Κι αν φτιάχναμε ένα Μουσείο της Θάλασσας στη Θεσσαλονίκη;
Μία πρόταση για τη δημιουργία ενός Πολιτιστικού Κέντρου στο Λιμάνι.
του Αλεσσάντρο-Παναγιώτη Νεράντζη, [email protected]
Εικόνες: Γιάννης Σιμητόπουλος
Οι πόλεις-λιμάνια αποτελούν χώρους ορόσημα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Συμβολίζουν την ποικιλομορφία, αποτυπώνουν το μείγμα των αναπαραστάσεων της ανθρώπινης ζωής σε μια οργανωμένη παραθαλάσσια πολιτεία. Το λιμάνι ως ενδιάμεσος κρίκος ανάμεσα στη θάλασσα και την πόλη δίνει μία άλλη αίσθηση για τον τόπο και τις σχέσεις που αναπτύσσει με τους κατοίκους του. Σήμερα σε παγκόσμια κλίμακα τα λιμάνια υφίστανται δραματικές αλλαγές εξαιτίας διάφορων φαινομένων εκσυγχρονισμού. Το λιμάνι της Θεσσαλονίκης είναι ένα από αυτά. Το λιμάνι της πόλης μας αλλάζει.
Η αναθεωρημένη σύμβαση παραχώρησης εγκρίθηκε πρόσφατα από τη Βουλή και τώρα που το λιμάνι παίρνει τον δρόμο της ιδιωτικοποίησης είναι καλή ευκαιρία να επανεξετάσουμε την αξία του με τις όποιες εγκαταστάσεις διαθέτει όχι μόνο με όρους επιχειρηματικής ανάπτυξης, αλλά για να αντιληφθούμε την σπουδαιότητα που έχει για την πόλη, την ιστορία και τους κατοίκους της.
Η Θεσσαλονίκη είναι μία πόλη γεμάτη με ιστορικά κτήρια και μνημεία, μία μεγαλούπολη με δυναμικό νεανικό πληθυσμό, που έχει δώσει δείγματα γραφής στον πολιτιστικό και ψηφιακό τομέα. Κι όμως, ενώ, τα τελευταία κυρίως χρόνια, παράγει πολιτιστικά προϊόντα και διαθέτει εξειδικευμένο στις νέες τεχνολογίες ανθρώπινο δυναμικό, υστερεί στην εφαρμογή καινοτόμων πρωτοβουλιών και πολιτιστικών project. Ενώ, δηλαδή, υπάρχουν οι βάσεις, οι προδιαγραφές που θα προάγουν την καινοτόμο ανάπτυξη, απουσιάζει η στήριξή τους από την πολιτεία.
Είναι γνωστά τα οφέλη για την τόνωση της οικονομίας από τις επενδύσεις σε πολιτιστικές και δημιουργικές βιομηχανίες. Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, κατά την διάρκεια της ύφεσης, αυτοί οι τομείς έδειξαν εξαιρετικά ποσοστά ανάπτυξης, αυξάνοντας την απασχόληση κατά 0.7%, τη στιγμή που η συνολική απασχόληση μειώθηκε κατά 0.7%. Σύμφωνα με την Εurostat, ένας στους τρεις τουρίστες σχεδιάζουν τις διακοπές τους με βάση κυρίως τα προσφερόμενα πολιτιστικά αξιοθέατα. Tο 2016 περίπου 8,4 εκατομμύρια Ευρωπαίοι εργάζονταν στον ευρύτερο πολιτιστικό τομέα, δηλαδή το 3,7% του συνολικού αριθμού των απασχολούμενων στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Ως εκ τούτου, προτάσεις για τη δημιουργία «εκκολαπτηρίων» πολιτισμού και αστικής ανάπλασης με έμφαση στο σχεδιασμό πολιτιστικών δραστηριοτήτων είναι εξαιρετικά ελκυστικές για τους φορείς του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα. Πολλές πόλεις διεθνώς αξιοποιούν αρχιτεκτονικές εγκαταστάσεις στα λιμάνιά τους για την τόνωση αφενός της πολιτιστικής ταυτότητας των πολιτών και αφετέρου την ώθηση του τουρισμού και την ενίσχυση της τοπικής οικονομίας. Συνεπώς, η δημιουργία ενός μόνιμου πολυχώρου με γνώμονα την «αίσθηση του τόπου» στο λιμάνι της Θεσσαλονίκης, φαντάζει ως μία λογική πρόταση.
Γιατί όμως να επενδύσει ο ΟΛΘ, ο Δήμος Θεσσαλονίκης ή μια εταιρία στη δημιουργία ενός τέτοιου χώρου;
Παρότι προωθείται η αποκατάσταση διάφορων ιστορικών μνημείων της πόλης, με στόχο την ανάδειξή τους, μέχρι στιγμής δεν έχει δοθεί η δέουσα προσοχή στην προώθηση του ιστορικού χαρακτήρα του λιμανιού και στην ανάδειξη του ρόλου του ως συνδετικού κρίκου ανάμεσα στον αστικό ιστό της πόλης και τη θάλασσα. Ο επιβατικός σταθμός λειτουργεί μόνον τους καλοκαιρινούς μήνες και οι χώροι των Φεστιβάλ Κινηματογράφου και Ντοκιμαντέρ συγκεντρώνουν κόσμο μόνον μερικές εβδομάδες τον χρόνο, όταν γίνονται εκθέσεις, σεμινάρια και προβολές ταινιών.
