Κόφτο µου λένε
Το πρώτο µου τσιγάρο το έκανα παιδί. Ούτε δεκατριών δεν ήµουνα, σε µια παρέα µε µεγαλύτερους. Ξέρεις πώς γίνεται, λίγο µαγκιά, λίγο σεκλέτι, λίγο αντριλίκι. Έκρυβα τα πακέτα στην αυλή, µην τα βρει η µάνα µου. Το πρωί τα µάζευα, καµιά φορά βρεµένα άµα είχε βρέξει. Με τα χρόνια το κάπνισµα έγινε βάσανο και παρηγοριά. […]
Το πρώτο µου τσιγάρο το έκανα παιδί. Ούτε δεκατριών δεν ήµουνα, σε µια παρέα µε µεγαλύτερους. Ξέρεις πώς γίνεται, λίγο µαγκιά, λίγο σεκλέτι, λίγο αντριλίκι. Έκρυβα τα πακέτα στην αυλή, µην τα βρει η µάνα µου. Το πρωί τα µάζευα, καµιά φορά βρεµένα άµα είχε βρέξει. Με τα χρόνια το κάπνισµα έγινε βάσανο και παρηγοριά. Έφτασα δυο πακέτα τη µέρα. Οι περιπτεράδες µε έχουν µάθει στη γειτονιά, µόλις πλησιάζω ετοιµάζουν το πακέτο. ∆υο φορές προσπάθησα να το κόψω. Μια φορά όταν γεννήθηκε η κόρη µου, για να µη µυρίζει η ανάσα µου. ∆υο βδοµάδες άντεξα. Άλλη µια πριν δυο χρόνια, όταν χειρουργήθηκε ένας φίλος. Κάπνιζε σα φουγάρο και τα πνευµόνια του έµοιαζαν µε σούρουπο. Καθάρισε σε τρεις µήνες. Τρόµαξα. Το έκοψα µαχαίρι ένα εξάµηνο, αλλά µετά µια στραβή στη δουλειά, ξανά µανά κίτρινα δάχτυλα και κάπνα. Τώρα λένε θα το απαγορέψουν παντού. Θα µας βγάζουν έξω στα καφενεία το χειµώνα. Σαν τους λεπρούς. Το ξέρω πως µε βλάπτει, το ξέρω πως δε φχαριστιέµαι ούτε πέντε τσιγάρα µέσα στη µέρα, αλλά άµα πιω την πρώτη γουλιά καφέ και δεν το έχω ανάψει τρελαίνοµαι. Και µε την µπάλα στην τηλεόραση. Και στις µεγάλες µου σκασίλες. Να για κάτι τέτοια το θέλω. Μερικοί λένε θα το κόψουµε θέλουµε δεν θέλουµε. Εγώ ξέρω ότι στο σπίτι µου κάνω κουµάντο εγώ. Και πόσες χαρές µου µείνανε σάµπως;
* Φωτογραφία: Αλέξανδρος Αβραμίδης