Κρατώντας τους φτωχούς κολλημένους στη φτώχεια τους
Οι ζάμπλουτοι παραμένουν ουσιαστικά ανεπάγγελτοι. Δεν έχουν κάποιο «επάγγελμα», που να προσφέρει κάτι στην κοινωνία. Είναι απλώς πλούσιοι… - Γράφει ο Γ. Στάμκος
Λέξεις: Γιώργος Στάμκος
“Η ιδέα ότι οι φτωχοί έπρεπε να έχουν ελεύθερο χρόνο ήταν πάντα σοκαριστική για τους πλούσιους. Στις αρχές του 19ου αιώνα, οι δεκαπέντε ώρες ήταν η συνηθισμένη ημερήσια εργασία για έναν άνδρα· τα παιδιά μερικές φορές δούλευαν πολύ συχνά δώδεκα ώρες την ημέρα… Σε όσους έλεγαν ότι ίσως αυτές οι ώρες ήταν μάλλον πολλές, τους απαντουσαν πως η δουλειά κρατούσε τους ενήλικες μακριά από το ποτό και τα παιδιά από τις κακοτοπιές.
Όταν ήμουν παιδί οι εργάτες είχαν κερδίσει το δικαίωμα στην ψήφο, και ορισμένες επίσημες αργίες θεσπίστηκαν με νόμο, προς μεγάλη αγανάκτηση των ανώτερων στρωμάτων. Θυμάμαι ότι άκουσα μια ηλικιωμένη Δούκισσα να λέει: «Τι θέλουν οι φτωχοί με τις διακοπές; Θα έπρεπε να δουλέψουν!». Οι άνθρωποι στις μέρες μας είναι λιγότερο ειλικρινείς, αλλά η ίδια αντίληψη επιμένει και είναι η πηγή μεγάλου μέρους της οικονομικής μας σύγχυσης».
✒️Bertrand Russell, 📚In Praise of Idleness and Other Essays (1935)
Οι φτωχοί, εργαζόμενοι ή μη, δεν έχουν μόνον τον καθημερινό αγώνα της επιβίωσης, αλλά έχουν να αντιμετωπίσουν και τη συκοφάντηση εκ μέρους των πλουσίων. Τους θεωρούν ανίκανους και υπεύθυνους για τη φτώχεια τους. Η τάξη των πλουσίων επιστρατεύει επιτελεία από «γενίτσαρους» επιστήμονες προκειμένου να αποδείξουν πως οι φτωχοί είναι άξιοι της μοίρας τους. Πως δεν είναι απλά «ελαττωματικοί καταναλωτές», αλλά τεμπέληδες, καθυστερημένοι και εκ φύσεως άχρηστοι για να εξελιχθούν. Προσπαθούν να μας πείσουν πως η φτώχεια είναι γενετικό ελάττωμα απ’ το οποίο δεν μπορεί εύκολα να απαλλαγεί κανείς, γι’ αυτό και θα πρέπει να αφεθεί στη μοίρα του. Τι υποκρισία!
Οι φτωχοί και οι άνεργοι δεν μπορούν από μόνοι τους να λύσουν τα προβλήματά τους. Δεν είναι μόνον το ότι υποφέρουν από ακραία υλική αποστέρηση. Όλη τους η ενέργεια είναι διοχετευμένη στην εξεύρεση τρόπων επίλυσης του προβλήματος της καθημερινής επιβίωσης. Οι έχοντες άφθονο ελεύθερο χρόνο και ελευθερία κινήσεων πλούσιοι εξουσιάζουν το λαό για έναν απλούστατο λόγο: η τάξη τους είναι συσπειρωμένη σ’ έναν σκοπό –στην επίτευξη διαρκώς περισσότερου πλούτου και στη διαιώνιση των κοινωνικών ανισοτήτων–, ενώ οι φτωχοί είναι μονίμως διασπασμένοι.
