Λεωφόρος Βασιλίσσης Όλγας: Ο ξεπεσμός μιας γαλαζοαίματης

Του Γιώργου Τούλα  Κάθε πρωί διασχίζω ένα δρόμο από την αρχή μέχρι το τέλος του. Ένα δρόμο που κουβαλάει μια ιστορία. Βαριά όσο και αυτή της πόλης. Tον τελευταίο καιρό παρατηρώ πως η μόνη επιχειρηματική δραστηριότητα που αναπτύσεται είναι τα καφέ. Ανοίγουν ένα σε κάθε τετράγωνο. Καθώς διασχίζω το δρόμο άνθρωποι κάθε ηλικίας κάθονται από […]

Γιώργος Τούλας
λεωφόρος-βασιλίσσης-όλγας-ο-ξεπεσμός-11574
Γιώργος Τούλας
1.jpg

Του Γιώργου Τούλα 

Κάθε πρωί διασχίζω ένα δρόμο από την αρχή μέχρι το τέλος του. Ένα δρόμο που κουβαλάει μια ιστορία. Βαριά όσο και αυτή της πόλης. Tον τελευταίο καιρό παρατηρώ πως η μόνη επιχειρηματική δραστηριότητα που αναπτύσεται είναι τα καφέ. Ανοίγουν ένα σε κάθε τετράγωνο. Καθώς διασχίζω το δρόμο άνθρωποι κάθε ηλικίας κάθονται από νωρίς το πρωί στα τραπέζια τους και περνούν τις ώρες της απραξίας. Δίπλα τους υπάρχουν μερικά σπουδαία κτίρια που ρημάζουν ή έχουν βάλει πωλητήρια. Και παλιές επιχειρήσεις που έχουν κλείσει γιατί δεν άντεξαν. 

Η wikipedia γράφει για αυτόν τον δρόμο: Στην Οδό Βασιλίσσης Όλγας, διατηρούνται πολλά αρχοντικά ευπόρων Θεσσαλονικέων του 19ου αιώνα, τα οποία αποτελούσαν τι εξοχικές επαύλεις των θεσσαλονικέων στις αρχές του 20ου αιώνα. Επειδή αυτή η περιοχή είχε τα εξοχικά των εύπορων κυρίως κατοίκων η περιοχή ονομάστηκε Εξοχές.

Και ο συγγραφέας Βαρβουνιώτης περιγράφει: «Υψηρεφή και πολυτελή μέγαρα, κομψότατα και βαρυδάπανα έργα της νεωτέρας αρχιτεκτονικής και κήποι μεγάλοι, κατάφυτοι και δροσερότατοι, κείνται ένθεν και ένθεν της ευρυτάτης οδού. Ωραία πεζοδρόμια, περικαλλυνόμενα υπό αειθαλών δενδροστοιχιών κοσμούσιν αυτήν και τέρπουσι τους διαβάτας. Τα μέγαρα αυτά ανήκουν εις βαθύπλουτους Τούρκους, Εβραίους, Ευρωπαίους, Ελληνας και άλλους…

Τα πεζοδρόμια και η λεωφόρος εν γένει γέμουσι κόσμου ποικίλου, όστις μετά των λεωφορείων, των αμαξών και ίππων, αποτελεί δαιδάλειον πανόραμα. Εκάστη φυλή, τάξις, ηλικία και γένος, εκάστη γλώσσα, εκάστη ιδιορρυθμία και καλαισθησία έχουν εκεί τους αντιπροσώπους των. Εν τη πανσπερμία εκείνη λαλούνται όλαι αι γλώσσαι της γης, διότι εις την Θεσσαλονίκην δύνασθε να εύρητε όλας τας φυλάς του κόσμου, πλην της Κινεζικής. Αληθής κοινωνικός κυκεών!»

