Ο Κουφοντίνας και ο Μάιος 1996
Κωνσταντίνος Μητσοτάκης: Στη συνείδηση του ελληνικού λαού έχει ωριμάσει η άποψη της επιείκειας
Το ποιος είναι ο Δημήτρης Κουφοντίνας, τι εγκλήματα τέλεσε, αλλά και με ποιο τρόπο τα διέπραξε, κρίθηκε κατά τη δίκη του, την ορθή καταδίκη του ως ενόχου, την επιβολή και την επιμέτρηση της ποινής του με σωρευμένες ισόβιες καθείρξεις. Και σωστά, αφού αποτελεί ένα κατά συρροή δολοφόνο μεταξύ και άλλων αδικημάτων.
Όμως, από την καταδικαστική απόφαση, την επιβολή της ποινής και τη μεταφορά του στη φυλακή απέκτησε πέρα από την ιδιότητα του καταδικασθέντος εγκληματία, την ιδιότητα του κρατουμένου. Την υπαγωγή του δηλαδή στο σωφρονιστικό καθεστώς της χώρας, όπως αυτό δομείται κυρίως με την αποστέρηση της ελευθερίας με την διαβίωση σε ορισμένο χώρο, αλλά και την ταυτόχρονη υπαγωγή του στη σφαίρα ευθύνης του Κράτους (π.χ με την υποχρέωση του Κράτους να μεριμνά για την υγεία των κρατουμένων).
Όταν πρόκειται για ένα αίτημα σχετικό με τους όρους έκτισης της ποινής, της σωφρονιστικής δηλαδή σφαίρας, που άλλωστε προβλέπεται, το λογικό είναι να κρίνουμε τον αιτούντα υπό την ιδιότητα του κρατουμένου και να περιοριζόμαστε στις νόμιμες προϋποθέσεις του αιτήματός του. Το να επανέρχεται η συζήτηση στην εγκληματική του δράση, στην πνευματική στάση απέναντι στο έγκλημα, πόσο μάλλον στο πολιτικό του φρόνημα και τις ιδέες του για να συνδεθούν όλο αυτά με το αν έχει δικαίωμα ή όχι να απευθυνθεί στην Πολιτεία που με τη δράση του αποδοκιμάζει, δεν είναι απλά μια άσχετη σύνδεση και συνάρτηση, είναι ότι συντελείται κάτι πολιτικά εγκληματικό, αφού έρχεται η ίδια η Κυβέρνηση με τη ρητορική της να αφήσει ανοιχτεί την κερκόπορτα για μη εφαρμογή του νόμου λόγω της φυσιογνωμίας που αφορά. Παρεισφρέει η πολιτική άποψη ή η προσωπική στάση στην άσκηση ενός δικαιώματος. Κάτι τέτοιο θέτει σοβαρές αμφιβολίες τόσο ως προς την αρχή της ισότητας, όσο και ως προς τα ίδια τα θεμέλια του κράτους Δικαίου, αλλά και του ανθρωπιστικού στοιχείου αλληλεγγύης της Δημοκρατίας.
Ο Δημήτρης Κουφοντίνας συμπληρώνει 52 ημέρες απεργίας πείνας και 6 απεργίας δίψας με τις επόμενες μέρες ή ώρες να είναι ιδιαίτερα κρίσιμες για τη ζωή του, ζητώντας τη μεταφορά του στις φυλακές Κορυδαλλού με βάση την παράγραφο 1 του άρθρου 3 του ν. 4760/2020. Πλέον, όμως, η κατάσταση είναι τόσο σοβαρή που εκφεύγει της αποκλειστικότητας των νομικών και ανάγεται σε ένα πρωταρχικό ζήτημα της ποιότητας της Δημοκρατίας. Και μόνο το γεγονός ότι φτάσαμε στο σημείο να φοβόμαστε ότι θα γίνουμε η μόνη δυτική χώρα με νεκρό απεργό πείνας, να συζητάμε για το αν η δημοκρατία εκδικείται ή όχι, σημαίνει ότι η Δημοκρατία μας απειλείται στη βάση.
Η Κυβέρνηση αφήνει την κατάσταση να ξεφύγει επιμένοντας να αρνείται την ικανοποίηση ενός προβλεπόμενου αιτήματος του Δημήτρη Κουφοντίνα, επειδή είναι ο Δημήτρης Κουφοντίνας. Αυτό δεν είναι δημοκρατία και δεν θα έπρεπε καν μια σοβαρή Κυβέρνηση να επιτρέψει,να αφήσει το δημόσιο διάλογο να οδηγηθεί εκεί.