Σε άνδρες και γυναίκες, θρησκείες, έθνη, πολιτικά κόμματα, ποδοσφαιρικές ομάδες, επαγγελματικές τάξεις. Και συνεχώς συγκρούονται μεταξύ τους για το παραμικρό: για την πίστη, την ιδεολογία, τη σημαία, για το μεροκάματο, για την ίδια τους την επιβίωση. Πραγματικός «κοινωνικός κανιβαλισμός», όπως συνέβη και κατά τη διάρκεια της ελληνικής κρίσης χρέους: Οι αστυνομικοί εναντίον των διαδηλωτών. Οι αγρότες εναντίον των φορτηγατζήδων. Οι φορτηγατζήδες εναντίον των εμπόρων. Οι ταξιτζήδες εναντίον των ξενοδόχων. Οι ιδιωτικοί υπάλληλοι εναντίον των δημοσίων.
Αυτό δεν συμβαίνει αποκλειστικά στην Ελλάδα, αλλά ακόμη και στις ΗΠΑ, το επίκεντρο του παγκόσμιου καπιταλιστικού συστήματος, όπως επισημαίνει και ο Αμερικανός κοινωνιολόγος και ακτιβιστής Χάουαρντ Ζιν στο βιβλίο του Η Ιστορία του Λαού των Ηνωμένων Πολιτειών:
«Το 1% του πληθυσμού έχει στην κατοχή του το ένα τρίτο του πλούτου. Τα υπόλοιπα δύο τρίτα κατανέμονται με τρόπο που στρέφει το 99% εναντίον αλλήλων: τους μικροϊδιοκτήτες εναντίον των αστέγων, τους λευκούς εναντίον των μαύρων, τους διανοούμενους και τους επαγγελματίες εναντίον των αμόρφωτων και των ανειδίκευτων. Οι ομάδες αυτές κατηγορούν η μία την άλλη και μάχονται μεταξύ τους με τόση σφοδρότητα ώστε δεν αντιλαμβάνονται την κοινή τους θέση: ότι μοιράζονται τα αποφάγια μιας πολύ πλούσιας χώρας».
Την ίδια στιγμή οι ζάμπλουτοι, που αντιπροσωπεύουν αυτό το 1%, είναι ενωμένοι, σχεδόν αγαπημένοι, και κάνουν «συγχωνεύσεις», «επιχειρηματικούς γάμους» και «κοινά projects». Ούτε ρουθούνι δεν ανοίγει στη δική τους συνομοταξία. Και το πιο φοβερό απ’ όλα είναι ότι παραμένουν ουσιαστικά ανεπάγγελτοι. Δεν έχουν κάποιο «επάγγελμα», που να προσφέρει κάτι στην κοινωνία. Είναι απλώς πλούσιοι…
Χρειάζονται όμως μια ανεξάντλητη δεξαμενή φτωχών για να τους υπηρετούν και να τους εκμεταλλεύονται. Οι φτωχοί απ’ την άλλη κάθονται στριμωγμένοι στη γωνία και περιμένουν τις εξελίξεις ή το αναπόφευκτο. Είναι παγιδευμένοι στον καθημερινό αγώνα της επιβίωσης και δεν έχουν την πολυτέλεια να προβλέπουν τις εξελίξεις. Τσακισμένοι από το μόχθο τρέχουν πανικόβλητοι για να πληρώσουν το νοίκι, το ηλεκτρικό ρεύμα, τους λογαριασμούς, τις δόσεις, για να ταΐσουν τα παιδιά τους. Την ίδια στιγμή οι πλούσιοι, απερίσπαστοι από τον καθημερινό μόχθο, σχεδιάζουν το μέλλον του κόσμου και δολοπλοκούν ώστε να διαιωνιστεί η κυριαρχία τους. Και δεν εργάζονται οι ίδιοι πάνω σ’ αυτό καθώς έχουν στην υπηρεσία τους μια στρατιά πανέξυπνων συμβούλων, οι περισσότεροι εκ των οποίων είναι «γενίτσαροι», στρατολογημένοι από την τάξη των φτωχών. Τους πληρώνουν ακριβά για να εφευρίσκουν διαρκώς τρόπους για να κρατούν τους φτωχούς κολλημένους στη φτώχεια τους.
*Ο Γιώργος Στάμκος είναι συγγραφέας
**πηγή εικόνας: pexels-timur-weber