Αυτό το κενό που θεωρώ ότι υπάρχει ήταν και η κινητήρια δύναμη που με ώθησε να κάνω μία εργασία στο πλαίσιο του μεταπτυχιακού μου στην Διαχείριση Πολιτισμικών Αγαθών στο Πανεπιστήμιο της Βαρκελώνης. Μία εργασία που έχει σχέση με τη Θεσσαλονίκη, το λιμάνι της και την αξιοποίηση εγκαταστάσεών του. Το πάθος μου είναι η ιστορία, να αναζητώ τις σχέσεις ανάμεσα σε πολιτισμούς του παρελθόντος και τις σύγχρονες τάσεις στον χώρο του πολιτισμού. Να διερευνώ τις δυνατότητες συμβίωσης μεταξύ πολιτιστικής κληρονομιάς και μοντέρνας καθημερινότητας, τις συνέργειες παρελθόντος και παρόντος. Αυτές οι αναζητήσεις γεννήθηκαν ταξιδεύοντας σε πολλές μεσογειακές χώρες και ζώντας για αρκετά χρόνια σε τρεις από αυτές: την Ελλάδα, την Ιταλία, την Ισπανία.
Τα διαχρονικά κοινά μας χαρακτηριστικά είναι τόσα πολλά, είτε κοιτάς στην Ανατολή είτε στη Δύση. Χαρακτηριστικά που παραμένουν κυρίαρχα από την αρχαιότητα έως σήμερα και στηρίζονται σ΄ ένα κοινό στοιχείο που ενώνει όλες τις χώρες της Μεσογείου: τη θάλασσα. Το υγρό στοιχείο μοιάζει μ΄ έναν πλωτό διάδρομο που ενώνει λιμάνια, πολιτισμούς, ανθρώπους που μετέφεραν –και μεταφέρουν- τους δικούς τους μύθους, που «κουβαλούσαν», μέσω των αγαθών που εμπορεύονταν, γλώσσες και θρησκείες. Η μοναδική Θεσσαλονίκη έγινε από γεννησιμιού της συνώνυμο με τον Θερμαϊκό, το Αιγαίο και τη Μεσόγειο.
Στο λιμάνι της ήρθαν πολλοί πρόσφυγες το ’22, εκεί έφθασαν οι Σεφαραδίτες Εβραίοι από την Ισπανία τον 15ο αιώνα, οι Σαρακηνοί τον 10ο αιώνα, εκεί για αιώνες διακινούνταν εμπορεύματα που έφταναν μέχρι τις όχθες του ποταμού Όλγα και του Νείλου. Το λιμάνι εξόδου και εισόδου των Βαλκανίων υπήρξε πάντα καταφύγιο διωγμένων σε μία πόλη πολυπολιτισμική, κέντρο εμπορίου, ευημερίας, αλλά και πολέμων. Η εγγύτητα με την θάλασσα έγινε η αιτία κάθε μικρού ή μεγάλου γεγονότος της ιστορίας της Θεσσαλονίκης. Ακόμα και σήμερα όλες οι μεγάλες συγκεντρώσεις γίνονται δίπλα στη θάλασσα, κοντά στο λιμάνι της πόλης. Γιατί το λιμάνι είναι αναπόσπαστο, μοναδικό κομμάτι της ιστορίας της πόλης. Και όμως, εκτός από τις αναστηλωμένες αποθήκες στην Προβλήτα Α΄ – που καμία τους δεν στεγάζει κάποια δραστηριότητα σχετική με την τόπο που βρίσκονται – δεν υπάρχει κάποιος μόνιμος χώρος στην Θεσσαλονίκη που αναδεικνύει την εγγενή σύνδεση της πόλης με την θάλασσα. Με εξαίρεση ένα μικρό τμήμα της έκθεσης του Λευκού Πύργου.
Δεν θα ήταν όμορφο εμείς οι Θεσσαλονικείς να επιδεικνύουμε ένα χώρο μοναδικό στα Βαλκάνια; Το όραμα είναι η δημιουργία ενός Πολιτιστικού Κέντρου της Θάλασσας ή Μουσείου της Θάλασσας, πόλου έλξης στο λιμάνι Θεσσαλονίκης, κοιτίδα πολιτιστικών και καινοτόμων προτάσεων. Στόχος είναι η δημιουργία ενός ζωντανού χώρου σε σχέση με την ιστορία της πόλης και το νεανικό της δυναμικό. Ένας φυσικός χώρος στην Θεσσαλονίκη που θα εξυμνεί την κεντρικότητα του λιμανιού και θα λειτουργεί ως συνδετικός κρίκος, κοινό έδαφος επαφής μεταξύ Βαλκανίων και Μεσογείου. Το σχέδιο είναι απόρροια της αντίληψης σε ό,τι αφορά την πολιτιστική μας κληρονομιά, όπου η συλλογική μνήμη (άυλη πολιτιστική κληρονομιά) μπορεί να ανακτηθεί ενισχύοντας την προβολή ορισμένων φυσικών χώρων (υλική πολιτιστική κληρονομιά) που είναι «μάρτυρες» σημαντικών ιστορικών γεγονότων, τα οποία με την σειρά τους μπορούν να μετατραπούν σε δημιουργικά εκκολαπτήρια μελλοντικών εμπειριών. Ένας χώρος που θα φέρει τους επισκέπτες και χρήστες των προτάσεων κοντά στην κουλτούρα της Μεσογείου, αποδεικνύοντας ότι λιμάνι της Θεσσαλονίκης δεν είναι μόνο ένας τόπος ανταλλαγής αγαθών και απόλαυσης ενός καφέ, αλλά αποτέλεσε, αποτελεί και θα αποτελεί σημείο επαφής ιδεών και πολιτισμών.