Αντ’ αυτού η Κυβέρνησης φαίνεται να οδηγεί στο θάνατο τον απεργό πείνας, επειδή οι συνθήκες που θα δημιουργήσει, θα διευρύνουν το πεδίο για την άσκηση ακόμη περισσότερης ‘’νόμιμης’’ βίας, επιβολής και την απόπειρα περιορισμού των αντίθετων φωνών. Και όλο αυτό είναι βαθιά θλιβερό, γιατί γίνεται πάνω στα δικαιώματα και τις πρωταρχικές αρχές του πολιτεύματος μας, εκθέτοντας την ηθική της δημοκρατίας της χώρας. Πάνω στην λεπτή κλωστή που κρατιέται η ζωή ενός κρατουμένου.
Αξίζει, όμως, να κάνουμε μια αναδρομή στις 13 Μαΐου του 1996 σε συνεδρίαση της Βουλής με θέμα συζήτησης το σωφρονιστικό σύστημα επ’ αφορμή του νομοσχεδίου του τότε Υπουργού Δικαιοσύνης, Ευάγγελου Βενιζέλου. Εντός του νομοσχεδίου αυτού προβλεπόταν μεταξύ άλλων και η εξαίρεση των πρωταιτίων της Χούντας από την αποφυλάκιση, καθώς είχαν καταδικασθεί για εσχάτη προδοσία. Ανάμεσα στους διαφωνούντες, οι οποίο μάλιστα έκανα λόγο και για ζήτημα αντισυνταγματικότητας, ήταν τόσο ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, όσο και η Πολιτική Άνοιξη του Αντώνη Σαμαρά. Σύμφωνα με τα πρακτικά της Βουλής της εν λόγω συνεδρίασης ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης λέει: «Κύριε υπουργέ, εγώ μέσα μου πιστεύω απόλυτα, ότι στη συνείδηση του ελληνικού λαού έχει ωριμάσει η άποψη της επιείκειας. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι η δημοκρατία μας δεν κινδυνεύει – αυτό είναι παραπάνω από βέβαιο – όπως επίσης δεν υπάρχει καμία αμφιβολία, ότι η δημοκρατία είναι μεγαλόψυχη και η δημοκρατία συγχωρεί. κάποια ώρα συγχωρεί. Άνθρωποι 80 ετών στο τέρμα του βίου των πρέπει να αντιμετωπισθούν με επιείκεια κύρια Υπουργέ. Εδώ εγκληματίες πολέμου – θα το θυμίσω σε μερικούς νεώτερους συναδέλφους- άλλοι εξετελέσθηκαν μετά τη Δίκη της Νυρεμβέργης και ο τελευταίος που απέμεινε ήταν ο Ες, τον οποίον όλα τα κράτη ζήτησαν να αμνηστεύσουν. Η Σοβιετική Ένωση δεν συνεφώνησε τότε – ήταν ακόμα το κομμουνιστικό καθεστώς – και απέθανε στις φυλακές. Δεν γνωρίζω κανένα άλλο φαινόμενο, καμία άλλη περίπτωση εγκληματίου αυτού του τύπου, ο οποίος να έμεινε στις φυλακές μέχρι τέλους και να πέθανε».
Παρουσιάζει τρομερό ενδιαφέρον, αλλά και μεγάλη απορία πώς πριν 25 χρόνια η Νέα Δημοκρατία θεωρούσε πως η Δημοκρατία είναι μεγαλόψυχη και συγχωρεί, τόσο που να ζητά την αποφυλάκιση των καταδικασθέντων για εσχάτη προδοσία Χουντικών, αλλά σήμερα η Νέα Δημοκρατία ως Κυβέρνηση αρνείται την ικανοποίηση ενός αιτήματος του απεργού πείνας Δημήτρη Κουφοντίνα, ακόμη και στην κατάσταση που έφτασε να κινδυνεύει η ζωή του, αίτημα με το οποίο δεν ζητά ούτε άφεση, ούτε μείωση, ούτε χάρη, αλλά να εκτίσει την ποινή του στις φυλακές Κορυδαλλού και όχι σε αγροτικές φυλακές, όπου δεν επιτρέπεται να εκτίσουν την ποινή τους καταδικασθέντες για τρομοκρατία με βάση το νόμο 4760/2020. Τότε πίστευαν πως η Δημοκρατία συγχωρεί, τώρα πως εκδικείται.
Έστω και τώρα όχι νεκρός απεργός πείνας!