Ήταν ένα ωραίο ταξίδι στο Σταυρό του Νότου
Ο Γιάννης Τσολακίδης είδε το Σταυρό του Νότου και έχει άποψη.
Για το «Ταξίδι στο Σταυρό του Νότου.
Την θεατρική παράσταση του Θέμη Μουμουλίδη Από μουσική σκοπιά.
Είναι μια ωραία παράσταση. Ήταν, από τότε από το ανέβασμα στο Badminton, τον Γενάρη του 2016 μια ωραία ιδέα του Θέμη Μουμουλίδη να προβάλει ως κεντρικό του «ήρωα» τον Νίκο Καββαδία, με όχημα- τι όχημα, εδώ έχουμε να κάνουμε με ποστάλι, φορτηγό και ναυαρχίδα, διαχρονικά κυρίαρχη στα μουσικά πελάγη- τις μελοποιήσεις του Θάνου Μικρούτσικου σε μια μουσικοθεατρική παράσταση. Όπου η διαδοχή διαλόγων, μικρών δρώμενων και σπουδαίων εκτελέσεων των τραγουδιών, από τη γέφυρα του πλοίου ως στα μπουρδελοκαμπαρέ των λιμανιών συμβαίνει για το κοινό περίπου όπως και στους ναυτικούς, με φυσικότητα και κατανόηση στους «δαίμονες» που ξορκίζουν. Έφτασε στη Θεσσαλονίκη και πέρασε για 2 βραδιές πριν συνεχίσει το ταξίδι για τον Βόλο και δεν ξέρω πού μετά, είναι κυριολεκτικά «περιοδεύων θίασος» αυτό που γίνεται με την 5η Εποχή αυτό το καλοκαίρι. Μάζεψε κόσμο πολύ, από πιτσιρίκια μέχρι ηλικιωμένες αντικαπνίστριες( ! βρήκα μια δίπλα μου «και στο ανοιχτό με ενοχλεί, φυσάει κατά πάνω μου» είπε, δεν κάπνισα, κέρδισε…) κέρδισε χειροκρότημα και εντυπώσεις.
Και είναι βέβαια με μια έλλειψη μεγάλη, αυτή του Θάνου Μικρούτσικου, που έπρεπε να φροντίσει θέμα της υγείας του κι έτσι δεν τον είδαμε μαζί , μέσα σε μια παράσταση που από την αρχή ως το τέλος τον «χρησιμοποιεί» και τον αναδεικνύει σ’ αυτή τη μοναδική σχέση που έκτισε με τις μελοποιήσεις του Καββαδία. Είναι λοιπόν μια ωραία παράσταση. Θα πω για το μουσικό μέρος, θεατρική κριτική δεν γνωρίζω και δεν θα δοκιμάσω. Ο Κώστας Θωμαίδης είναι απρόβλεπτα έξοχος στο εναρκτήριο «Κούρο Σίβο». Λίγο πάντα περισσότερο τενόρος και λυρικός από όσο κουβαλά ως αντοχή το «βρώμικο» dna του καραβιού, του λιμανιού και της αμαρτίας. ( Λέω τώρα, εγώ ο λάτρης των βραχνών και των φάλτσων…) Είναι όμως ο γνωστός ανεπανάληπτος στο σφύριγμα μεσονυχτίς και ο μεγάλος γνώστης και σταθερός συνοδοιπόρος των μουσικών συμπεριφορών του συνθέτη.
Το σαξόφωνο του Θύμιου Παπαδόπουλου κυριαρχεί στο ταξίδι μιας υποχθόνιας «τζαζ» ανάγνωσης όλου του Καββαδία, μέσα σε μια ορχήστρα που αποδίδει, συνοδεύει, πρωταγωνιστεί, διασκευάζει εκπλήσσει σε όλη την παράσταση. Η Μαριάννα Πολυχρονίδη, πέρα από την ερμηνεία του Σταυρού του Νότου- δεν άκουσα ως σήμερα καλύτερη- ερμηνεύει κείμενα και τραγούδια και, είναι εκεί στο George William Allum, που δοκιμάζεται, άλλους ξενίζει και άλλους καθηλώνει να καταλάβουμε τα ανοίγματά της , που ενώ το ξεκινά, σιγανά και διαφορετικά, ταυτόχρονα το απογειώνει σκηνικά, ερμηνευτικά ώσπου…- -Εδώ να πω κάτι παραπάνω: Το George William Allum είναι ένα από τα πιο δύσκολα κομμάτια του Μικρούτσικου, πάνω στην ποίηση του Καββαδία.