Όλα αυτά χτες. Η περίφημη λεωφόρος των εξοχών σήμερα μοιάζει σκιά του εαυτού της. Σε αντίθεση με τους μεγάλους εμπορικούς δρόμους του κέντρου η οδός αυτή που οδηγούσε πάντα στο κέντρο της πόλης συγκέντρωνε σε όλο το μήκος της τοπικές αγορές. Πολυεθνικές αλυσίδες δεν την άλωσαν και αν εξαιρέσει κάνεις τις αντιπροσωπείες αυτοκινήτων που έβρισκαν εδώ μεγάλα καταστήματα να νοικιάζουν, τα μαγαζιά του δρόμου ήταν ανέκαθεν συνοικιακά μαγαζιά των νοικοκυραίων της περιοχής, παπουτσάδικα και είδη προικός, ταβέρνες και κομμωτήρια της γειτονιάς. Ανάμεσα τους δέσποζαν πάντα οι σπουδαίες επαύλεις που διασώθηκαν. Η βίλα Σιάγα στη Συνδίκα που είχε βάλει πωλητήριο, το ορφανοτροφείο Μέλισσα και ο Ερυθρός Σταυρός που αναπαλαιώθηκαν με λεφτά της Πολιτιστικής και τώρα πουλήθηκε στον Ιβάν Σαββίδη, το κόκκινο σπίτι, Chateau mon Bonheur, που διέσωσε η Εθνική και το υπέροχο κτήριο του Γκαίτε στην παλιά γερμανική σχολή.

Ο δρόμος που άκμασε στις αρχές του προηγούμενου αιώνα άρχισε να αλλάζει όταν ξηλώθηκαν οι ράγες του τραμ και ασφαλτοστρώθηκε και απέκτησε το πρόσωπο που ξέρουμε στο πέρασμα των δεκαετιών.

Σήμερα η κρίση αποτέλειωσε έναν από τους πιο ένδοξους δρόμους της πόλης. Όσα αρχοντικά δεν πέρασαν στα χέρια ιδρυμάτων ή του Δήμου, όπως η Casa Bianca και η Βίλα Μορντόχ (Δημοτική Πινακοθήκη), ρημάζουν αβοήθητα. Η σχολή Τυφλών με τα τεράστια οικονομικά προβλήματα τα τελευταία χρόνια δίνει τεράστιο αγώνα. Τα κλειστά καταστήματα είναι τα περισσότερα από κάθε δρόμο της πόλης, περισσότερα από ένα στα δύο πια, ενώ οι μόνες επιχειρηματικές δραστηριότητες που αναπτύσσονται πια εκεί είναι τα ενεχυροδανειστήρια και τα γραφεία τελετών και τα καφέ που ξεφυτρώνουν σε κάθε τετράγωνο. Τα δύο ύστατα βήματα για τους απελπισμένους πληττόμενους από την κρίση! Από τις ελάχιστες ζωντανές γωνιές του δρόμου είναι η κατάληψη του ερημωμένου 12ου γυμνασίου, στο ύψος πια της Βασιλέως Γεωργίου, που συγκεντρώνει το ενδιαφέρον της γειτονιάς και το πάντα ολοζώντανο Κοπερτί που διασώθηκε χάρη στη γενναιοδωρία των ιδιοκτητών του και στη φαντασία που δίνει χρώμα στο δρόμο και η αναπαλαίωση της βίλας Γιοσέφ Μοδιάνο.

Η εικόνα του πιο ένδοξου πάλαι ποτέ δρόμου της Θεσσαλονίκης είναι σήμερα απογοητευτική. Από το κτίριο της παλιάς Ναυτικής Διοίκησης Βορείου Ελλάδος απέναντι από τη Νομαρχία, που μια κόκκινη κορδέλα αποτρέπει την είσοδο στον ετοιμόρροπο χώρο, μέχρι τον παντέρημο αριστούργημα του Ξενοφώντα Παιωνίδη που χρησιμοποίησε και ο Θόδωρος Αγγελόπουλος στην ταινία του, τα απομεινάρια μιας εποχής δηλώνουν την ερημιά του καιρού. Μαζί με τα εκατοντάδες ενοικιαστήρια που στοιχειώνουν σε τζαμαρίες που κάνεις δεν ξέρει πια πότε θα ξαναφωτιστούν…

* Φωτογραφίες: Γιώργος Τούλας

Σχετικά Αρθρα
Σχετικά Αρθρα