν είναι οποιαδήποτε πόλη. Είναι μία πόλη περικυκλωμένη από εσωτερικούς εχθρούς που έχουν αρχίσει να πηγαίνουν στη γωνία τα τελευταία χρόνια. Είμαι μία πόλη πολύ συντηρητική που τα τελευταία χρόνια έχει αρχίσει να αναπνέει. Τύχη αγαθή, συνέπεσε να έχει δήμαρχο και Πρυτανικές αρχές η πόλη τα τελευταία τέσσερα χρόνια με ευαισθησία στο ζήτημα του «σκελετού» που έχουμε ως πόλη στο ντουλάπι: αυτό της εβραϊκής Κοινότητας της πόλης που πριν καν εξοντωθεί είχαν λεηλατηθεί τα σπίτια και οι περιουσίες της, είχε καταπατηθεί το νεκροταφείο της, είχε στραπατσαριστεί η τιμή και η αξιοπρέπειά της. Για τους λόγους αυτούς δεν σταματώ σε όσα θα μπορούσα να κάνω (έχοντας ενοχληθεί από τη διαδικασία παραγωγής αλλά και από την ουσία του μνημείου) και υπογραμμίζω το ότι το μνημείο έγινε και αυτό είναι ΤΟ σημαντικό. Δεν πειράζει που μόνον ο δήμαρχος, ο Βίκτωρ Ελιέζερ και εν μέρει ο Πρόεδρος της Ισραηλιτικής Κοινότητας Δαυίδ Σαλτιέλ (με την παρακαταθήκη του Συνεδρίου που οφείλει η πόλη να πραγματοποιήσει) αναφέρθηκαν με παρρησία στα πραγματικά γεγονότα με το όνομά τους, στη συνεργασία δηλαδή ΟΛΩΝ των τοπικών αρχών για τη λεηλασία και το ξεπάτωμα του νεκροταφείου. Η αλήθεια ειπώθηκε, ακούστηκε. Κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι δεν την ξέρει.
Θα ήθελα να κλείσω με μέρος του λόγου του δημάρχου:
“Αν λοιπόν για εμάς, τους Θεσσαλονικείς μη Εβραίους, είναι τελικά αδύνατο να φανταστούμε τον πόνο των δικών μας Εβραίων, ίσως έχει έρθει επιτέλους η στιγμή να ψελίσουμε ότι και για τους Εβραίους συμπολίτες μας είναι πλέον αδύνατο να φανταστούν την ντροπή μας. Η πόλη της Θεσσαλονίκης άργησε αδικαιολόγητα πολύ να σπάσει τη σιωπή της και να αρχίσει να μνημονεύει την πιο ζοφερή στιγμή της ιστορίας της. Σήμερα όμως μπορεί να λέει ότι ντρέπεται για αυτή την άδικη και ένοχη σιωπή. Ντρέπεται για όσους δοσίλογους Θεσσαλονικείς συνεργάστηκαν με τους κατακτητές, για όσους γείτονες καταχράστηκαν περιουσίες, για όσους πρόδωσαν εκείνους που προσπάθησαν να διαφύγουν. Κυρίως, ντρέπεται για τις αρχές της πόλης: για το δήμαρχο και το Γενικό Διοικητή που συμφώνησαν αδιαμαρτύρητα να καταστρέψουν οι εργάτες του δήμου εν μία νυκτί 500 χρόνια μνήμης, και να μετατρέψουν το μεγαλύτερο εβραϊκό νεκροταφείο της Ευρώπης σε έναν κρανίου τόπο. Ντρέπεται για τον έφορο της αρχαιολογικής υπηρεσίας που «εξεπλάγη» όταν το 1946 η εβραϊκή κοινότητα διαμαρτυρήθηκε για τη χρήση των επιτύμβιων πλακών ως οικοδομικού υλικού για την ανοικοδόμηση του ναού του Αγίου Δημητρίου. Και ντρέπεται για εκείνους τους πρυτάνεις που μετά τον πόλεμο έχτισαν την πανεπιστημιούπολη δίπλα και πάνω στα κατεστραμμένα μνήματα χωρίς να στήσουν μια αναθηματική πλάκα. Δεν έχει νόημα να απολογούμαστε εμείς σήμερα για τις πράξεις τους –η ευθύνη ούτε συλλογική είναι ούτε και μεταβιβάζεται. Αναγνωρίζουμε ωστόσο ότι οι θεσμοί που εκπροσωπούμε (αλλά και αποδεχόμαστε να μας εκπροσωπούν), δεν γεννήθηκαν χτες. Έχουν από πίσω τους μια ιστορία, είναι φορείς μνήμης με συνέχεια στο χρόνο.
Αναγνωρίζουμε δηλαδή ότι η απώλεια των 56.000 Εβραίων Θεσσαλονικέων είναι απώλεια για όλους μας –Χριστιανούς, Εβραίους και Μουσουλμάνους, άθεους και αγνωστικιστές. Είναι απώλεια για εκείνους που έζησαν αλλά και για όλους εκείνους που θα ζήσουν εδώ μετά από εμάς. Το Ολοκαύτωμα δεν σφράγισε μόνο το παρελθόν της πόλης μας, αλλά έκανε κάτι χειρότερο: της έκλεψε το μέλλον. Ποιος αμφιβάλλει ότι μια Θεσσαλονίκη μητέρα-πατρίδα μιας ανθούσας και κοσμοπολίτικης εβραϊκής κοινότητας θα ήταν μια άλλη πόλη; Επειδή λοιπόν η απώλεια είναι τελικά δική μας, η μνήμη του Ολοκαυτώματος δεν αφορά μόνο την εβραϊκή κοινότητα αλλά όλους εμάς. Μας αφορά ως Θεσσαλονικείς, ως Έλληνες και Ευρωπαίους. Αποκαθιστά τους δεσμούς μας με την πόλη και συμβάλει στην ανθρωπιά μας».
Με την έννοια αυτή χαιρετίζουμε σήμερα την απόφαση των προηγούμενων πρυτανικών αρχών να δώσει την άδεια να γίνει το μνημείο αυτό.