Είναι μια τεράστια δική του ωριμότητα στη μουσική μεταφορά αυτού του τόσο σκληρού ναυτικού αφηγήματος. Γιατί για μικρό διήγημα πρόκειται, για αυτή την παραγνωρισμένη στα χρόνια του από τους ομότεχνούς του, ικανότητα του Καββαδία να στήνει ολόκληρες ιστορίες έμμετρα και με ρίμα και χωρίς να πλήττεις, αντίθετα να ανησυχείς να διαβάσεις τη συνέχεια. Ο Μικρούτσικος αντιλαμβάνεται πριν σχεδόν 30 χρόνια, αυτές τις καββαδιακές συμπεριφορές, πρώτος και καλύτερα από τον καθένα: Αποδίδει μουσικά τις γραφές και τις αγωνίες του είτε «επικά» (Μαχαίρι, Καραντί, Μαρέα )είτε «νωχελικά» μέσα από μπλουζ και τζαζ μουσικές διαβάσεις. Αλλά γι’ αυτά, ας πούμε διεξοδικά άλλη φορά.
Μεγάλη η παρένθεση, να πάμε μετά. Γιατί μετά, την απογείωση αναλαμβάνει στο τελευταίο τετράστιχο «Κάποια βραδιά ως περνούσαμε από το Bay of Bisky, …» αναλαμβάνει να κλείσει σκληρά, όπως είναι και το τέλος του ποιήματος η Ρίτα Αντωνοπούλου, αυτή η μεγάλη φωνητικά, ερμηνευτικά και σκηνικά, πρωταγωνίστρια όλης της παράστασης, κατά τη γνώμη μου. Η Αντωνοπούλου είναι – το διαπίστωσα και από τις γνώμες θεατών, μεγάλων και μικρών, ανδρών και γυναικών- είναι η παρουσία που μαγνητίζει τα μάτια όλων στο θέατρο κάθε φορά που εμφανίζεται όχι μόνο για τις ερμηνείες των μελοποιήσεων αλλά και για την δραματικά έντονη σκηνική της παρουσία. Οι ερμηνείες της είναι ένας συνδυασμός μεγάλης γνώσης των τραγουδιών και ταυτόχρονα μεγάλης σωματικής και ψυχικής συμμετοχής στην απόδοσή τους.
Παίρνει πολύ δύσκολα τραγούδια, κάποια είναι και τα πιο «εμπορικά» και κυρίως τραγούδια «σφραγισμένα» από ονόματα όπως Παπακωνσταντίνου ή Νταλάρας. Και πετυχαίνει ένα απλόχερο «ξόδεμα» από τη μια των τεράστιων αποθεμάτων αναπνοής και χρήσης όλου του συστήματος της στην διατήρηση της έντασης και της διάρκειας κι από την άλλη της συναισθηματικής εκφοράς με τη φωνή να μη νοιάζεται αν θα ραγίσει μέσα στην τέλεια ένταση, σα να’ ναι ακριβώς η ψυχή των ποιημάτων. Υ.Γ. Δεν είναι καθόλου τυχαίο που λείπει από την παράσταση το ποίημα «7 Νάνοι στο S/S Κυρήνεια». Αυτή η μελοποίηση ανήκει στον Θάνο Μικρούτσικο αλλά με τα χρόνια του ανήκει και απόλυτα η ερμηνεία. Από όσο ρώτησα, οι συντελεστές της παράστασης δεν το λένε και δεν το βάζουν ούτε από βίντεό του, ως να επιστρέψει. Μια χαρά! Με τις ευχές μας και την πίστη ότι είναι όλα περαστικά, εκεί στα ιατρικές εξετάσεις του Λονδίνου.